Οι τρεις προηγούμενες παρουσίες του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ ήταν σε χρονιές σχεδόν προεκλογικές, ως εκ τούτου υπήρχε η πίεση του πολιτικού κόστους. Αυτά που θα έπρεπε να πει, το σχέδιό του για την οικονομική πολιτική στη χώρα, ήταν υποχρεωτικά «πασπαλισμένα» από κάποιες παροχές. Υπήρχε και η δυνατότητα, καθώς οι δημοσιονομικοί κανόνες στην Ευρώπη παρέμεναν παγωμένοι. Πλέον αυτή η πίεση για παροχές δεν υπάρχει. Προφανώς οι αρνητικές δημοσκοπήσεις δημιουργούν κλίμα για να ανακοινωθεί μια παροχή παραπάνω, αλλά η κατάσταση που επικρατεί στην αντιπολίτευση θολώνει σε μεγάλο βαθμό το πολιτικό σκηνικό.
Ο Πρωθυπουργός οπότε, έχει τη δυνατότητα να ανακοινώσει, με μέτρο υποχρεωτικά λόγω της επανόδου των δημοσιονομικών κανόνων, παρεμβάσεις που να δίνουν απάντηση στο μεγαλύτερο πρόβλημα που ταλανίζει αυτή τη στιγμή η ελληνική κοινωνία, που είναι η αντιμετώπιση του εδραιωμένου υψηλότερου από το κοντινό παρελθόν κόστος ζωής. Αυτό μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση προσπαθούσε να το πετύχει μέσω της συγκράτησης ή και μείωσης των τιμών στην αγορά. Αλλες δεν απέδωσαν τίποτα, άλλες απέδωσαν λίγα, είναι σαφές ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση αυτές να επιστρέψουν εκεί που βρίσκονταν πριν από τρία χρόνια.
Αρα θα πρέπει να βρεθεί η οικονομική πολιτική που θα λύσει το πρόβλημα, από την πλευρά της ενίσχυσης των εισοδημάτων, ώστε να είναι ανεκτό από τους πολίτες το νέο (μόνιμο) υψηλότερο επίπεδο τιμών. Και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Μέχρι σήμερα η κυβέρνηση πίστευε ότι αν αύξανε τον κατώτατο μισθό, αυτόματα θα έσπρωχνε και τα μεγαλύτερα μισθολόγια υψηλότερα. Αυτό δεν έγινε.
Τουλάχιστον όχι στον βαθμό που θα σταματούσε ο πληθωρισμός να ροκανίζει το εισόδημα. Αρα πρέπει να γίνουν πολλά ακόμα. Μέτρα με δημοσιονομική αλλά και διαρθρωτική επίπτωση, όπως η μείωση των εισφορών, δείχνουν ότι είναι σημαντικά, αλλά ενώ ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων δεν αποδίδουν στο μέτωπο ενίσχυσης των αποδοχών των εργαζομένων, στον βαθμό που θα έλυναν το πρόβλημα. Αλλα συμπληρωματικά μέτρα επίσης εισοδηματικού χαρακτήρα, όπως η μείωση του στεγαστικού κόστους, επίσης συμβάλλουν, αλλά ούτε αυτά δεν λύνουν το πρόβλημα.
Πώς λύνεται το πρόβλημα; Με μια δυναμική παρότρυνση εργοδοτών και εργαζομένων να κάτσουν στο τραπέζι και να δουν ξανά οργανωμένα το θέμα των αμοιβών, προχωρώντας σε νέες συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Ο μέσος πολίτης δεν μπορεί να καταλάβει γιατί είναι τόσο εύκολο να βγαίνει αρχές της άνοιξης ο εκάστοτε υπουργός Εργασίας και να ανακοινώνει τον νέο κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα και ο ίδιος να λέει ότι δεν έχει καμία δυνατότητα παρέμβασης – ούτε καν πολιτικής – για τα υπόλοιπα μισθολογικά κλιμάκια, που παραμένουν σε μέσα επίπεδα κοντά σε αυτά της μνημονιακής περιόδου…