Φαίνεται ότι βαδίζουμε ολοταχώς σε έναν ολέθριο και απαράδεκτο εκμαυλισμό της δημόσιας σφαίρας με την κυβερνητική αναγγελία σκανδάλων (πραγματικών ή εικονικών) τα οποία κατ’ ουσία δεν θα δώσουν τη δυνατότητα μιας πραγματικής αντιπαράθεσης μεταξύ των κομμάτων (εν όψει εκλογών).
Και η περίεργη υπόθεση με τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη είναι ενδεικτική από αυτή την άποψη. Τι εννοώ;
Η Αρχή καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες του άρθρου 47 του Ν. 4557/2018 ζήτησε από τις τράπεζες την άρση του τραπεζικού απορρήτου των καταθέσεων του πρώην πρωθυπουργού.
Είχε αυτό το δικαίωμα; Τυπικά το είχε, όπως ορίζει και το άρθρο 49 του ανωτέρω νόμου. Ομως για όσους γνωρίζουν νομικά τίθεται ένα άλλο ουσιαστικό πρόβλημα. Ποιο;
Η άρση του τραπεζικού απορρήτου δεν μπορεί να γίνεται, χωρίς τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτει ο Δικονομικός νομοθέτης και για τις υπόλοιπες «επαχθείς ανακριτικές πράξεις», όπως είναι η ηλεκτρονική παρακολούθηση προσώπων με συστήματα ήχου και εικόνας, η εξέταση DNA κ.λπ. (άρθρα 200 Α και 253 Α του ΚΠΔ).
Με άλλα λόγια, είναι αναγκαίο να υφίστανται εναντίον του προσώπου κατά του οποίου λαμβάνονται αυτά τα επώδυνα μέτρα σοβαρές ενδείξεις ενοχής για την τέλεση ενός αδικήματος!
Και το κρίσιμο ερώτημα είναι το εξής: όταν η παραπάνω «Αρχή» ζήτησε την άρση του τραπεζικού απορρήτου των λογαριασμών του πρώην πρωθυπουργού είχε καταλήξει στο δικονομικό συμπέρασμα ότι υφίστανται εναντίον του σοβαρές ενδείξεις ενοχής για ένα από τα βασικά εγκλήματα του άρθρου 4 του ίδιου νόμου;
Οπως λ.χ. για την τέλεση μιας δωροληψίας μέσω της οποίας γινόταν «το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος»;
Η απάντηση είναι η εξής κατά τη γνώμη μου: Τάσσομαι επιστημονικά υπέρ των διάφανων ποινικών ελέγχων όλων των πολιτικών προσώπων! Ομως το αίτημα για το άνοιγμα των λογαριασμών του πρώην πρωθυπουργού προφανώς δεν έγινε με δικονομικά κριτήρια, αλλά υπό την καθοδήγηση κάποιων κυβερνητικών κύκλων οι οποίοι θέλουν να εκμαυλίσουν τη δημόσια ζωή με μια ανήθικη σκανδαλολογία, ώστε να αποκρύψουν τις ολέθριες επιπτώσεις της οικονομικής τους πολιτικής!
Οπως το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας βιώνει μια άθλια καθημερινότητα που θυμίζει την ατμόσφαιρα των μυθιστορημάτων του Καρόλου Ντίκενς.
Και ο πρωθυπουργός θα πρέπει να κατανοήσει ότι με τέτοιου είδους μεθοδεύσεις αφενός μεν καταλύεται το κράτος Δικαίου και αφετέρου «αποπολιτικοποιείται» επικίνδυνα η δημόσια σφαίρα (γεγονός που οδηγεί στην αύξηση της εκλογικής επιρροής των νεοναζιστικών κομμάτων, όπως η Χρυσή Αυγή)!
Το συμπέρασμα; Είναι σίγουρο ότι μέχρι τις εκλογές θα ζήσουμε συνθήκες έντονης παρακμής ή «στη νύχτα της νύχτας» (όπως έλεγε ο Νίτσε)!
Ο κ. Γρηγόρης Καλφέλης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. kalfelis@law.auth.gr