Είναι ορισμένες φορές που ακόμη και οι μετρ της πολιτικής επικοινωνίας τα χάνουν. Κάνουν παιδαριώδη λάθη, και δημιουργούν αμφιβολίες για το αν πράγματι έχουν τις ικανότητες και το ταλέντο που τους αναγνώριζαν έως τώρα, εχθροί και φίλοι.
Η επίσκεψη του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη το πρωί της περασμένης Τρίτης σε σουπερμάρκετ στη Λένορμαν, έθεσε εκ των πραγμάτων εν αμφιβόλω αν εξακολουθεί να διαθέτει το αδιαμφισβήτητο έως τώρα ταλέντο του στην πολιτική επικοινωνία. Η εικόνα του μπροστά στις προθήκες του σουπερμάρκετ, προφανώς δεν υπηρέτησε τον σκοπό που τον έστειλε πρωινιάτικα, με το άνοιγμα του καταστήματος, στη Λένορμαν.
Γιατί όχι μόνο οι κάτοικοι της περιοχής, αλλά και όσοι προμηθεύονται τα προς το ζην από τα σουπερμάρκετ, γνωρίζουν από πρώτο χέρι, και προφανώς καλύτερα από τον Πρωθυπουργό ο οποίος είναι ευκαιριακός επισκέπτης, ότι η ακρίβεια δεν αισθάνθηκε απολύτως τίποτε από τα πρόσφατα κυβερνητικά μέτρα.
Βρίσκεται εκεί, καθισμένη αναπαυτικά στα πάνω ράφια του σουπερμάρκετ, του κάθε σουπερμάρκετ της χώρας, και ανθυπομειδιά, αν δεν χλευάζει, τις συνεχείς κυβερνητικές εξαγγελίες περί των μέτρων περιορισμού της.
Το ευτύχημα για τον κ. Μητσοτάκη είναι ότι δεν κατέφυγε πάλι σε τίποτε μεγαλόστομες δεσμεύσεις, στις οποίες συνήθως καταφεύγει ο αρμόδιος υπουργός του, κ. Σκρέκας. Περιορίστηκε απλώς να δηλώσει, με όχι και τόσο σωστά ελληνικά, ότι η μάχη κατά της ακρίβειας είναι «συνεχιζόμενη», και παραδέχθηκε – και αυτό επίσης προς τιμήν του – πως «προφανώς και δεν έχουμε αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ακρίβειας».
Αν παραδεχόταν δε, πως η κυβέρνησή του άργησε πολύ να ανοίξει αυτή τη… «συνεχιζόμενη» μάχη κατά της ακρίβειας, πιθανόν να διεκδικούσε περισσότερα εύσημα αληθοφάνειας των όσων υποστηρίζει. Αλλά πριν από ενάμιση χρόνο, η κυβέρνησή του, δεν προσπαθούσε απλώς να κρύψει το πρόβλημα. Επετίθετο κιόλας κατά όσων το έθεταν. Και ειδικά κατά της αντιπολίτευσης, η οποία φυσικά κατά την κυβέρνηση διόγκωνε το πρόβλημα, για ευνόητους λόγους – διανύαμε ως γνωστόν προεκλογική περίοδο.
Τώρα που έφτασε ο κόμπος στο χτένι, και ο πολίτης αντιμετωπίζει καθημερινά το πρόβλημα σε κάθε του βήμα, είναι μάλλον αργά.
Υπό το βάρος και την πίεση των δημοσκοπήσεων, που καταγράφουν την ακρίβεια ως νούμερο ένα πρόβλημα της κοινωνίας, και εν όψει των ευρωεκλογών του Ιουνίου, η κυβέρνηση εξαναγκάζεται να πάρει σπασμωδικά, και ως εκ τούτου αναποτελεσματικά, μέτρα. Πότε με «καλάθια» (ήδη εξαγγέλθηκε μέχρι και το καλάθι της «Σαρακοστής»!) και πότε με τη διατίμηση βασικών προϊόντων, θεωρεί πως θα λύσει ένα πρόβλημα το οποίο γιγαντώθηκε κάτω από τη μύτη της, και όταν εκείνη το αγνοούσε επιδεικτικά. Ακόμη και τα πρόστιμα που ξεκίνησε να επιβάλλει σε μεγάλες πολυεθνικές, ως αντίμετρα, κι αυτά ψευδεπίγραφα είναι.
Ουδείς γνωρίζει για πόσο διάστημα κερδοσκοπούσαν οι εταιρείες αυτές, ανεξέλεγκτα, σε βάρος του καταναλωτικού κοινού, και επιπλέον τι αποκόμισαν στο διάστημα της κερδοσκοπίας, μέχρι να τους επιβληθεί ένα επικοινωνιακού χαρακτήρα, υποτίθεται υψηλό, πρόστιμο.
Ερωτήματα που μένουν αναπάντητα και δημιουργούν την αίσθηση ότι στην ουσία πρόκειται για ένα χάδι. Για ένα φιλικό «μάλωμα». Μια παρατήρηση. Μια ευγενική προειδοποίηση. Αλλά στο μεταξύ, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, με αποδοχές από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη και με χίλια άλλα οικονομικά προβλήματα εξαιτίας της 10ετούς οικονομικής κρίσης, «ματώνουν» καθημερινά, συμβάλλοντας στα υπερκέρδη τους.
Είναι υπόλογη η κυβέρνηση γι’ αυτή την κατάσταση, και αν δεν κάνει τίποτε ουσιαστικό για την ακρίβεια, είναι γιατί ακόμη δεν έχει ορατά σημάδια ότι η ακρίβεια, συν οι χειρισμοί για το δυστύχημα στα Τέμπη, το αγροτικό και διάφορα άλλα τρέχουσας πολιτικής επικαιρότητας ζητήματα, ενδέχεται να δημιουργήσουν πραγματικά πια τη λεγόμενη «κοινωνική αντιπολίτευση».
Όσο δεν τη βλέπει, δεν υπάρχει η παραμικρή ελπίδα να ασχοληθεί σοβαρά με το πρόβλημα της ακρίβειας.