Τώρα που η συγκλονιστική πανελλαδική, και όχι μόνο, εκδήλωση διαμαρτυρίας για τα δύο χρόνια από το αδιανόητο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη ανήκει στην Ιστορία, νομίζω πως είναι ευκαιρία να δούμε με πιο καθαρό, όσο το επιτρέπουν οι συνθήκες βέβαια, μάτι τι ήταν αυτό που έβγαλε τόσο πολλούς ανθρώπους στον δρόμο. Κατ’ εμέ, στον μισό αιώνα της Μεταπολίτευσης δύσκολα μπορεί να εντοπίσει κανείς κάτι αντίστοιχο. Αν εξαιρεθούν οι διαδηλώσεις για την τιμωρία των υπευθύνων για την τραγωδία της Κύπρου και το Πολυτεχνείο, τα πρώτα δυο-τρία χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας, προφανώς δεν υπάρχει αντίστοιχο φαινόμενο (ενδεχομένως μόνο οι μεγάλες διαδηλώσεις του 2001 για το Ασφαλιστικό). Ούτε καν οι θηριώδεις προεκλογικές συγκεντρώσεις, ειδικά του ΠαΣοΚ, το 1981 στην Αθήνα και το 1985 στη Θεσσαλονίκη. Και είναι αυτή η διαπίστωση, μια παραδοχή ότι το δυστύχημα στα Τέμπη απέκτησε, εκ των πραγμάτων, χαρακτηριστικά παλλαϊκής διαμαρτυρίας διότι συνέτρεξε μια σειρά από λόγους τους οποίους καλό είναι να τους αναλύσουμε περισσότερο.

Διότι δεν είναι μόνο το αίτημα για «αλήθεια και δικαιοσύνη» σχετικά με το «έγκλημα» της 28ης Φεβρουαρίου 2023. Είναι το γεγονός ότι καθένας από αυτούς που βρέθηκαν στις συγκεντρώσεις θέλησε να εκφράσει με τον τρόπο του, και μέσα από το γενικό αίτημα για την αποκάλυψη της αλήθειας και την απόδοση των ευθυνών για τα Τέμπη, τη δική του αντίθεση στα όσα βιώνει το τελευταίο διάστημα. Σε προσωπικό επίπεδο, αλλά και γενικότερα.

Και είναι αυτό που δεν έχει καταλάβει η κυβέρνηση. Η παρουσία του συνταξιούχου λ.χ. στη συγκέντρωση, όχι στο Σύνταγμα, αλλά δίπλα του, κοντά στο σπίτι του, είχε μεν τον χαρακτήρα της συμπαράστασης στον αγώνα των συγγενών των θυμάτων για την πλήρη διαλεύκανση του δυστυχήματος, αλλά παράλληλα ήταν και μια ευκαιρία να διαδηλώσει τη διαμαρτυρία του στον εμπαιγμό για τη σύνταξή του, που πάρα τις υποσχέσεις που του είχαν δοθεί παραμένει οριακά στο επίπεδο της φτώχειας. Η συμμετοχή της νοικοκυράς είχε μεν τη βάση της στον πόνο που αισθάνεται και μόνο στη σκέψη ότι στο τρένο της μεγάλης σφαγής μπορεί να ήταν και το δικό της παιδί, όμως είναι βέβαιο ότι παράλληλα ήθελε να διαδηλώσει την έντονη αντίδρασή της για την ακρίβεια που αντιμετωπίζει καθημερινά στα ράφια των σουπερμάρκετ. Ο μαθητής ή ο φοιτητής που βρέθηκε εκεί, πέραν του συναισθηματισμού που του προκαλούν το δυστύχημα και η απώλεια τόσων συνομηλίκων του, παράλληλα ήθελε να διαδηλώσει την αγωνία του για το μέλλον των σπουδών του.

Και ούτω καθεξής: ο εργαζόμενος την αντίθεσή του για τις συνθήκες εργασίας και τους χαμηλούς μισθούς, ο νοσηλευτής για την κατάσταση στο ΕΣΥ, ο μικρομεσαίος για την αδυναμία του να χρηματοδοτηθεί από τις τράπεζες, το νεαρό ζευγάρι γιατί δεν μπορεί να βρει σπίτι να στεγάσει τα όνειρά του, ο δανειοδοτηθείς γιατί δεν μπορεί να αποπληρώσει το κόκκινο δάνειό του και του παίρνουν το σπίτι, ο επιστήμονας γιατί καλείται να πληρώσει δυσανάλογα μεγάλους φόρους σε σχέση με τα πραγματικά του εισοδήματα, ο αγρότης γιατί βλέπει να μειώνεται δραματικά το εισόδημά του κ.λπ., κ.λπ.

Με δυο λόγια, την Παρασκευή ο όγκος των διαδηλώσεων που συγκλόνισαν τη χώρα δεν οφειλόταν μόνο στην πανελλήνια πεποίθηση ότι «κάτι» δεν πήγε καλά με τη διερεύνηση των αιτιών και συνακόλουθα των υπευθύνων για αυτές, που είχαν ως αποτέλεσμα να προκληθεί το πολύνεκρο δυστύχημα.

Ηταν, κατά τη γνώμη μου, η διάψευση των προσδοκιών που καλλιεργήθηκαν στην κοινωνία επί έξι χρόνια και δεν επαληθεύτηκαν στην πράξη. Ισως αυτό είναι και το σοβαρότερο πολιτικό πρόβλημα για τον Πρωθυπουργό και την κυβέρνησή του.

Γιατί για το δυστύχημα και τη διερεύνησή του λίγο-πολύ θα βρεθεί η άκρη από τη Δικαιοσύνη. Κάποια στιγμή, σύντομα ή σε μερικούς μήνες, οι υπεύθυνοι, φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί, θα βρεθούν ενώπιον του φυσικού τους δικαστή και θα δικαστούν για όσα έπραξαν ή παρέλειψαν να πράξουν και προέκυψε το οδυνηρό αποτέλεσμα. Ακόμη και οι πολιτικοί που φέρεται ή έχουν ευθύνη για αυτό, και αυτοί θα βρεθούν στο εδώλιο. Η όποια ασυλία τούς παρείχε έως τώρα ο Κυρ. Μητσοτάκης καταργήθηκε από τον όγκο και την ένταση των συγκεντρώσεων της Παρασκευής.

Εκείνο που καλείται να αντιμετωπίσει πλέον ο κ. Μητσοτάκης είναι το πολιτικό πρόβλημα που συνιστά η προσωποποίηση από τον καθένα από όσους βρέθηκαν προχθές στις πλατείες του θυμού, της οργής και της απογοήτευσης για τις πολιτικές της κυβέρνησής του. Και φαντάζομαι καταλαβαίνει και ο ίδιος ότι σε όλο αυτό η απάντηση ως αντίδοτο δεν είναι ούτε ο κατακερματισμός της αντιπολίτευσης ούτε η σταθερότητα και η ασφάλεια που τον έφεραν στην εξουσία. Είναι η ολοκληρωτική στροφή στα κοινωνικά προβλήματα.