Και αν δεν είναι το «κοινό περί δικαίου αίσθημα» που κατεβάζει στους δρόμους εκείνους που διαμαρτύρονται για την εισαγγελική πρόταση στην υπόθεση του Κολωνού; Εάν είναι μια «κοινή λογική» που λέει ότι βιασμός είναι κάθε, μα κάθε σεξουαλική πράξη χωρίς συναίνεση; Υπάρχει νομικός πολιτισμός που εικάζει τη συναίνεση για ένα παιδί; Ή μήπως χρειάζεται η δικαιοσύνη των ενηλίκων ένα MeToo ανηλίκων, με παιδικές φωνές που «σπάνε τη σιωπή τους», για να εξασκηθεί στην ιδέα πως ένα παιδί που αγγίζεται βιάζεται;
Α, ναι, δεν μπορεί να ξέρει κανείς τι ειπώθηκε πίσω από τις κλειστές πόρτες του δικαστηρίου. Και αν η πολιτεία απέδιδε δικαιοσύνη με το «κοινό περί δικαίου αίσθημα», παρασυρμένη από τις πιο οργισμένες εκδοχές του, πιθανότατα θα ίσχυε ακόμη η θανατική ποινή. Δεν ήταν ο «όχλος» που κατάργησε την κρεμάλα, αλλά ένας πολιτισμός που έλεγε πως η αφαίρεση της ζωής θολώνει τα όρια ανάμεσα στην τιμωρία και στην εκδίκηση. Ή πως «εκατό βουρδουλιές» δεν είναι ποινή αλλά βασανιστήριο. Πώς το έλεγε όμως ο Γκορ Βιντάλ της «Χρυσής εποχής»; «Είμαι υπέρ της επαναφοράς του μαστιγώματος, αλλά μόνο μεταξύ συναινούντων ενηλίκων».
Αξίζει να σταθεί κανείς όχι στην ευφυΐα αλλά στην ουσία του αφορισμού. Κανένα σώμα δεν διατίθεται επειδή το θέλει ο άλλος. Μόνο η αυτοδιάθεση μπορεί να διευρύνει τα όρια της ηδονής έως την επικράτεια του πόνου. Ενα «ναι» που πρέπει ακουστεί, έστω και ψιθυριστά ή βραχνά, για να επιτραπεί οποιοδήποτε είδος επαφής. Η συναίνεση δεν νοείται πλέον ούτε ως σιωπηρή. Και αυτό δεν το φωνάζει – τουλάχιστον όχι ακόμη – κανένα κοινό περί δικαίου αίσθημα. Αλλά μια κοινή λογική που κλήθηκε να προστατεύσει από τους θύτες τους όλα εκείνα τα σώματα που βιάζονται υπό την επήρεια του αλκοόλ ή αφοπλισμένα από τις ουσίες.
Η κοινή αντίληψη που ξεριζώθηκε
Πέρασαν πολλές δεκαετίες για να ξεριζωθεί από τη συνείδηση του δικαστή η κοινή αντίληψη πως «τα ήθελε και η άλλη», πως «προκάλεσε». Οσο τυφλή και αν ήταν, η Δικαιοσύνη έβλεπε κάποτε στην κοντή φούστα μια ανοικτή πρόσκληση στην τεστοστερόνη. Ηταν τόσο διάτρητο το μαντίλι στα μάτια της; Οχι, ήταν μια διάτρητη λογική που απενεχοποιούσε τη βία του θύτη ενοχοποιώντας την κίνηση των γλουτών του θύματος.
Ο εισαγγελέας τότε δεν ήταν αποκομμένος από την κοινωνία, δεν ζούσε σε κάποια γυάλα που του στερούσε την επαφή με το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Ηταν απλώς ταυτισμένος με τις πιο συντηρητικές απολήξεις του που δικαιολογούσαν τον βιαστή επειδή θύμωναν με την «πουτάνα». Τι να κάνεις με την έκλυση της τεστοστερόνης, πώς να περιορίσεις μια φύση που εκδηλώνεται με εφόδους της λίμπιντο; Αλλά την έκλυση των ηθών, αυτή, ναι, μπορείς να την τσακίσεις. Μια κατακραυγή εδώ, μια καταδίκη εκεί, ένα κήρυγμα παραπέρα και η μάχη για τα χρηστά ήθη θα κερδηθεί.
Ευτυχώς, όχι. Στον κόσμο των ενηλίκων η μάχη που δίνεται από τις γυναίκες και κερδίζεται είναι έμφυλη. Βήμα-βήμα. Αλλά να που μια εισαγγελέας της έδρας θύμισε με την πρότασή της πως για τον κόσμο των ανηλίκων ο βηματισμός δεν είναι ο ίδιος. Δεν αποδίδεται σε μια 12χρονη η ευθύνη, δεν είπε κανένας πως φταίει εκείνη. Πέφτει όμως στις πλάτες της ένας ενήλικος και ασήκωτος διαμερισμός της ευθύνης. Είναι περισσότερο θύμα βιασμού ή θύμα της μητέρας της;
Στον κόσμο των χρηστών ηθών λέγεται κι αλλιώς: «Μάνα δεν είχε;». Σε αυτό το ερώτημα φαίνεται να απάντησε η εισαγγελέας με την αγόρευσή της. Εδειξε τη μητέρα. Αλίμονο, όμως, περνώντας το δάχτυλο πάνω από βιασμένο σώμα μιας 12χρονης.