Κανείς δεν ξέρει αν στις 25 Ιουνίου το ΠαΣοΚ θα πετύχει τον εκπεφρασμένο του στόχο να είναι η επόμενη αξιωματική αντιπολίτευση. Αν ένα πράγμα ξεκαθάρισε αυτή την εβδομάδα όμως, αυτό είναι πως η θέση του ΠαΣοΚ στον δημόσιο διάλογο έχει ήδη αναβαθμιστεί. Ως τις κάλπες η προπορευόμενη Νέα Δημοκρατία έχει επιλέξει για αντίπαλο τη Χαριλάου Τρικούπη και όχι την Κουμουνδούρου.
Την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ περιδινίζεται στον απόηχο μιας συντριπτικής ήττας και επιχειρεί να ανακάμψει βγάζοντας στη βιτρίνα όχι τα πρόσωπα που θα περίμενε κανείς από ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά αντιθέτως φυσιογνωμίες μηδενικού ιδεολογικού βάθους και πολιτικού εκτοπίσματος, Πειραιώς και Χαριλάου Τρικούπη ακονίζουν τα μαχαίρια τους.
Με την Αριστερά σε βαθιά κρίση, είναι η μάχη του Κέντρου που μονοπωλεί το ενδιαφέρον. Αλλωστε ούτε το ΠαΣοΚ μπορεί να ανέβει σημαντικά χωρίς να επαναπατρίσει και κάποιους δικούς του που στις 21 Μαΐου ψήφισαν Μητσοτάκη από τον φόβο μιας δεύτερη φορά Αριστεράς, ούτε όμως από την άλλη η ΝΔ μπορεί να πετύχει την αυτοδυναμία αν επιτρέψει μια επιστροφή του «καλού ΠαΣοΚ», όπως το αποκαλεί ο κ. Μητσοτάκης, στην κομματική του μήτρα.
Χρήσιμο είναι όλο αυτό καθώς αποτελεί και μια ευκαιρία να συγκρουστούν και να κριθούν οι θέσεις των κομμάτων, κάτι που στις προηγούμενες εκλογές δεν συνέβη, γιατί χαθήκαμε στη μετάφραση του θολού αφηγήματος του ΣΥΡΙΖΑ για τις κυβερνήσεις συνεργασίας και την απλή αναλογική.
Στον προεκλογικό δημόσιο διάλογο όμως, πέρα από την ουσία, υπάρχει και η επικοινωνία. Και στην επικοινωνία η ΝΔ διατηρεί ένα προβάδισμα συντριπτικό, πολύ μεγαλύτερο και από το 20% που της έδωσε η κάλπη. Γιατί θέλει μεγάλη ικανότητα και πολύ ισχυρό μηχανισμό προπαγάνδας για να καταφέρεις να περάσεις το μήνυμα ότι αφορολόγητες γονικές παροχές 1,6 εκατ. ευρώ και μερίσματα 100.000 ευρώ αφορούν τη μεσαία τάξη. Αντιθέτως, τα αυτογκόλ που βάζουν πράσινα στελέχη το τελευταίο διάστημα αρχίζουν να θολώνουν επικίνδυνα το μήνυμα της Χαριλάου Τρικούπη. Ας πάρουμε για παράδειγμα την πολυσυζητημένη δήλωση της κυρίας Χρονοπούλου «θα αυξήσουμε τους φόρους που βλέπουμε ότι ουσιαστικά πλήττουν τη μεσαία τάξη». Υπάρχει κανείς που ακούγοντας τη δήλωση δεν κατάλαβε από την εκφορά και τα συμφραζόμενα ότι ήταν σαρδάμ και εννοούσε το ακριβώς αντίθετο; Από τη μια λοιπόν, lapsus linguae όπως αυτό μπορούν να κάνουν σημαντική ζημιά, από την άλλη όμως και το να κάνεις σημαία ένα προφανές σαρδάμ του αντιπάλου σου προδίδει καιροσκοπισμό, δείχνει πως, παρά την πρωτοκαθεδρία σου, δεν σε ενδιαφέρει να δώσεις «τον αγώνα τον καλό».