Η διαγραφή του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά από τη Νέα Δημοκρατία για λόγους που έχουν να κάνουν σχεδόν αποκλειστικά με τις βαρύτατες αιχμές που άφησε κατά της κυβερνήσεως και του Πρωθυπουργού περί ενδοτικότητας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις επισκίασε μια παράπλευρη σοβαρότατη «παράβαση» του διαγραφέντος. Αναφέρομαι στην «πρόταση» προς τον Πρωθυπουργό να «χρίσει» ως επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον πρώην πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή. Η ελαφρότητα με την οποία διατύπωσε την πρόταση αυτή θεωρώ πως συνιστά βαρύτατο θεσμικό ατόπημα.

Και ίσως αυτό να έπρεπε να προταχθεί ως η αιτία για την οποία ο πρώην πρωθυπουργός οδηγήθηκε στην έξοδο από το κόμμα του οποίου ηγήθηκε επί σειρά ετών και μέσω του οποίου κυβέρνησε τη χώρα επί σχεδόν μία 3ετία.

Για λόγους οι οποίοι έχουν να κάνουν προφανέστατα με τη διαχείριση των εσωκομματικών ισορροπιών στη Νέα Δημοκρατία, προτάχθηκε ως αιτία για τη διαγραφή η διαφοροποίηση του κ. Σαμαρά από τους χειρισμούς της κυβερνήσεως επί των ελληνοτουρκικών. Επιβλήθηκε ίσως από τις διαγραφόμενες εξελίξεις, οι οποίες, αν επιβεβαιωθούν, λογικά θα διαταράξουν τη συνοχή της ΝΔ.

Και όμως. Η θεσμική απρέπεια του κ. Σαμαρά, διττή ως προς το περιεχόμενό της, αντιμετωπίστηκε με ήπιο τρόπο και σχεδόν έμεινε ασχολίαστη και από την υπόλοιπη πολιτική τάξη της χώρας.

Ο κ. Σαμαράς επέδειξε ασέβεια προς το πρόσωπο της Προέδρου της Δημοκρατίας Κ. Σακελλαροπούλου. Σχεδόν έξι μήνες πριν από την ολοκλήρωση της θητείας της, την κατέστησε υπό προθεσμία. Και αυτό μεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο σχολίων παραπολιτικών στηλών των εφημερίδων ή να διακινείται μέσω λογαριασμών στα social media, τα σύγχρονα «καφενεία», όμως σε ουδεμία περίπτωση μπορεί να γίνεται ανεκτό να μετατρέπεται σε αντικείμενο προς συζήτηση ή σχολιασμό από πολιτικούς παράγοντες.

Αυτή είναι η μία εκδοχή της διττής παράβασης στην οποία υπέπεσε ο αποπεμφθείς από τη Νέα Δημοκρατία πρώην πρωθυπουργός.

Η δεύτερη, όχι λιγότερο σημαντική, είναι η εξάλειψη της πιθανότητας να περιλαμβάνεται στις επιλογές του κ. Μητσοτάκη για το προεδρικό αξίωμα ο κ. Καραμανλής. Η συγκρουσιακή μορφή που έλαβε η αμφισβήτηση του κ. Σαμαρά προς την κυβέρνηση και τον ίδιο προφανώς θα λειτουργήσει ανασταλτικά ως προς μια πιθανή υποψηφιότητα του κ. Καραμανλή. Το τελευταίο που θα ήθελε ο κ. Μητσοτάκης θα ήταν να δέχεται την κριτική της αντιπολίτευσης ότι εν τέλει υπέκυψε και υιοθέτησε την πρόταση του κ. Σαμαρά για τον κ. Καραμανλή – στην υποθετική πάντοτε περίπτωση ότι υπήρξε ποτέ ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Μία δευτερεύουσας μορφής επίπτωση της παράδοσης στην πυρά της «υποψηφιότητας» Καραμανλή από τον κ. Σαμαρά είναι ότι ακόμη κι αν ο κ. Μητσοτάκης κατέφευγε σε αυτή, σε μια προσπάθεια να συσπειρώσει τη δεξιά πτέρυγα του κόμματος και την πέραν της Νέας Δημοκρατίας Δεξιά, τώρα, μετά από την παρέμβαση του κ. Σαμαρά, θα δυσκολευτεί ιδιαίτερα για να προχωρήσει.

Και κάτι τελευταίο ως προς αυτό: η άμεση αντίδραση του κ. Καραμανλή ότι δεν υπήρξε προσυνεννόησή του με τον κ. Σαμαρά για τη διατύπωση της «προτάσεως» θέτει εν αμφιβόλω και τα όσα επιμελώς διακινούνται από μηνών ότι μεταξύ των δύο πρώην πρωθυπουργών έχει συγκροτηθεί μια άτυπη συμμαχία για την τρώση του – και την πτώση;! – του νυν Πρωθυπουργού.

Ωστόσο αν όλα αυτά αφορούν τα εσωτερικά του κυβερνώντος κόμματος, το πολιτικό ζήτημα παραμένει: είναι σωστό «βαριά» ονόματα της πολιτικής να ακυρώνουν τον ανώτατο άρχοντα της πολιτείας και να επιδίδονται με την ευκολία και την ανεμελιά παιδιών τα οποία παίζουν την «κολοκυθιά» σε μια ατελεύτητη ονοματολογία αναφορικά με το ποιος θα διαδεχθεί τον υπάρχοντα ένοικο της Ηρώδου Αττικού; Πού είναι ο σεβασμός τον οποίο οφείλουν σε αυτόν; Πώς αποδεικνύεται; Και πώς προστατεύεται ο ανώτερος θεσμός του δημοκρατικού πολιτεύματος;

Ο/η Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν είναι προπονητής ομάδας ποδοσφαίρου ή μπάσκετ να λειτουργεί υπό τη δαμόκλειο σπάθη της αντικατάστασής του εάν τα αποτελέσματα της ομάδας δεν είναι συμβατά με τις επιθυμίες ή τις προσδοκίες του ιδιοκτήτη της. Ο/η Πρόεδρος της Δημοκρατίας αντιπροσωπεύει έναντι όλων, εντός και εκτός Ελλάδας, τη δημοκρατία της χώρας. Και δεν μπορεί, ούτε και πρέπει, να υπονομεύεται από κανέναν ενόσω πληροί τη θέση που κατέχει. Ειδικά δε από πρόσωπα τα οποία σε μια φάση της πολιτικής τους διαδρομής κατείχαν θεσμικό ρόλο…