Η πρόσφατη πρόσκληση των πολιτικών κομμάτων στο υπουργείο των Εξωτερικών προκειμένου να ενημερωθούν επί των εξελίξεων στα θέματα εξωτερικής πολιτικής που «τρέχουν», θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια συνήθης διαδικασία, αν δεν υπήρχαν δυο-τρία στοιχεία τα οποία της προσδίδουν χαρακτήρα εξαιρετικά σημαντικό.
Είναι ίσως η πρώτη φορά, τα τελευταία χρόνια, που σημειώνεται μια τόσο έντονη κινητικότητα σε κορυφαία ζητήματα εξωτερικής πολιτικής (Κυπριακό, ελληνοτουρκικές σχέσεις, «Μακεδονικό», σχέσεις με την Αλβανία, πόλεμος στην Ουκρανία). Ζητήματα τα οποία απαιτούν όχι μόνο μια μίνιμουμ συναίνεση από την αντιπολίτευση για τον χειρισμό τους, αλλά κυρίως για να την καταστήσουν ενήμερη των πιθανών εξελίξεων ώστε να μην μπορεί στη συνέχεια να δηλώνει άγνοια και να κατηγορεί την κυβέρνηση ότι ασκεί μυστική διπλωματία.
Η χώρα έχει δοκιμαστεί διαχρονικά και αρκετές φορές από κυβερνητικές πρωτοβουλίες στα εθνικά θέματα, οι οποίες είχαν τα χαρακτηριστικά εν κρυπτώ διπλωματίας, συνήθως με αβέβαιο αποτέλεσμα και αρνητικό πρόσημο. Υπ’ αυτή την έννοια, μόνο θετικά στοιχεία μπορεί να αναγνωρίσει κανείς στην πρόσφατη πρωτοβουλία του υπουργού κ. Γ. Γεραπετρίτη να καλέσει τους αρχηγούς και τους εκπροσώπους των κοινοβουλευτικών κομμάτων, ακόμη και εκείνων που κινούνται εκτός του λεγόμενου «δημοκρατικού τόξου», προκειμένου να τους ενημερώσει επί των εξελίξεων στα εθνικά θέματα.
Η πρωτοβουλία είχε επίσης το χαρακτήρα του αναγκαίου. Ειδικά για το Κυπριακό. Είναι κοινό μυστικό στους διπλωματικούς κύκλους ότι η συζήτηση επί του κορυφαίου εθνικού θέματος, το οποίο καρκινοβατεί επί μισό αιώνα τώρα, ανοίγει ξανά. Και αυτή τη φορά, στο ανώτερο δυνατό επίπεδο, αφού, όπως «ψιθυρίζεται», πρόκειται για πρωτοβουλία που θα εκδηλωθεί το αμέσως επόμενο διάστημα από τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες. Το ευτύχημα δε, είναι ότι η πρωτοβουλία δεν θα εκδηλωθεί στον «αέρα».
Επειδή λ.χ. ο κ. Γκουτέρες όπως και όλοι οι μεγάλοι «παίκτες» στη διεθνή πολιτική σκηνή αναγνωρίζουν ότι είναι πλέον η ώρα να τεθεί επί τάπητος το πρόβλημα και να εξευρεθεί μία λύση η οποία να βρίσκεται κοντά στις επιδιώξεις και των δύο πλευρών, της ελληνικής και της τουρκικής. Οχι. Πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή της Αθήνας και της Αγκυρας, ως αποτέλεσμα των εντατικών διαβουλεύσεων εκπροσώπων των δύο πλευρών, που επιδιώκουν να εξαλείψουν το βασικότερο «αγκάθι» στις σχέσεις τους, πριν προχωρήσουν σε γενικότερες συζητήσεις οι οποίες αφορούν την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών οικονομικής εκμετάλλευσης.
Η Κύπρος, ως εκ της θέσεώς της, αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα για την επίλυση των προβλημάτων της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών για ολόκληρη την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Αθήνα και Αγκυρα φαίνεται πως έχουν καταλήξει ότι πριν από οποιαδήποτε άλλη συζήτηση, αυτό που προέχει είναι η εξεύρεση μιας λύσης για το Κυπριακό, και η διάχυτη εντύπωση που υπάρχει είναι ότι οι συχνές το τελευταίο διάστημα συζητήσεις του έλληνα πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη και του τούρκου προέδρου κ. Ερντογάν εκεί συγκλίνουν. Βεβαίως, δεν είναι η πρώτη φορά που ο ΟΗΕ επιχείρησε να δώσει μια λύση στο πρόβλημα, που συνιστά η κατοχή και διχοτόμηση ενός ελεύθερου κράτους.
Ολες οι προσπάθειες προσέκρουσαν όμως είτε σε ηγεσίες των δύο χωρών που αποδείχθηκαν κατώτερες των περιστάσεων είτε σε μαξιμαλιστικούς στόχους οι οποίοι δεν ήταν δυνατόν να γίνουν αποδεκτοί από τη μια ή την άλλη πλευρά. Το αισιόδοξο είναι, ότι αυτή τη φορά, διαφαίνεται κάτι διαφορετικό, ένα άλλο κλίμα, και στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Στην κατεύθυνση αυτή, δηλαδή της ανάλυσης αυτού του διαφορετικού κλίματος, κινήθηκε και η ενημέρωση των κομμάτων της αντιπολιτεύσεως στις αρχές της εβδομάδος. Το σημαντικό είναι ότι παρά τις επιφυλάξεις που εκφράστηκαν (περισσότερες και πιο έντονες από τα κόμματα που κινούνται στον χώρο της ακραίας δεξιάς) η διαδικασία απέφερε ως αποτέλεσμα τη συγκατάβαση στη συνέχιση των πρωτοβουλιών της κυβέρνησης.
Αν και είναι εντελώς πρόωρο να εκτιμήσει κανείς για πόσο θα συνεχιστεί αυτό, είναι ακριβές ότι όλα θα εξαρτηθούν από το κατά πόσον η πρωτοβουλία του γεν. γραμματέα του ΟΗΕ θα είναι κάτι διαφορετικό από όσα έχουν εκδηλωθεί κατά το παρελθόν από πλευράς του Οργανισμού. Είτε ως «ιδέες» είτε ως σχέδιο λύσης.
Ο κ. Γκουτέρες λέγεται πως έχει δεσμευτεί ότι στο περιθώριο της ετήσιας Συνόδου του ΟΗΕ, τον προσεχή Σεπτέμβριο, θα είναι έτοιμος να συζητήσει επ’ αυτού, τόσο με τον κ. Μητσοτάκη όσο και με τον κ. Ερντογάν. Οι οποίοι θα έχουν και κατ’ ιδίαν συνάντηση, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί. Εν αναμονή, λοιπόν…