Παιδεύτηκα μάταια στην αρχή για να αποφασίσω αν ήταν τρομακτικό ή γελοίο αυτό που συνέβη εις βάρος του Πέτρου Τατσόπουλου. Μάταια, το επαναλαμβάνω και το υπογραμμίζω, διότι ήταν και τα δύο. (Δεν θέλω να παρασυρθώ σε άλλες συζητήσεις, αλλά όποιος έχει διαβάσει τις ικετευτικές επιστολές που έστελναν στον Στάλιν όσοι συλλαμβάνονταν την περίοδο του Μεγάλου Τρόμου καταλαβαίνει πως ο τρόμος και το γελοίο συνδέονται άρρηκτα.) Ενας συγγραφέας και δημόσιος διανοούμενος, γνωστός για τις φιλελεύθερες θέσεις (και για τον ευέξαπτο χαρακτήρα του), συλλαμβάνεται με τρόπο ταπεινωτικό, ενώπιον του κοινού μιας δημόσιας εκδήλωσης, και οδηγείται στο τμήμα. Γιατί; Επειδή ένας κακομοίρης, που παλεύει χρόνια να γίνει γνωστός μέσω της trash tv (και δεν τα καταφέρνει), τον μήνυσε επειδή κορόιδεψε το «θαύμα» του Αγίου Εφραίμ, χάρη στο οποίο θεραπεύτηκε ο μηνυτής, κατά δήλωσή του. Είναι τρομακτικό ότι το απολύτως γελοίο μπορεί να συμβαίνει από το κράτος στην Ελλάδα του 2023.

Τον βαθμό της γελοιότητας του περιστατικού προδίδει το απλό γεγονός ότι μιάμιση ώρα μετά την προσαγωγή του Τατσόπουλου στο τμήμα τον άφησαν να γυρίσει στο σπίτι του με εντολή εισαγγελέα. (Μπορώ να φανταστώ τον πανικό στα ανώτερα κλιμάκια όταν θα έγινε γνωστή η υπόθεση, τα τηλεφωνήματα που θα έγιναν και τα απαραίτητα γαλλικά που θα ακούστηκαν.) Ετσι δεν χρειάστηκε να βγάλει τη νύχτα στο τμήμα για να περάσει το πρωί από τον εισαγγελέα. Αν όμως το παράπτωμά του ήταν τόσο σοβαρό, ώστε να δικαιολογείται η αρχική προσαγωγή, τότε γιατί τον άφησαν να φύγει; Αν ο Τατσόπουλος, βάσει της λογικής εκείνων που διέταξαν τη σύλληψη, οδηγείται νυχτιάτικα στην μπουζού επειδή κορόιδεψε «θαύμα» του Αγίου Εφραίμ, τότε, αφού τον αφήνεις ελεύθερο, γιατί να μην κοροϊδέψει και τα θαύματα του Αγίου Παϊσίου; Διαπιστώνουμε, δηλαδή, την πλήρη ασυναρτησία  στις ενέργειες των Αρχών.

Καταλαβαίνω πολύ καλά την αμηχανία του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου σχετικά με το περιστατικό. Ο άνθρωπος εκλήθη να γράψει έκθεση ιδεών μέσα στη νύχτα για το γεγονός. Είναι πολύ δύσκολο, ιδίως όταν είσαι κυβέρνηση, να πρέπει κάπως να δικαιολογήσεις τη βλακεία του κράτους και τον συμπονώ. Αυτό, ωστόσο, δεν είναι λόγος για να λέει ανακρίβειες, και μάλιστα τερατώδεις, όπως η εξής: «Το επίπεδο του πολιτισμού μας και η ιστορική μας παράδοση μας επιβάλλουν να διαλεγόμαστε χωρίς απειλές και ένδικα μέσα». Σοβαρά; Το αντίθετο ακριβώς ισχύει: διαχρονικό χαρακτηριστικό της γλωσσικής κοινότητας που μιλάει ελληνικά είναι η δικομανία. Ας ρωτήσει τον Γιώργο Γεραπετρίτη, που ακόμη θυμάται τους λόγους του Λυσία.

