Οι ειδικοί δεν είναι βέβαιοι εάν πρόκειται περί απλού συνδρόμου ή μιας διαταραχής που είναι οπωσδήποτε πιο σοβαρή. Συμφωνούν πάντως πως υπάρχουν άνθρωποι που εθίζονται στις εκλογές και πως ο εθισμός αυτός είναι τόσο παλιός περίπου όσο και ο δυτικός πολιτισμός. «Στοιχεία του συνδρόμου δεν έχουν εντοπιστεί στον άνθρωπο του Νεάντερταλ και του Κρο Μανιόν. Είναι όμως εμφανή ήδη από την ύστερη Ρωμαϊκή Εποχή, όπως μαρτυρά μεταξύ άλλων η ανταλλαγή μιας σειράς επιστολών ανάμεσα στον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο και τον Πλίνιο τον Νεότερο» σημειώνει στη μελέτη του ένας από αυτούς.

Αν πρόκειται περί αυτού, η καλπολαγνεία είναι παρούσα και στη χώρα όπου κατά μία άποψη γεννήθηκε γενικώς ο πολιτισμός και χωρίς καμία αμφιβολία η δημοκρατία. Μπορεί στην ύστερη Μεταπολίτευση να έχει χάσει την εθιστική δύναμη που χαρακτήριζε την πρώτη της περίοδο, είτε όμως ως πολιτικό αίτημα για «προσφυγή στις κάλπες τώρα» είτε ως μαζική διαδικασία οι εκλογές είναι παρούσες.

Μόνο οι «φίλοι του ΠαΣοΚ» ψήφισαν δύο φορές μέσα σε μία εβδομάδα, αφού είχαν ψηφίσει στις εθνικές εκλογές τον Ιούνιο του 2023, στις δημοτικές εκλογές τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς και στις ευρωεκλογές τον Ιούνιο της επόμενης. Αλλά και για τους εχθρούς του ΣΥΡΙΖΑ, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς χωρίς ίσως να κάνει λάθος πως τα πραγματικά ψυχολογικά αίτια της εμφύλιας διαμάχης συνδέονται με την προσπάθεια της έκπτωτης ηγεσίας να ακυρώσει τις εσωκομματικές εκλογές.

Πολλά θα συγχωρούσαν οι αντίπαλοί του στον Στέφανο Κασσελάκη αλλά όχι αυτό. Κανένας δεν μπορεί να ανεχθεί μια τέτοια στέρηση λίγο πριν φτάσει στην πηγή όπου θα ξεδιψάσει επιτέλους τον εθισμό του. Αντιστρέφοντας εκείνο το νόστιμο δημοσιογραφικό τσιτάτο, στον ΣΥΡΙΖΑ «πρώτα (δια)γράφουν και μετά ζουν».

Είναι όντως έτσι; Η αλήθεια είναι πως η άβυσσος της ψυχής επιτρέπει μόνο υποθέσεις. Ισχύει πολύ περισσότερο στο πεδίο της πολιτικής ψυχολογίας όπου οι έρευνες των ειδικών δημιουργούν ερωτήματα ως προς τη δική τους ψυχολογική συγκρότηση. Σοβαρά τώρα κάθισε κάποιος να ψάξει εάν οι Νεάντερταλ έπασχαν από το «σύνδρομο του εκλογικού εθισμού»;

Η υπόθεση ωστόσο δεν παύει να είναι σοβαρή. Οι εκλογές είναι μια μαζική διαδικασία και το αποτέλεσμά τους μια μαζική επιλογή. Ετσι σοβαρά παρέδωσε ο Γκιστάβ Λε Μπον στην ανθρωπότητα την «Ψυχολογία των μαζών», ενώ αργότερα ο Φρόιντ θα συνέβαλλε με το σύγγραμμα «Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του Εγώ» για να συνδέσει τη μαζική ψυχολογία με εκείνη του ατόμου.

Νωρίτερα απ’ όλους, αλλά και πιο ερασιτεχνικά, ο Τσαρλς Μάκεϊ συνέταξε την πραγματεία «Απίθανες μαζικές ψευδαισθήσεις και η τρέλα των μαζών». Πρόκειται για ένα χρονικό της μαζικής παράνοιας που ξεκινά από το κυνήγι των μαγισσών και τις σταυροφορίες στους Αγίους Τόπους, για να φτάσει έως τις φούσκες του χρηματιστηρίου και τη μαζική λατρεία σε χαρισματικούς απατεώνες. Ο συγγραφέας παρατηρεί στο τέλος ότι «μπορεί να ειπωθεί πως οι άνθρωποι τρελαίνονται ομαδικά, ενώ ανακτούν τα λογικά τους αργά και κατά μόνας».

Τηρουμένων των αναλογιών, τίποτε από αυτά δεν μας είναι άγνωστο στη Μεταπολίτευση. Ούτε οι μαζικές ψευδαισθήσεις, ούτε η μαζική λατρεία, ούτε οι μαζικές σταυροφορίες, ούτε καν το κυνήγι των μαγισσών. Κάθε φορά και σε κάθε της εκδοχή, η μαζική ψευδαίσθηση έδωσε τη θέση της στη μαζική διάψευση.

Από αυτήν την άποψη, οι εκλογές δεν προσφέρονται πια ως αποθετήριο τυφλής ελπίδας. Οι ψηφοφόροι σύρονται στις κάλπες από τους καλπολάγνους για να πάνε «με αυτούς που ξέρουν» σαν να κρύβεται σε οποιαδήποτε άλλη επιλογή ο κίνδυνος ενός απρόβλεπτου πειραματισμού. Μόνο που πηγαίνουν όλο και λιγότεροι και στην άλλη πλευρά της καλπολαγνείας αυτό είναι το πρόβλημα: Η απογοήτευση εκφράζεται πλέον διά της μαζικής αποχής.