Η ολοκλήρωση της διαδικασίας για την ανάδειξη του κ. Κ. Τασούλα ως νέου Προέδρου της Δημοκρατίας είναι μεν το τέλος μιας διαδικασίας η οποία υπό κανονικές συνθήκες θα ήταν απλώς διεκπεραιωτική, ωστόσο κάτω από το δεδομένο κλίμα στην πολιτική ζωή της χώρας, αποτέλεσε κατ’ ουσίαν τη μετάβαση στην κύρια αρένα. Εκεί όπου αμφισβητούνται, εξ αφορμής του δυστυχήματος των Τεμπών, θεσμοί και αξίες.

Είναι κρίμα που στο πλαίσιο αυτό, δεν έμεινε ανέγγιχτος ούτε ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Κατηγορήθηκε – και το δυστύχημα είναι και από κόμματα της αντιπολίτευσης – ότι μετείχε του μηχανισμού συγκάλυψης των υπευθύνων για τα Τέμπη, παρότι δεν έκανε τίποτε λιγότερο ή τίποτε περισσότερο από τον κανόνα, σε ό,τι αφορά δικογραφίες κατά πολιτικών προσώπων οι οποίες διαβιβάζονται αμελλητί από τους εισαγγελικούς λειτουργούς στο Κοινοβούλιο.

Κατηγορήθηκε αδίκως. Και απρεπώς. Και οι επιθέσεις που δέχθηκε, δεν αφορούν το πρόσωπο, αφορούν τον θεσμό. Εως και ότι επελέγη, από τον κ. Μητσοτάκη, επειδή συνήργησε στη συγκάλυψη, αναφέρθηκε. Κόμματα με θεσμικό ρόλο που άλλοτε διοίκησαν τη χώρα, απαίτησαν την απόσυρσή του, οικεία βουλήσει, υποδεικνύοντας πριν καν εκλεγεί ότι είναι ένας ανάξιος Πρόεδρος.

Η εργαλειοποίηση του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών πέρασε σε ανώτερες σφαίρες. Ποιος κέρδισε από αυτό; Κανείς. Ποιος έχασε; Ολοι. Και περισσότερο ο ίδιος ο θεσμός, ο οποίος θα έπρεπε να προστατεύεται από την πολιτική τάξη της χώρας, καλύτερα από οτιδήποτε άλλο. Το ανησυχητικό στην υπόθεση δεν είναι ό,τι προηγήθηκε της εκλογής. Είναι ότι με όσα ακολούθησαν επιχειρείται η συμπερίληψη του θεσμού του Προέδρου της Δημοκρατίας στην πολιτική αντιπαράθεση. Δεν είναι ένα καλό νέο αυτό, και δεν είναι μια πρακτική που συνηθίζεται.

Οσο κι αν η επιλογή του Πρωθυπουργού στο πρόσωπο του κ. Τασούλα είχε ευθεία αναφορά στο εσωτερικό της παρατάξεώς του, ο νέος Πρόεδρος, για χάρη του οποίου παραβιάστηκε ο άτυπος κανόνας να προέρχεται ο ανώτατος άρχοντας από την απέναντι της κυβερνήσεως παράταξη, αναλαμβάνει το βαρύ έργο να αποδείξει ότι δεν θα λειτουργήσει ως κομματικός Πρόεδρος.

Οτι θα είναι όχι μόνο διά του λόγου, αλλά δια πράξεων ένας υπερκομματικός Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Οτι η περίοδος που χρημάτισε παρά τω πλευρώ του πατριάρχη της σκληροπυρηνικής Δεξιάς Ευάγγελου Αβέρωφ, δεν είναι παρά μία περίοδος η οποία θα απασχολήσει τον βιογράφο του, και πιθανόν και τον ιστορικό του μέλλοντος. Οχι το σήμερα, ούτε το αύριο. Τα πέντε χρόνια της θητείας του στο Μέγαρο της Ηρώδου του Αττικού θα πρέπει να είναι ανεπίληπτα.

Οφείλει στον κ. Μητσοτάκη ότι ανεδείχθη Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αλλά εκεί τελειώνουν όλα. Ούτε μανδύα προστασίας πρέπει να απλώσει στην κυβέρνηση και τον ίδιο ούτε αχαριστία θα του καταλογιστεί αν τηρήσει αυστηρή ουδετερότητα κατά την άσκηση των καθηκόντων του.

Το δυστύχημα των Τεμπών αποδεικνύεται λυδία λίθος για την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση οφείλει να αποδείξει ότι δεν έχει να κρύψει τίποτε σχετικά με τις ευθύνες της για το δυστύχημα, η δε αντιπολίτευση ότι επιδιώκει την πλήρη διαλεύκανση των συνθηκών κάτω από τις οποίες προκλήθηκε, και όχι γιατί μυρίζεται αίμα και σπεύδει να προσποριστεί κάτι από τον θυμό, την οργή και την απογοήτευση της κοινωνίας.

Η εξίσωση είναι δύσκολη, αλλά όχι άλυτη. Υπάρχει τρόπος το πολιτικό σύστημα να αυτοπροστατευθεί, και αυτός δεν είναι άλλος από τη συμβολή όλων στην αποκάλυψη των αιτιών και των ευθυνών πολιτικών προσώπων. Ποιος συνέβαλε, λιγότερο ή περισσότερο, εμμέσως ή άμεσα, στο τι συνέβη και η χώρα θρηνεί έκτοτε 57 νεκρούς, στην πλειονότητά τους νέα παιδιά. Και να αφεθούν όλοι οι υπεύθυνοι στη δίκαιη κρίση της ελληνικής Δικαιοσύνης.

Είναι εδώ που ο κ. Τασούλας μπορεί να παρέμβει αποφασιστικά και με τρόπο που θα δικαιώσει τόσο τη φύση του θεσμού όσο και τον ίδιο ως προσωπικότητα. Να λειτουργήσει κατευναστικά, προς όλους. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση. Εχει τρόπο να το κάνει, αρκεί να σταθεί με γενναιότητα απέναντι στο πρόβλημα.

Προσφάτως, ο κ. Νίκος Αλιβιζάτος, προβληματισμένος έντονα από τον κίνδυνο εξαιτίας του δυστυχήματος των Τεμπών να υπάρξει γενική απαξίωση του πολιτικού συστήματος, ανάλογη του 2008 ή του 2010, εισηγήθηκε τη σύγκληση του Συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών. Ως το μόνο μέσο να υπάρξει η αναγκαία εκτόνωση, πριν η χώρα κατρακυλήσει και πάλι στις πλατείες και γίνει έρμαιο των «αγανακτισμένων». Αν λοιπόν ο κ. Τασούλας θέλει να (απο)δείξει ότι είναι άξιος να ηγείται της χώρας, ιδού η ευκαιρία. Ας ξεκινήσει τη θητεία του με κάτι πραγματικά σημαντικό. Ας υλοποιήσει την πρόταση Αλιβιζάτου.