Διχάζουν οι μαζικές διαμαρτυρίες των φοιτητών και οι καταλήψεις στα αμερικανικά πανεπιστήμια, που αφυπνίζουν την ήσυχη συνείδηση των δυτικών κοινωνιών ενόσω αυτές εξακολουθούν να «υπνοβατούν» σε έναν κόσμο χαοτικής ανασφάλειας και συστηματικής περιφρόνησης προς την ανθρώπινη ζωή. Αντισημιτισμός και ισλαμοφοβία αναμετρώνται με άλλες μανιχαϊστικές προκαταλήψεις και μισαλλόδοξες στάσεις, επιχειρώντας να χωρέσουν τις φοιτητικές αντιδράσεις στις δικές τους φανατικές και βολικές αναλύσεις. Αλλά τι είναι στ’ αλήθεια αυτό το κύμα καταλήψεων στα μεγάλα αμερικανικά πανεπιστήμια; Είναι ένας αναχρονισμός που παραπέμπει στον Μάη του ’68, όπως πολλοί υπαινίσσονται; Είναι ένα ακόμη σύμπτωμα των πολιτιστικών πολέμων που μαίνονται στη σύγχρονη Αμερική;
Αποτελεί αναμφίβολα ειρωνεία της ιστορίας ότι η κατάληψη ως μέσο πολιτικής διαμαρτυρίας εμφανίζεται στα αμερικανικά πανεπιστήμια που προβάλλονται ως πρότυπο για τα ελληνικά – και όχι μόνο – χάρη στις θέσεις τους στις διεθνείς κατατάξεις αλλά και λόγω της ακαδημαϊκής τους εικόνας. Αραγε εκεί οι καταλήψεις των φοιτητών είναι αποδεκτές, ενώ στην Ελλάδα θεωρούνται ότι εκφράζουν κάποιον αριστερίστικο αρχαϊσμό, μια ελληνική ιδιορρυθμία των δημόσιων πανεπιστημίων που δεν έχει θέση στην «πολιτισμένη» Δύση; Γιατί εκεί η πρύτανις που κάλεσε την αστυνομία επικρίνεται ως άτολμη και ανάξια για τη θέση της ενώ στην Ελλάδα θα κατηγορούνταν ακριβώς για τα ίδια αν δεν καλούσε την αστυνομία;
Ας ξεκινήσουμε με τα αυτονόητα. Δεν είναι αποδεκτή και ανεκτή κάθε μορφής κατάληψη πανεπιστημιακών ή άλλων δημόσιων χώρων, όπως δεν είναι και εξαρχής καταδικαστέα οιαδήποτε κατάληψη ως μορφή διαμαρτυρίας. Υπάρχει κατά περίπτωση μια λεπτή κόκκινη γραμμή που ορίζεται από το κατά πόσο μια διαμαρτυρία είναι ειρηνική, τι λόγο διατυπώνει και σε ποιον βαθμό δεν αφαιρεί από άλλους την ελευθερία του λόγου. Η κατάληψη έχει ενταχθεί στο ρεπερτόριο των κοινωνικών κινημάτων και ειδικότερα του φοιτητικού κινήματος εδώ και δεκαετίες.
Στην Ελλάδα καθιερώθηκε με την κατάληψη της Νομικής και του Πολυτεχνείου το 1973, γεγονός που αυτομάτως της προσέδωσε θετικό πρόσημο και την ταύτισε στη συλλογική μνήμη με τον ηρωισμό. Από τη σύνδεση της κατάληψης με τον αντιδικτατορικό αγώνα έχει προκύψει και η αντοχή της στο πλαίσιο των δράσεων διαμαρτυρίας παρά τη συνεχιζόμενη απαξίωσή της ως λειψάνου της Μεταπολίτευσης. Πράγματι, η ιστορική εμπειρία και η ιδιαίτερη ακαδημαϊκή κουλτούρα σε συγκεκριμένες χώρες και πανεπιστημιακά ιδρύματα παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιβίωση της χρήσης συγκεκριμένων μορφών διαμαρτυρίας, εν προκειμένω της κατάληψης. Υπο-κουλτούρες ακτιβισμού επιβιώνουν στα πανεπιστήμια μέσω ποικίλων οργανωτικών δομών, πολιτιστικών δράσεων και της συνεχιζόμενης διαγενεακής διάδρασης ανάμεσα σε διδάσκοντες και φοιτητές. Ερευνητές των κοινωνικών κινημάτων έχουν επισημάνει ότι δράσεις διαμαρτυρίας εμφανίζονται μάλλον σε ελίτ αμερικανικά πανεπιστήμια, γεγονός που το ερμηνεύουν βάσει του κοινωνικού προφίλ των διδασκόντων και των φοιτητών που προσελκύουν, των οικονομικών πόρων, διαθέσιμων προς κινητοποίηση, της σύνδεσης με κυβερνητικές πολιτικές κ.ά.
Σε κάθε περίπτωση, τα πανεπιστήμια από τη στιγμή της ίδρυσής τους στη μεσαιωνική Ευρώπη ανέλαβαν κοινωνικούς και πολιτικούς ρόλους ευρύτερους από εκείνους μιας εκπαιδευτικής βαθμίδας. Το Πανεπιστήμιο δεν είναι μια μεταλυκειακή βαθμίδα που εφοδιάζει τους φοιτητές και τις φοιτήτριες με «δεξιότητες», ένα είδος Ι.Ε.Κ. που δίνει επαγγελματικά δικαιώματα και πιστοποιήσεις γνώσεων. Αυτό που διαφοροποιεί το Πανεπιστήμιο από άλλες μορφές και βαθμίδες εκπαίδευσης είναι η λειτουργία του ως χώρου ελευθερίας της γνώμης, κριτικής σκέψης και διακίνησης ιδεών. Στη λειτουργία του αυτή έγκειται η δυνάμει ανατρεπτική του ισχύς, ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύει για αυταρχικά καθεστώτα, η επαναστατική του ορμή. Στη νεότητα των πανεπιστημίων εναπόκειται εξάλλου η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον, η (ουτοπική;) προσδοκία ότι ο κόσμος μας μπορεί να αποβάλει το αποτρόπαιο, σκοτεινό του πρόσωπο.
Υπό την έννοια αυτή, οι μαζικές διαμαρτυρίες των φοιτητών στα αμερικανικά πανεπιστήμια (πλέον και σε ευρωπαϊκά) αποτελούν ιστορική συνέχεια προηγούμενων ακτιβιστικών δράσεων προσαρμοσμένων στα σύγχρονα συμφραζόμενα και ανταποκρίνονται πλήρως στη φυσιογνωμία και τη λειτουργία του πανεπιστημιακού θεσμού διαχρονικά. Σχόλια καθηγητών ότι είναι υπερήφανοι για τους φοιτητές τους δεν υποκρύπτουν μόνο τη νοσταλγία της δικής τους νεότητας αλλά και την ικανοποίηση ότι αυτή η γενιά που λοιδορείται για α-πολιτίκ στάσεις, καταναλωτισμό και τικ-τοκ κουλτούρα έχει το σθένος και την υπευθυνότητα να υψώσει τη φωνή της και να διεκδικήσει με κριτήρια που υπερβαίνουν την καθημερινότητά της και τα στενά της συμφέροντα.
Η κυρία Χριστίνα Κουλούρη είναι ιστορικός, πρύτανις Παντείου Πανεπιστημίου.