Ο σχεδόν ομόθυμος αποχαιρετισμός του πολιτικού κόσμου στον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, την Πέμπτη το μεσημέρι, μπορεί να θεωρήθηκε ελάχιστη αναγνώριση στο πλούσιο έργο που κληροδότησε στη χώρα, ωστόσο άνοιξε έναν σοβαρό λογαριασμό. Ποιος είναι ο πολιτικός κληρονόμος του; Ποιος μπορεί με αξιώσεις να διεκδικήσει και, αφού κερδίσει, να επωμιστεί το δύσκολο έργο του εκσυγχρονισμού της χώρας; Ο ίδιος, όσο ήταν εν ζωή, δεν δίσταζε να επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία ότι «ο εκσυγχρονισμός δεν έχει ημερομηνία λήξης».
Οτι πρόκειται για «μια διαρκή διεργασία» με βάση «τις αξίες της Δημοκρατίας, της δικαιοσύνης και της διαρκούς διεύρυνσης των δυνατοτήτων του ατόμου». Σημείωνε δε με έμφαση ότι (ο εκσυγχρονισμός) «αποτελεί όρο με περιεχόμενο και πολιτική αξία», και πρόσθετε ότι στην ουσία είναι «το εργαλείο δράσης για την αλλαγή της κοινωνίας όσο υπάρχει παρελθόν που καθορίζει το παρόν και εμποδίζει την προσαρμογή στο μέλλον».
Νομίζω ότι τίποτε άλλο δεν καθόρισε τη σχέση του με την πολιτική, και τη στάση του απέναντι στα δημόσια πράγματα, όσο ο όρος «εκσυγχρονισμός». Ακριβώς διότι ως βαθύς μελετητής των παθογενειών του ελληνικού κράτους αντελήφθη εγκαίρως και, στην πορεία, σε βάθος ότι η χώρα έχει ανάγκη βαθύτατων αλλαγών σε όλο το φάσμα της δημόσιας διοίκησης προκειμένου να μπορέσει να συντονίσει το βήμα της με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ανεξάρτητα από το πόσα πέτυχε αναλογικά με τα όσα σχεδίαζε ή προγραμμάτιζε να υλοποιήσει, η ουσία είναι ότι ο Κώστας Σημίτης άφησε ισχυρό αποτύπωμα στη νεότερη πολιτική ιστορία της χώρας, καταχωρίστηκε ήδη στους ηγέτες που καθόρισαν την πορεία της, και φεύγοντας αφήνει μια πλούσια κληρονομιά με βάση το πολιτικό του πιστεύω για το μέλλον της. Εδώ ακριβώς είναι και η αφετηρία για τους διεκδικητές της κληρονομιάς του.
Οι ομιλίες του Πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κατά τον επικήδειο αποχαιρετισμό του εκλιπόντος, δεν αφήνουν αμφιβολία ότι θα επιχειρήσουν να τη διεκδικήσουν και οι δύο, με την ίδια ένταση και επιμονή. Διότι και για τους δύο, και για διαφορετικούς λόγους, αποτελεί όρο και προϋπόθεση πολιτικής επιβίωσης για τη συνέχεια.
Για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος φαίνεται να χάνει τη μάχη στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, η δεξαμενή του κεντρώου εκσυγχρονιστικού ρεύματος είναι ουσιαστικά η μόνη που μπορεί να του εξασφαλίσει την πρωτοκαθεδρία στο πολιτικό σκηνικό και το επόμενο διάστημα.
Στις προηγούμενες δύο εκλογικές αναμετρήσεις, το 2019 και το 2023, κατάφερε να πείσει αυτό το δύσκολο και εξ αντικειμένου δύσπιστο τμήμα του εκλογικού σώματος ότι οι σοβαρές μεταρρυθμίσεις που επιχειρεί στον δημόσιο τομέα, στην οικονομία, στις υποδομές, κινούνται έξω από τα στενά ιδεολογικά όρια της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς. Οτι αποπνέουν έναν αέρα εκσυγχρονισμού.
Η απόλυτη στήριξη που του παρείχε το «ρεύμα» ήταν η κυριότερη απόδειξη ότι σωστά το είχε προσεγγίσει. Αν και η σχέση κλονίστηκε εν συνεχεία εξαιτίας του σκανδάλου των υποκλοπών και μιας σειράς ζητημάτων που αφορούν το κράτος δικαίου, ο τρόπος που ο κ. Μητσοτάκης χειρίστηκε, και διαχειρίστηκε, τον θάνατο του Κ. Σημίτη, από την αρχή ως το τέλος, έστειλε πολυσήμαντα μηνύματα σε αυτόν τον χώρο – ότι τιμώντας τον μέντορα του εκσυγχρονισμού στην Ελλάδα επί της ουσίας είναι εδώ. Ετοιμος και διατεθειμένος να συνεχίσει το έργο που εκείνος ξεκίνησε.
Για τον Νίκο Ανδρουλάκη τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Η στενή προσωπική του σχέση με τον εκλιπόντα, ο οποίος για όσους γνωρίζουν σε κρίσιμες φάσεις της πορείας του νυν αρχηγού του ΠαΣοΚ έπαιξε καθοριστικά τον ρόλο του συμβούλου, του δίνει το δικαίωμα να πιστεύει ότι η πολιτική παρακαταθήκη του Κώστα Σημίτη ούτε κληρονομείται ούτε και εκχωρείται.
Το ΠαΣοΚ του οποίου υπήρξε ο δεύτερος, μετά τον Ανδρέα, ιστορικός ηγέτης, όπως κατ’ επανάληψιν τονίστηκε, είναι ο αδιαμφισβήτητος αποδέκτης της πολιτικής του κληρονομιάς. Χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις. Το πιστεύει, το δηλώνει, το προωθεί. Το ερώτημα είναι πώς το αποδεικνύει.
Διότι ναι μεν το ΠαΣοΚ, ειδικά μετά το τέλος της εσωκομματικής διαδικασίας για την επανεκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του, δείχνει σαφή σημάδια ανάκαμψης, ωστόσο είναι πασιφανές πως απαιτούνται πολλά ακόμα για να υποστηρίξει κανείς ότι έχει ξεπεράσει τις παθογένειες που το κρατούσαν καθηλωμένο όλο το προηγούμενο διάστημα. Ασφαλώς τα πράγματα ζορίζουν ιδιαίτερα όταν βρίσκεται ενώπιος ενωπίω με το εκσυγχρονιστικό ρεύμα του Κέντρου.
Και πρέπει να το πείσει ότι οι πολιτικές που παράγει κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση, ότι, με δυο λόγια, αποπνέουν και διαπνέονται από έναν αέρα εκσυγχρονισμού, και δεν κινούνται στην πεπατημένη του λαϊκισμού και της αντιπολίτευσης για την αντιπολίτευση.
Αν με ρωτούσατε ποιος εκ των δύο έχει το προβάδισμα στη διεκδίκηση της κληρονομιάς Σημίτη, θα έλεγα ότι και οι δύο βρίσκονται ακόμη στην αφετηρία. Ο αγώνας δρόμου μόλις ξεκίνησε…