Η Τουρκία φαίνεται να εισέρχεται σε μια εσωτερική πολιτική περιδίνηση. Η απόφαση να συλληφθεί και να φυλακιστεί ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης είναι η θρυαλλίδα για μια βίαιη πολιτική και ίσως κοινωνική εσωτερική σύγκρουση που ουσιαστικά εξελίσσεται εδώ και αρκετό καιρό, χωρίς όμως να είχε πάρει μέχρι αυτή τη στιγμή τη μορφή που τώρα παίρνει.
Χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί τίποτε, είναι εξαιρετικά δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι η απόφαση να συλληφθεί ο Εκρέμ Ιμάμογλου δεν είναι πολιτική. Δυστυχώς, το καθεστώς του προέδρου Ερντογάν έχει δώσει άπειρα δείγματα γραφής. Η Δικαιοσύνη, της οποίας ο έλεγχος μετά από μια σειρά συνταγματικού χαρακτήρα ρυθμίσεις τα προηγούμενα χρόνια, έχει περάσει σε μεγάλο βαθμό στο Προεδρικό Μέγαρο, καταργώντας τύποις και ουσία τη διάκριση των εξουσιών, έχει χρησιμοποιηθεί χωρίς φειδώ εναντίον πολιτικών αντιπάλων αλλά και όσων τολμούν να ασκήσουν σκληρή κριτική.
Αυτή τη φορά – είναι πλέον προφανές – ο πρόεδρος και το σύστημα εξουσίας που ελέγχει πλήρως το κράτος έχουν αποφασίσει να πλήξουν καίρια την αντιπολίτευση. Εδώ και αρκετό καιρό συλλαμβάνονται με κατηγορίες διαφθοράς δήμαρχοι που έχουν εκλεγεί με την υποστήριξη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP).
Πάνω από 30 εκλεγμένοι δήμαρχοι, οι περισσότεροι στην ευρύτερη μητροπολιτική περιφέρεια της Κωνσταντινούπολης, βρίσκονται στη φυλακή και ο έλεγχος των δήμων έχει περάσει στα χέρια του AKP. Με τη σύλληψη Ιμάμογλου ολοκληρώνεται η πρώτη φάση αυτής της επιχείρησης.
Τώρα ο δήμος της Πόλης είναι στον έλεγχο του καθεστώτος. Το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα αποστερείται από τα πιο κρίσιμα ερείσματα, τις μόνες πλατφόρμες άσκησης πολιτικής και οικονομικής επιρροής. Οι προηγούμενες εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση ήταν οι πρώτες μετά από σχεδόν 25 χρόνια πολιτικής ηγεμονίας του Ρ. Τ. Ερντογάν και του AKP, που το CHP αναδείχθηκε πρώτο κόμμα. Ο Εκρέμ Ιμάμογλου έγινε ο πρώτος πολιτικός ηγέτης που έχει νικήσει στον εμβληματικό για τον πρόεδρο μητροπολιτικό δήμο της Πόλης, και μάλιστα τρεις φορές. Βρίσκεται δε υπό δικαστική ομηρεία ήδη από το 2022.
Για τον πρόεδρο Ερντογάν η βίαιη αποκαθήλωση του Ιμάμογλου είναι μια κίνηση υπολογισμένου ρίσκου. Με δεδομένο ότι θέλει να διεκδικήσει άλλη μία θητεία, το βασικό εμπόδιο δεν είναι η συνταγματική απαγόρευση – αυτή μπορεί να παρακαμφθεί αν αποτύχει να αποσπάσει τη στήριξη του φιλοκουρδικού κόμματος για μια συνταγματική αναθεώρηση – αλλά η άνοδος της αντιπολίτευσης και η καθιέρωση του Ιμάμογλου στα μάτια όλων ως πιθανού νικητή των επόμενων προεδρικών εκλογών.
Αυτή η προοπτική δεν φαίνεται να μπορεί να ανακοπεί, καθώς η οικονομία δεν δείχνει να απαλλάσσεται από δομικά προβλήματα (πληθωρισμός, πρωτοφανής ακρίβεια), με τις υποσχέσεις/προβλέψεις του προέδρου να διαψεύδονται συνεχώς. Σε μια τέτοια κατάσταση, η πολιτική εξόντωση του Ιμάμογλου ήταν σχεδόν μονόδρομος.
Αυτές τις πρώτες ημέρες όλες οι εκτιμήσεις είναι επισφαλείς. Πολλά θα κριθούν από την ικανότητα της αντιπολίτευσης να κινητοποιήσει τον κόσμο της για μεγάλο διάστημα και να προβληματίσει την κυβέρνηση. Κρίσιμο θα αποδειχθεί σε ποιο σημείο η κρατική αντίδραση θα ακολουθήσει γνώριμα, από το παρελθόν, βίαια μοτίβα άσκησης χωρίς όρια καταστολής.
Για την αντιπολίτευση οι επιλογές είναι λίγες. Μία είναι να συνεχίσει μέσα σε ένα κύμα λαϊκής διαμαρτυρίας να στηρίζει τον Εκρέμ Ιμάμογλου, να τον αναδείξει υποψήφιο και να πάει σε εκλογές με μια εικονική υποψηφιότητα και τον δήμαρχο Κωνσταντινούπολης σε ένα κελί. Μια άλλη είναι να αναδείξει έναν άλλο υποψήφιο και να θέσει το ζήτημα Ιμάμογλου ως το κεντρικό πολιτικό διακύβευμα.
Και στις δύο περιπτώσεις η ελπίδα θα είναι ο έκπτωτος και φυλακισμένος δήμαρχος να καταστεί ήρωας και σύμβολο δημοκρατίας. Και στις δύο περιπτώσεις, απέναντι θα είναι το κράτος με όλα τα μέσα και με δεδομένη την αποφασιστικότητα να τα χρησιμοποιήσει.
O κύριος Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Την περίοδο 2012-2020 ήταν επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης.