Ο διεθνής μας σκηνοθέτης Γιώργος Λάνθιμος, η συνέχεια του Μ. Κακογιάννη, του Ν. Κούνδουρου και του Θ. Αγγελόπουλου στον 21ο αιώνα, θέλει, λέει, να γυρίσει το remake της κορεάτικης ταινίας τού 2003 «Save the green planet» εμπλουτίζοντάς την με χιούμορ αλλά και εσχατολογικές προεκτάσεις του τύπου «Το τέλος της Δύσης».

Οπως το περιέγραψε προφητικά ο Σπένγκλερ εκατόν τόσα χρόνια πριν προβλέποντας τον επιθανάτιο ρόγχο ενός ολόκληρου κόσμου. «Επιθανάτιος»… δηλαδή καταστροφή, πτώματα και άλλα τέτοια μακάβρια (καθόλου comme il faut για το ΚΑΣ). Πού αλλού λοιπόν θα μπορούσε να τελειώσει συμβολικά αυτός ο κόσμος, σκέφτηκε ο Λάνθιμος, παρά στη συμβολή κοιτίδα του, δηλαδή τον Βράχο της Ακρόπολης, ώστε το αισθητικό να συνομιλήσει με το πολιτικό και τον τρόμο της ιστορίας;

Εδώ όμως αρχίζουν τα δύσκολα, που θα έλεγε κι ο Νίτσε αν δεν τον προλάβαινε ο Ρουβάς. Το χαϊδεμένο και πολυβραβευμένο παιδί του σινεμά, ένας από τους αληθινά διεθνείς, σύγχρονους καλλιτέχνες μας – σαν τον Δ. Παπαϊωάννου ή τον Κ. Βαρώτσο –, σκέφτηκε, κακό το κεφαλιού του, να γυρίσει αυτόν τον Αρμαγεδδώνα στα άγια των αγίων του εθνικού μας φαντασιακού.

Σου λέει, Ελληνας είμαι, διαφήμιση κάνω στον τόπο μου, Οσκαρ διεκδικώ, γιατί να μη ζητήσω την Ακρόπολη που δεν είναι ιδιοκτησία κανενός αλλά ένα διαχρονικό έργο τέχνης, ώστε να πραγματώσω το όραμά μου, όπως ας πούμε το ζήτησε και το πήρε η Τζένιφερ Λόπεζ το 2008 επί υπουργίας Μιχάλη Λιάπη. Ομως… πού πας, ρε Καραμήτρο; Που θα έλεγε ο Μαρξ. Οχι ο Καρλ, ο άλλος, ο Γκράουτσο.

Στο κράτος της κυρίας Μενδώνη, που είναι μία όαση ΠαΣοΚ μέσα στην έρημο της Δεξιάς, εξτρεμισμοί, μοντερνισμοί και ηττοπάθειες δεν επιτρέπονται γιατί είτε επιτίθεται μαινόμενος ο κ. Παπαδόπουλος της Νίκης και αποκαθηλώνει χωρίς καμία συνέπεια τα «βλάσφημα» έργα, είτε παρεμβαίνει το ΚΑΣ και απορρίπτει ομόφωνα το «αλλόκοτο» αίτημα. Προβλέποντας σαν την Πυθία των Δελφών ότι το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα θα είναι ανάξιο του μνημείου. Φως φανάρι! Εξάλλου ολόκληρο το υπουργείο Πολιτισμού είναι σταθερά καχύποπτο εμπρός στη σύγχρονη τέχνη, ταυτιζόμενο με τον γενικότερο συντηρητισμό της κοινωνίας.

Γιατί το ΚΑΣ να αποτελεί εξαίρεση; Εδώ που τα λέμε, άμα δεν ξέρουν τα θέματα της αισθητικής ο πολιτικός μηχανικός κ. Γιώργος Διδασκάλου, πρόεδρος του ΚΑΣ και γ. γραμματέας του ΥΠΠΟ, ή οι λοιποί γεωλόγοι, νομικοί και αρχαιολόγοι της υπηρεσίας, τότε ποιος τα ξέρει; Ο Διονύσης Φωτόπουλος, ο Θόδωρος Τερζόπουλος, ή ο Στάθης Λιβαθινός; Μην είμαστε και πλεονέκτες, που θα έλεγε κι ο Κώστας Χατζηχρήστος. Κάποτε βέβαια λάμπρυναν το ΚΑΣ προσωπικότητες υψηλής παιδείας και ευαισθησίας όπως ο Αγγελος Δεληβορριάς ή ο Χαράλαμπος Μπούρας.

Σήμερα η πλειοψηφία αποτελείται από υφισταμένους τής υπουργού. Είναι δε ενδεικτικό ότι δεν μετέχει ούτε ένας ιστορικός τέχνης – όπως π.χ. ο ομ. καθηγητής Αλκης Χαραλαμπίδης – ή κάποιος καλλιτέχνης – όπως π.χ. ο ακαδημαϊκός Αλέκος Λεβίδης – αφού οι αρχαιολόγοι θεωρούν τον πολιτισμό και τα μνημεία του «ιδιοκτησία» τους. Τέλος, στο απορριπτικό σκεπτικό του το ΚΑΣ ανέφερε ως ανεπίτρεπτη εικόνα τους νεκρούς που προβλέπει το σενάριο της ταινίας, ξεχνώντας όμως ότι ο Βράχος γέμισε από τα πτώματα των γερόντων που τον υπερασπίζονταν με τα περίφημα ξύλινα τείχη τα οποία έκαψαν οι Πέρσες το 480 π.Χ. Σου λέει το Συμβούλιο: Οχι άλλο κάρβουνο!

Προσωπικά πιστεύω πως τα μνημεία μας δεν έχουν να φοβηθούν τίποτε από τις σύγχρονες παρεμβάσεις, ιδιαίτερα όταν αυτές διαθέτουν όραμα. Αντίθετα, όσοι τα αντιμετωπίζουν με φαρισαϊκό φόβο ή τα πλησιάζουν χωρίς το ανάλογο δέος, κινδυνεύουν από αυτοεξευτελισμό. Θυμάμαι πως σε μια συνέντευξή της η κυρία Μενδώνη είχε δηλώσει πως το αγαπημένο της φιλμ είναι «Η Αλίκη στον Ναυτικό», κάτι δηλαδή ασύμβατο με το σύμπαν του ταλαντούχου σκηνοθέτη. Γούστα είναι αυτά. Η συγκεκριμένη ταινία είχε πάντως γυριστεί στην ιστορική Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, στην Πειραϊκή. Ευτυχώς που δεν είχε ερωτηθεί τότε το ΚΑΣ. Ποιος ξέρει τι απόφαση θα έπαιρνε.

ΥΓ.: Ο Ντασέν το 1978 είχε βάλει τη Μελίνα ως Μήδεια-εταίρα στον Παρθενώνα να καταγγέλλει την κάθε δικτατορία. Δίνοντας στο μνημείο την ουσιαστική του πολιτική διάσταση.

Αλλες εποχές, άλλοι άνθρωποι.

Ο κ. Μάνος Στεφανίδης είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ.