Δεν είπε και τίποτα τρομερό ο Χρήστος Ροζάκης, για να δικαιολογείται ο σκανδαλισμός ορισμένων, που ακολούθησε. Ο κ. Ροζάκης, συζητώντας με τον διευθυντή του «Βήματος» στο 8ο συνέδριο του «Κύκλου Ιδεών», περιέγραψε την κατάσταση στο Αιγαίο ως έχει. Είπε τα πράγματα με το όνομά τους, την αλήθεια, όπως την αντιλαμβάνεται οποιοσδήποτε παρατηρεί τα γεγονότα στο πεδίο, ότι δηλαδή η Τουρκία σήμερα έχει λόγο για ένα μεγαλύτερο κομμάτι του Αιγαίου από εκείνο που θεωρητικά της αναλογεί.
Είπε, επίσης, αυτό που προκύπτει λογικά από το προηγούμενο: ότι το επιπλέον που ελέγχει σήμερα η Τουρκία, εμείς το εκχωρήσαμε ή το απεμπολήσαμε. Το είδαμε άλλωστε αυτό, κατά τον πλέον γλαφυρό τρόπο, πέρυσι το καλοκαίρι, με την απόπειρα πόντισης καλωδίου στην Κάσο, όταν τα πολεμικά της Τουρκίας μάς έκαναν… Να το πω κομψά, μας έκαναν να αλλάξουμε γνώμη. Είναι ασυγχώρητο λάθος όμως να λες την αλήθεια δημοσίως, ιδίως εκείνη την αλήθεια που όλοι καταλαβαίνουμε και, γι’ αυτό ακριβώς, την αποφεύγουμε.
Αυτή η πραγματικότητα στο Αιγαίο, όπως την περιέγραψε ο διακεκριμένος νομικός, καθηγητής και δικαστής, είναι το κόστος από τη στρατηγική της ακινησίας, που ακολουθούμε επί δεκαετίες – πλην περιστασιακών εξαιρέσεων, που όμως μάλλον ατύχησαν. Εμείς παγώνουμε τον χρόνο εκεί που μας συμφέρει, δεν υπολογίζουμε όμως ότι ο υπόλοιπος κόσμος δεν σταματά για να περιμένει μαζί μας.
Οσο εμείς μένουμε κρυμμένοι στη φούσκα μας, έξω ο κόσμος συνεχίζει να μεταβάλλεται αδιάκοπα. Ολο και προκύπτουν νέα προβλήματα και νέες ανάγκες, για να τα κατανοήσουμε παράγουμε νέες θεωρίες και για να τα αντιμετωπίσουμε νέους κανόνες και πρακτικές, τα διεθνή δικαστήρια επίσης βγάζουν αποφάσεις οι οποίες δίνουν κατευθύνσεις στην ερμηνεία των διεθνών κανόνων, συγχρόνως μεταβάλλονται και οι γεωπολιτικές ισορροπίες και, έτσι, διαμορφώνεται σιγά-σιγά μια πραγματικότητα, που τελικά προβάλλει θεόρατη μπροστά μας και μας καταπίνει, μαζί με τη φούσκα μας.
Το κόστος του στρουθοκαμηλισμού μας το βλέπουμε και στην περίπτωση του υφυπουργού Ενέργειας Νίκου Τσάφου. Οι ευλαβείς διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους και φρίττουν, επειδή προ ετών, σε συνομιλία με ξένους, αναγνώρισε ότι «κάποια από αυτά που ζητά η Τουρκία έχουν αξία». Και λοιπόν; Και οι δικοί μας επαΐοντες το γνωρίζουν αυτό, το παραδέχονται και το συζητούν, ποτέ όμως δημοσίως. Είναι ταμπού. Του καταλογίζουν επίσης ότι αποκάλεσε τα κατεχόμενα με την ονομασία «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου».
Στο εξωτερικό ζούσε, με το εξωτερικό είχε πάρε-δώσε, εκεί έκανε καριέρα και, είτε αρέσει σε εμάς είτε όχι, έτσι αντιλαμβάνονται το Κυπριακό εκτός της φούσκας του Υπαρκτού Ελληνισμού μετά από μισό αιώνα. Αυτό που εμείς ονομάζουμε «εισβολή και κατοχή», οι άλλοι το βλέπουν ως φυσική τάξη των πραγμάτων, μετά από πενήντα χρόνια, χωρίς επεισόδια ή σοβαρό κίνδυνο ανάφλεξης. Εμείς λέμε ότι η παρουσία τουρκικών στρατευμάτων διακινδυνεύει την ειρήνη στην Κύπρο, οι άλλοι όμως βλέπουν πενήντα χρόνια ειρήνης. Αυτό είναι το κόστος της ακινησίας στο Κυπριακό. Ας το έχουμε υπ’ όψιν αυτό, για να μη μεμψιμοιρούμε μετά, όταν θα φάμε τα μούτρα μας στην πραγματικότητα.