Θα προσέξατε ίσως ότι στην εισαγωγική παράγραφο αναφέρομαι στο επίμαχο «θαύμα» του Αγίου Εφραίμ, που δήθεν θεράπευσε τον μηνυτή, βάζοντας τον όρο σε εισαγωγικά. Το κάνω μετά λόγου γνώσεως, διότι θαύμα ποτέ δεν έγινε. Τουλάχιστον δεν το έκανε ο Αγιος Εφραίμ και, επαναλαμβάνω, ξέρω για τι μιλάω. Εκείνο το βράδυ της σύλληψης, όταν πληροφορήθηκα το γεγονός αναστατώθηκα, έχασα τον ύπνο μου και έμεινα αρκετές ώρες με τις σκέψεις μου. Οταν με τα πολλά (και με ένα Xanax, είναι αλήθεια) κατάφερα να κοιμηθώ, με επισκέφθηκε στον ύπνο μου ο Αγιος Εφραίμ. Πράος, προσηνής και γλυκύτατος, ο γέροντας με καθησύχασε και συζητήσαμε διάφορα θέματα κοινού ενδιαφέροντος – κυρίως, για να είμαι ειλικρινής, δικές μου απορίες για τη ζωή στον ύστερο 14ο αιώνα, π.χ., για το επίπεδο των οδοντιατρικών υπηρεσιών της εποχής, αλλά και κουτσομπολιά για τις σχέσεις του Πατριάρχη Ματθαίου Α΄ με τον Αυτοκράτορα Μανουήλ Παλαιολόγο, μη σας μπλέκω σε αυτά.

Σημασία έχει ότι η προσήνεια και η άφατη καλοσύνη του γέροντα μου επέτρεψαν να τον ρωτήσω ευθέως αν αυτός έκανε το περίφημο «θαύμα» που έσωσε τον μηνυτή του Τατσόπουλου. Μου απάντησε πως όχι! Μου το είπε ο ίδιος, σας διαβεβαιώ, και ήταν κατηγορηματικός. Αυτή είναι λοιπόν η αλήθεια για την υπόθεση και όποιος διανοηθεί να την κοροϊδέψει ας γνωρίζει ότι θα του κάνω μήνυση και θα περάσει τη νύχτα στο τμήμα της Ομόνοιας!

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΥΝ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ;

Τυχαίνει να έχω επισκεφθεί το Μεξικό και μάλιστα πρόσφατα, το περασμένο καλοκαίρι, οπότε μπορώ να σας πω με βεβαιότητα ότι δεν έχει καμία σχέση με το Μεξικό που παρουσιάζεται στις περιπέτειες του «Λούκυ Λουκ» ή στα γουέστερν της δεκαετίας του 1970. Δεν συναντάς τύπους που κοιμούνται καθιστοί στο πεζοδρόμιο και ροχαλίζουν, με τα πόδια ανοιχτά, την πλάτη να στηρίζεται στον τοίχο και το σομπρέρο κατεβασμένο. Δεν είναι τεμπελχανείο το Μεξικό, θέλω να πω και, επίσης, είναι χώρα με τεράστια προβλήματα: καρτέλ ναρκωτικών, εγκληματικότητα, αδύναμο κοινωνικό κράτος κ.λπ. Η δε πανδημία πρόσθεσε περισσότερα, εξαιτίας των κακών χειρισμών της κυβέρνησης. Το παράπονο που άκουγα συχνότερα, για να φέρω ένα παράδειγμα, ήταν ότι τα σχολεία είχαν μείνει κλειστά επί δύο συναπτά χρόνια.

Τα σκέφτομαι αυτά και τα μοιράζομαι μαζί σας, για να καταλάβετε την απορία που με βασανίζει: με τόσα προβλήματα στο Μεξικό, πώς ο πρόεδρός του βρίσκει 90 λεπτά να τα διαθέσει σε μια συνάντηση με τον Γ. Βαρουφάκη; (Σημειώστε, δε, ότι είχε προγραμματισμένες συναντήσεις και με τους υπουργούς Οικονομικών και Εξωτερικών…) Κάτω από τον πρόεδρο και την κυβέρνησή του, εξ όσων γνωρίζω, δεν υπάρχει στο Μεξικό κανένα τρομερής αποτελεσματικότητας κράτος, για να πεις ότι οι πολιτικοί μπορούν να ασχολούνται με τη στρατηγική και τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει το κράτος. Αντιθέτως, η διαφθορά του κρατικού μηχανισμού είναι τέτοια ώστε να γίνεται σίριαλ στο Netflix! Πώς βρίσκουν, λοιπόν, τον ελεύθερο χρόνο για να σαχλαμαρίζουν με τον Βαρουφάκη; Αλλά το ερώτημα αφορά μάλλον τους Μεξικανούς…