Ξεκίνησε ως ένα μεγαλεπήβολο ενεργειακό εγχείρημα, με σημαίνουσα γεωπολιτική διάσταση, καθώς θα λειτουργούσε υπέρ της προβολής σημαίας και ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο. Εξελίσσεται, όμως, σε επικίνδυνο ναυάγιο συμπαρασύροντας σε τέλμα τις ελληνοκυπριακές σχέσεις.
Ο λόγος για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου, το περιβόητο «καλώδιο», που την περασμένη εβδομάδα οδήγησε στο αποκορύφωμα της πρωτοφανούς – τουλάχιστον στα χρονικά της Μεταπολίτευσης – αντιπαράθεσης μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας, εγείροντας επιπλέον αμφιβολίες τόσο περί της αξιοπιστίας αμφότερων των πλευρών όσο και για το διπλωματικό βεληνεκές τους στην Ανατολική Μεσόγειο.
To τελευταίο επεισόδιο του πολύπαθου Great Sea Interconnector (GSI) διαδραματίστηκε με αφορμή δημοσίευμα της κυπριακής εφημερίδας «Φιλελεύθερος», όπου αποτυπώνονταν οι οικονομικές απαιτήσεις του ΑΔΜΗΕ από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Παρά τις πρόσκαιρες εκατέρωθεν διευκρινίσεις, η ουσία παραμένει εδώ και καιρό ίδια: Ο μεν ΑΔΜΗΕ διεκδικεί την καταβολή της πρώτης δόσης των 25 εκατομμυρίων ευρώ αλλά και την αναγνώριση των εξόδων που – σύμφωνα με τον ίδιο – έχουν πραγματοποιηθεί έως σήμερα για την εκτέλεση του έργου και ξεπερνούν τα 250 εκατομμύρια ευρώ.
Η δε Κυπριακή Δημοκρατία αρνείται να εγκρίνει το κόστος, δεν εκταμιεύει τα 25 εκατ. ευρώ και απαιτεί μάλιστα από την Αθήνα να τηρήσει τις δεσμεύσεις της δίνοντας την εντολή επανέναρξης των ερευνών, ανεξαρτήτως του αποκαλούμενου «γεωπολιτικού ρίσκου». Δηλαδή της τουρκικής παρέμβασης, εξαιτίας της οποίας τον Ιούλιο του 2024 διακόπηκαν οι εργασίες στα ανοικτά της Κάσου.
Το χάσμα ανάμεσα σε Αθήνα και Λευκωσία είναι αχανές, με τις ηγεσίες να αναζητούν τρόπους διαχείρισης της κρίσης, που εδώ και αρκετούς μήνες έμοιαζε προδιαγεγραμμένη και πλέον αποδεικνύεται αναπόφευκτη. «Αν αφήναμε στην άκρη τα προσχήματα, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για “εθνική ήττα”» λέει στο «Βήμα» παλαιός διπλωμάτης με εμπειρία στις ελληνοκυπριακές σχέσεις.
Χωρίς προσχήματα
Οι, κατά γενική ομολογία, εκτός ορίων δηλώσεις του κ. Νίκου Χριστοδουλίδη, ο οποίος αντιδρώντας στις απαιτήσεις του ΑΔΜΗΕ μίλησε για «εκβιασμό» της Κυπριακής Δημοκρατίας, προκάλεσαν την οργή της Αθήνας, με τον υπουργό Ενέργειας και Περιβάλλοντος Σταύρο Παπασταύρου να στρέφει ευθέως τα βέλη του έναντι της Λευκωσίας, προφανώς κατόπιν συνεννόησης με το Μέγαρο Μαξίμου. «Η ελληνική κυβέρνηση δεν εκβιάζει» διεμήνυσε ο κ. Παπασταύρου καλύπτοντας απολύτως τον ΑΔΜΗΕ, μεγαλομέτοχος του οποίου είναι το Ελληνικό Δημόσιο.