Με την ακινησία γινόμαστε δέσμιοι όρων, οι οποίοι δεν υποστηρίζονται από την πραγματικότητα. Διαβάζουμε, λ.χ., ότι ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας μας θέλει «λύση η οποία θα διασφαλίζει την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία της Ουκρανίας». Ελπίζω ότι εννοούσε της Ουκρανίας μετά την προσάρτηση κάποιων εδαφών της στη Ρωσία, γιατί αν εννοεί την Ουκρανία όπως την ξέραμε, με την Κριμαία της και τα εδάφη ανατολικά του Δνείπερου, τότε βρισκόμαστε εκτός πραγματικότητας. Επόμενο δεν είναι, όμως, να ζητάμε το ανέφικτο για την Ουκρανία, όταν έχουμε στην πλάτη το Κυπριακό;
Τον ίδιο ασφυκτικό περιορισμό των δυνατοτήτων μας στο πεδίο της διπλωματίας, εξαιτίας των δεσμεύσεων που μας επιβάλλει η ακινησία, διαπιστώνουμε και στο θέμα της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας. Σωστά προειδοποιεί ο Ευάγγελος Βενιζέλος ότι, εν όψει της αναπόφευκτης συμμετοχής της Τουρκίας στο εγχείρημα, «είναι ρεαλιστικό η Ελλάδα να ζητήσει εγγυήσεις ασφαλείας (σ.σ.: έναντι της Τουρκίας), θέτοντας το casus belli, τα θέματα του FIR», κ.λπ. Είναι ρεαλιστικό, όμως, να μεταφέρουμε το υπόδειγμα των σχέσεών μας με το ΝΑΤΟ, λόγω ελληνοτουρκικών διαφορών, και στον ευρωπαϊκό μηχανισμό ασφαλείας; Πάλι ο Σίσυφος πιάνει τον βράχο από τη βάση του γκρεμού και σπρώχνει προς τα πάνω…
Το τραγικό στοιχείο της υπόθεσης είναι ότι, όπως ο Σίσυφος, δεν έχουμε άλλη επιλογή από την ακινησία, εφόσον δεν μας αρέσει να φλερτάρουμε με κινδύνους. Τόσες κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως ιδεολογικού προσανατολισμού, αυτή την πολιτική ακολούθησαν και, προφανώς, υπάρχει σοβαρός λόγος γι’ αυτό. Η κοινή γνώμη είναι αυτός ο λόγος, η οποία βρίσκεται μέσα στη φούσκα και δεν έχει ιδέα για την ευρύτερη πραγματικότητα. Δεν κακίζω κανέναν, λοιπόν, ούτε είμαι σε θέση να κάνω υποδείξεις. Υπενθυμίζω μόνο ότι η στάση μας επιφέρει ένα κόστος, που δεν γίνεται να το αποφύγουμε.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΣΜΙΚΗ ΖΩΗ
Διαβάζω ότι η κυρία Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν μας καλεί «να κάνουμε την Ουκρανία ατσάλινο σκαντζόχοιρο». Γιούχου, προσθέτω εγώ, με την άδεια της κυρίας προέδρου, για δύο λόγους, τους οποίους η εμψυχωτική ρητορική της τους κρύβει. Πρώτον, για να φτάσει η ευρωπαϊκή βοήθεια στην Ουκρανία τα επίπεδα της αμερικανικής, θα χρειαστούν τουλάχιστον δύο χρόνια, αν η Ευρώπη ξεκινήσει τώρα να ενοποιεί την παραγωγή των 140 οπλικών συστημάτων της. Δεύτερον, όταν οι Ευρωπαίοι συνειδητοποιήσουμε ότι, για να καλύψουμε τον ρόλο των ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή άμυνα, θα πρέπει να κόψουμε από τις σημερινές δαπάνες (π.χ. αγροτικές επιδοτήσεις), τότε τα ξαναλέμε…