Φίλοι, αναγνώστες του Βήματος, μου παρατήρησαν ότι o όρος «θεωριακός ιμπρεσιονισμός», που χρησιμοποιώ ενίοτε στις επιφυλλίδες μου τις αναφερόμενες σε θέματα των λογοτεχνικών σπουδών στο πανεπιστήμιο, χρειάζεται επεξήγηση, γιατί η περιγραφή μου του επιθέτου θεωριακός («με το θεωριακός εννοώ τις κακές χρήσεις της θεωρίας, για τις καλές χρήσεις της χρησιμοποιώ το θεωρητικός») είναι υπερβολικά συνοπτική. Γι’ αυτό, παρότι έχω ήδη αναφερθεί στην έννοιά του, θα προσπαθήσω να επεξηγήσω.
Το γεγονός ότι το επίθετο θεωριακός δεν υπάρχει στα λεξικά της ελληνικής γλώσσας δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να παραχθεί ως νεολογισμός· και μάλιστα όταν σε ορισμένα πεδία των επιστημών του ανθρώπου παρατηρούνται φαινόμενα που απαιτούν ακριβέστερες εννοιολογήσεις. Η θεωρία, ως συστηματοποιημένη μελέτη των συντεταγμένων που συνθέτουν ένα φαινόμενο, είναι το αντίθετο της υποκειμενικής, προσωπικής προσέγγισής του, ο υψηλότερος βαθμός της οποίας στην περιοχή της λογοτεχνικής κριτικής ονομάζεται ιμπρεσιονισμός («η αφήγηση των περιπετειών μιας ψυχής ανάμεσα στα αριστουργήματα», κατά τον προσφυή ορισμό του Ανατόλ Φρανς). Η άκρατη εισβολή, τα τελευταία πενήντα χρόνια, στις λογοτεχνικές σπουδές θεωρητικών άλλων γνωστικών αντικειμένων εις βάρος του κύριου σκοπού τους, ο οποίος είναι η συστηματική μελέτη των συστατικών της λογοτεχνικότητας που αποβλέπει στην αξιολογική εκτίμηση των λογοτεχνικών έργων, έχει οδηγήσει αυτές τις σπουδές σε μια νέα μορφή ιμπρεσιονισμού. Αντί να μιλάμε περισσότερο για τα λογοτεχνικά έργα μιλάμε περισσότερο για τη θεωρία μέσα από την οποία βλέπουμε τα έργα. Το αποτέλεσμα είναι ανάλογο με εκείνο του κριτικού ιμπρεσιονισμού: η αφήγηση των περιπετειών ενός μυαλού ανάμεσα στα αριστουργήματα των θεωριών των εισβολέων.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.