Η ψήφιση της ρύθμισης για τους παράτυπους μετανάστες που ζουν και εργάζονται από ετών στην Ελλάδα ανήκει πλέον στο παρελθόν, και αν πρέπει να θυμάται κάτι κάποιος από όλη αυτή την ιστορία είναι ίσως ο δυσανάλογα με το θέμα, μεγάλος, πολιτικός θόρυβος που προκλήθηκε στην εθνική μας αντιπροσωπεία.
Για την ακρίβεια, σηκώθηκε τόση σκόνη, που δεν τη δικαιολογεί ούτε η ρύθμιση ούτε αυτό καθαυτό το γεγονός ότι ορισμένοι βουλευτές της ΝΔ είχαν κάποιες επιφυλάξεις για την ψήφιση της ρύθμισης, και ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς ανέλαβε να τις εκφράσει με την αρνητική ψήφο του την περασμένη Τρίτη.
Ο ελιγμός της κυβέρνησης να θέσει θέμα κομματικής πειθαρχίας για τους βουλευτές απέτρεψε μεν να γίνει σοβαρότερο το «τζαρτζάρισμα» στο εσωτερικό της ΝΔ, όμως δεν απέτρεψε τη δημιουργία εντυπώσεων.
Η σοβαρότερη από αυτές τις εντυπώσεις είναι ότι πλην του κ. Σαμαρά, και του άλλοτε «υπασπιστή» του Νικήτα Κακλαμάνη, ο οποίος έχει έμμεσα αλλά σαφέστατα κατηγορήσει τον Πρωθυπουργό για ιδεολογικοπολιτικές παρεκκλίσεις προς το Κέντρο, δημιουργήθηκε η αίσθηση πως υπάρχουν και άλλοι βουλευτές, πέντε ή έξι τον αριθμό, που ταυτίζονται με την άποψη αυτή. Δηλαδή ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν είναι αρκετά νεοδημοκράτης ή αρκετά δεξιός. Και ότι οι επιλογές του δείχνουν περισσότερο να γέρνει προς το μεταρρυθμιστικό Κέντρο παρά προς την άλλη πλευρά.
Το θέμα δεν είναι καινούργιο, κάθε άλλο. Η διχογνωμία περί της πολιτικής του ταυτότητας, και συνακόλουθα περί των πραγματικών του προθέσεων, ακολουθεί τον κ. Μητσοτάκη από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας. Επτά χρόνια τώρα, η μόνιμη συζήτηση μεταξύ των παραδοσιακών ψηφοφόρων (των βουλευτών συμπεριλαμβανομένων) της ΝΔ είναι αν ο Πρωθυπουργός «είναι δικός μας» ή φλερτάρει με το εκσυγχρονιστικό ΠαΣοΚ του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Κι εκείνος μεν με διορατικότητα διέγνωσε έγκαιρα ότι αν δεν πλαγιοκοπούσε το Κέντρο, δεν επρόκειτο να εκθρονίσει τον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Τσίπρα, εκείνοι όμως, για λόγους που δεν είναι απολύτως ευκρινείς, πίστευαν ότι η ΝΔ θα κέρδιζε ούτως ή άλλως τις εκλογές.
Το σημείο καμπής σε αυτή την ιστορία ήταν η συγκρότηση των κυβερνήσεών του. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης χρησιμοποιούσε, όπως και εξακολουθεί να χρησιμοποιεί, πολλά και σημαντικά στελέχη της κεντρώας παράταξης στη συγκρότηση των κυβερνήσεών του, και αυτό έχει βγάλει ψηφοφόρους και βουλευτές από τα ρούχα τους.
Ωστόσο το πολιτικό ερώτημα που προκύπτει τώρα είναι αν αυτό που συνέβη με τη ρύθμιση για τους παράτυπους μετανάστες, αυτή η μίνι ανταρσία που είχε αρχηγό αλλά επισήμως δεν είχε στρατιώτες, μπορεί να επαναληφθεί στο μέλλον με κάποια άλλη αφορμή που θα δώσουν οι «κεντρώες κατευθυντήριες» του Μαξίμου.
Πιστεύω ότι τέτοιου τύπου «ευκαιρίες» θα παρουσιαστούν. Το πολυδιαφημισμένο νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, ας πούμε, αποτελεί την κορυφαία από αυτές τις «ευκαιρίες». Ακουμπάει τον πυρήνα του τρίπτυχου «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» της συντηρητικής παράταξης, και οι κυβερνητικοί βουλευτές θα μετρήσουν πολύ την ψήφο τους, καθώς γνωρίζουν ότι είναι πολύ πιθανό να έχει επιπτώσεις στην επανεκλογή τους.
Εκεί και τότε, θα φανεί αν ό,τι συνέβη με τη ρύθμιση για τους παράτυπους μετανάστες ήταν κάτι ανοργάνωτο, ενδεχομένως και μια τυχαία συνύπαρξη βουλευτών με τις ίδιες πάνω-κάτω απόψεις για ένα θέμα, ή επρόκειτο για μια κυοφορούμενη, εσωκομματική αντιπολίτευση. Που ενδεχομένως «φιλοδοξεί» να καλύψει το κενό από την απουσία πραγματικής αντιπολίτευσης στο πολιτικό μας σύστημα.
Σε κάθε περίπτωση, αντιστοίχως εκεί θα φανούν επίσης και τα αντανακλαστικά του ίδιου του Πρωθυπουργού. Αν παραμένουν υψηλά ή έχασαν σε ταχύτητα αντίδρασης. Οπως και να έχει το πράγμα πάντως, η εποχή της ραθυμίας για το Μέγαρο Μαξίμου διακόπηκε την Τρίτη το μεσημέρι, μάλλον απότομα. Οι καμπάνες που ήχησαν θα φταίνε για αυτό…