Ακόμα και στην Κύπρο, όπου οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η διοίκηση του ΑΔΜΗΕ φέρνει συστηματικά προ τετελεσμένων την κυβέρνηση, τα λόγια του κ. Χριστοδουλίδη προκάλεσαν έκπληξη. «Δεν θυμάμαι κάποιον άλλο Πρόεδρο να μιλά τόσο σκληρά» λέει στο «Βήμα» στέλεχος από την κυπριακή πρωτεύουσα, εκφράζοντας τον έντονο προβληματισμό του ότι η δημόσια αντιπαράθεση Αθήνας – Λευκωσίας ξεφεύγει από κάθε θεμιτό πλαίσιο και μάλιστα εν μέσω μιας εξαιρετικά ταραγμένης γεωπολιτικής συγκυρίας.
Πάντως, ο υπουργός Ενέργειας, όπως και ο Πρόεδρος της Κύπρου, καθώς επίσης ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης αλλά και ο υπουργός Εξωτερικών, κ. Γιώργος Γεραπετρίτης, έσπευσαν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις με μια σχεδόν κοινή διατύπωση, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία: «Οι σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου παραμένουν αδιατάρακτες ανεξαρτήτως του μέλλοντος οποιουδήποτε έργου». Ο κ. Γεραπετρίτης ήταν ο πρώτος αξιωματούχος που αναφέρθηκε δημοσίως στο «πάγωμα» του έργου.
«Εως ότου στην πραγματικότητα αρθούν οι εκκρεμότητες και υπάρξει μια ενιαία στάση για δέσμευση, θα παραμείνουμε στη σημερινή κατάσταση» είπε ο υπουργός Εξωτερικών στο ραδιόφωνο του Σκάι.
Εκ διαμέτρου αντίθετες απαιτήσεις
Οσον αφορά τις απαιτήσεις, η ελληνική κυβέρνηση συμβαδίζει απολύτως με τον ΑΔΜΗΕ. Οι θέσεις της Αθήνας διατυπώθηκαν για ακόμη μία φορά διά του κ. Παπασταύρου, ο οποίος συναντήθηκε με τον κύπριο ομόλογό του κ. Γιώργο Παπαναστασίου, ενώ χαρακτηριστικό της δυστοκίας είναι το γεγονός ότι η μεταβίβαση της άδειας του έργου από την προηγούμενη στη νυν ιδιοκτησία, δηλαδή από τη EuroAsia Interconnector στον ΑΔΜΗΕ, ολοκληρώθηκε μόλις την Παρασκευή.
Ανώτερη διπλωματική πηγή επισημαίνει στο «Βήμα» ότι πλην της καταβολής των 25 εκατ. ευρώ (σ.σ.: θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ για τη συνέχεια) θα πρέπει η Λευκωσία να αναγνωρίσει το συνολικό κόστος, αλλά και η πολιτική τάξη στην Κύπρο να δεσμευτεί ρητά στο έργο, εκπέμποντας «ενιαία φωνή».
Στην Αθήνα πιστεύουν πλέον ότι πίσω από την αμφισβήτηση της οικονομικής βιωσιμότητας του έργου υποκρύπτονται συμφέροντα που δραστηριοποιούνται στον χώρο της ενέργειας, αλλά και πολιτικές σκοπιμότητες.
Προς επίρρωση αυτού, πηγές πέριξ του υπουργείου Ενέργειας επισημαίνουν ότι η κλιμάκωση των αντιδράσεων έναντι της υλοποίησης του καλωδίου καταγράφηκε στην Κύπρο παραλλήλως με τις αλλεπάλληλες δεσμεύσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι οι έρευνες για τον GSI θα ολοκληρωθούν παρά τις τουρκικές αντιρρήσεις.
