Χειρότερη από μια Αστυνομία που δεν μπορεί είναι μια Αστυνομία που δεν θέλει. Και ακόμη χειρότερος είναι ένας συνδυασμός ανικανότητας και απροθυμίας. Ούτε να μπορείς αλλά ούτε και να θέλεις.
Είναι ένας τύπος Αστυνομίας που δεν συναντά σχεδόν ποτέ κανείς στην αστυνομική λογοτεχνία. Εκεί συνήθως «μπάτσοι» και «επιθεωρητές» κάνουν τη δουλειά τους ακόμη και αν πρόκειται για ναυάγια της ζωής που πνίγουν την προσωπική τους δυστυχία σε τόνους αλκοόλ. Ή δεν την κάνουν εάν είναι εντελώς διεφθαρμένοι σαν λαγωνικά που ρουθουνίζουν τις μύτες τους μόνο στην οσμή του βρώμικου χρήματος.
Από αυτή την άποψη, η πραγματική ζωή είναι πιο ευφάνταστη. Στην περίπτωση του κονβόι που διέσχισε ανενόχλητο μια χώρα μέχρι να δολοφονηθεί ένας φίλαθλος ζήσαμε ένα crime story, βασική ιδέα του οποίου αυτός ο αδιανόητος συνδυασμός. Πώς δεν είδε κανένας, μα κανένας, από τον πολιτικό προϊστάμενο της εποχής έως τον τελευταίο τροχαίο της Εθνικής, τους χούλιγκαν να περνούν; Γιατί τόση απροθυμία έστω για μισή εντολή και έναν τυπικό έλεγχο;
Είναι ένα κλασικό δείγμα ελληνικού αστυνομικού μυστηρίου. Αλλά δεν είναι το μόνο. Τα αστυνομικά μυστήρια α λα γκρέκα ξεκινούν από τη λυσσώδη βία που μπορεί να ασκήσει η Αστυνομία σε ένα ανυπεράσπιστο σώμα και φτάνουν έως τις σφαίρες που στο οργανωμένο έγκλημα πέφτουν σαν το χαλάζι.
Ενδιαμέσως, τίποτε και κανένας δεν κινείται μέχρι να δολοφονηθεί μια γυναίκα που έχει καταγγείλει ξανά και ξανά τον κακοποιητή της. Ο αστυνόμος της γειτονιάς ανακαλύπτει το τέρας της διπλανής πόρτας και πέφτει κι αυτός από τα σύννεφα μαζί με την υπόλοιπη γειτονιά – έως τότε τίποτε δεν είδε και τίποτε δεν άκουσε. Και οι «αδιάφθοροι» της ΕΛ.ΑΣ. συμπληρώνουν ολόκληρες σελίδες αναφορών που θάβονται στους φωριαμούς. Διόλου παράξενο. Πόσο να συγκινήσει το crime story μιας ΕΔΕ όπου σε μια υπόθεση διαφθοράς αποδίδονται όλοι πάλλευκοι στην υπηρεσία;
Εντάξει, η πρόσληψη της γενικής εικόνας δεν αντιστοιχίζεται πάντοτε και ακριβώς με την πραγματικότητα. Η Ελληνική Αστυνομία έχει κι αυτή τις επιτυχίες της, πολλές από αυτές τις δειγματίζει με αντιλογοτεχνικά δελτία Τύπου στο Twitter. Περισσότερη σημασία όμως από την πρόσληψη έχει η σύμπτωση. Η τελευταία επιτυχία της σύλληψης προσώπων που εμπλέκονται στις δολοφονίες της Greek mafia συμπίπτει με την αλλαγή φρουράς στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και τις κρίσεις στην ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. Ενας υπουργός που δεν διακρίθηκε ούτε για την ικανότητά του ούτε για την προθυμία του έφυγε και ένας μπαρουτοκαπνισμένος ήρθε. Ξηλώθηκε και η κορυφή της αστυνομικής πυραμίδας για να τοποθετηθούν νέα πρόσωπα στις θέσεις-κλειδιά. Μήπως η επιτυχία δεν είναι και τόσο συμπτωματική;
Εκείνοι που γνωρίζουν καλά το crime story της Κατεχάκη δεν πιστεύουν και πολύ στις συμπτώσεις. Δεν είναι σύμπτωση, λένε, ότι το σύστημα ενεργοποιείται στη φάση των κρίσεων με επιδείξεις ικανότητας και προθυμίας. Οταν φεύγουν εκείνοι που δεν μπορούν και δεν θέλουν, εμφανίζονται – καθόλου μυστηριωδώς – εκείνοι που τιμούν το σήμα όσο και οι «μπάτσοι» που γραπώνουν τους εγκληματίες σε 300 σελίδες.
Η πόλη, τελικά, δεν είναι και εντελώς ανοχύρωτη. Κάποιο τείχος υψώνεται πού και πού, όλο και κάποιος μαφιόζος καταλήγει στο κελί. Αντίθετα όμως από άλλες πόλεις και άλλες Αστυνομίες, η οχύρωσή της εξαρτάται σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό από την πολιτική βούληση. Μάρτυρας η αστυνομική λογοτεχνία, όπου από τις αμερικανικές έως τις γαλλικές και τις σκανδιναβικές εκδοχές της υπουργός δεν εμφανίζεται ούτε ως κομπάρσος.
Μόνο στα μυστήρια α λα γκρέκα εμφανίζεται ως πρωταγωνιστής, με πέντε θητείες σαν τόμους της ίδιας αστυνομικής σειράς και το στάτους του «εθνικού χωροφύλακα». Crime story; Οχι, ένα παιχνίδι με κλέφτες, αστυνόμους και πολιτικούς…