Για τη Λευκωσία, όμως, σημείο καμπής των εξελίξεων ήταν το περιστατικό της Κάσου, σχεδόν ενάμιση χρόνο πριν. Πηγή από το Υπουργικό Συμβούλιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, που μάλιστα στηρίζει υπό όρους το έργο, λέει στο «Βήμα» ότι «η φοβία δεν σχετίζεται με τα οικονομικά, ούτε με την καταβολή των 25 εκατ. ευρώ. Το πρόβλημα είναι ότι κατά πάσα πιθανότητα οι έρευνες θα παρεμποδιστούν από την Αγκυρα. Ομως, ούτε η κυβέρνηση ούτε οι φορολογούμενοι είναι διατεθειμένοι να φορτωθούν ακόμα ένα έργο το οποίο θα μείνει στα χαρτιά. Επιπλέον, στην Κύπρο όλο και περισσότεροι διαπιστώνουν ότι στην Αθήνα δεν υπάρχει ειλικρινής διάθεση πόντισης του καλωδίου εξαιτίας του τουρκικού κινδύνου».
Αρα, η Κυπριακή Δημοκρατία δεν πρόκειται να πληρώσει, πολλώ δε μάλλον να αναγνωρίσει το συνολικό κόστος του έργου, αν δεν δει τα ερευνητικά να βγαίνουν στην Ανατολική Μεσόγειο.
Αντιστρόφως, η Αθήνα δεν πρόκειται να προχωρήσει στη ναύλωση των πλοίων και την έκδοση των NAVTEX αν δεν πιστωθούν τα χρήματα στον ΑΔΜΗΕ και πάψει η Λευκωσία να εκπέμπει διφορούμενα μηνύματα. Κανένα από τα δύο ενδεχόμενα δεν φαίνεται στον ορίζοντα, με τον κίνδυνο παράτασης της ελληνοκυπριακής έντασης να ελλοχεύει.
Κύκλοι κοντά στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών σημειώνουν πάντως ότι «η υπόθεση δεν θα μακροημερεύσει», χωρίς πάντως να διευκρινίζεται αν το ζήτημα παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες προκειμένου εντός ενός εύλογου χρονικού διαστήματος να ξεχαστεί ή αν αναμένονται συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, αποκλειστικά όμως από τη μεριά της Λευκωσίας.
Η δύσκολη συνέχεια
Μία σειρά, όμως, από αλληλένδετα ερωτήματα που πρέπει σταδιακά να απαντηθούν θα φέρνουν διαρκώς το ζήτημα στην επιφάνεια. Πότε θα επιμεριστεί και ποιο θα είναι το κόστος της ρήτρας μη ολοκλήρωσης του έργου για τους κύπριους και τους έλληνες καταναλωτές; Ποιος θα επωμιστεί τα χρήματα που έχουν ήδη καταβληθεί από τον ΑΔΜΗΕ, με δεδομένο ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα αφήσει την εταιρεία να καταρρεύσει; Ποια θα είναι η τύχη των 657 εκατομμυρίων ευρώ που έχουν δεσμευτεί από την Κομισιόν, η οποία μόλις την περασμένη Τετάρτη χαρακτήρισε το έργο «στρατηγικής σημασίας», και ποιος θα είναι ο αντίκτυπος του ναυαγίου στην Ευρώπη; Εναντι ποιου θα στραφεί η γαλλική NEXANS που ήδη κατασκευάζει το καλώδιο;
Το μείζον, ειδικά για την Αθήνα, είναι βεβαίως πως δικαιώνονται όσοι λένε ότι η Αγκυρα είναι σε θέση να επιβάλλει τις παράνομες θέσεις της στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως αυτές έχουν αποτυπωθεί στη θεωρία της «Γαλάζιας Πατρίδας», με όχημα το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Επιβεβαιώνεται, έτσι, η ρήση του Ταγίπ Ερντογάν: «Κανένα ενεργειακό εγχείρημα δεν πρόκειται να γίνει στην περιοχή χωρίς την άδεια ή τη συμμετοχή της Τουρκίας».
Οι δε ελληνοκυπριακές σχέσεις θυμίζουν την κατάσταση που επικρατούσε στα δύσκολα χρόνια των δεκαετιών του ’50 και ΄’60: Δημοσίως ανταλλάσσονται διαβεβαιώσεις και φιλοφρονήσεις ενώ πίσω από τα φώτα η αντιπαράθεση φουντώνει.



