Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε με το σπαθί του μία μεγάλη νίκη που ήρθε ως συνέπεια του ρεαλισμού και της αποτελεσματικότητας που έδειξε κατά τα τέσσερα χρόνια της διακυβέρνησής του. Είναι βέβαιο επίσης ότι οι μεγάλες κρίσεις που χαρακτήρισαν την προηγούμενη τετραετία τού επέτρεψαν να δοκιμαστεί στα δύσκολα με επιτυχία, αλλά συνάμα τον διευκόλυναν καθώς απέφυγε τη φθορά που θα του προκαλούσε μία διακυβέρνηση της καθημερινότητας. Τέλος, η πολιτικά ανύπαρκτη αντιπολίτευση που το μόνο που έκανε ήταν να προσπαθεί να μας πείσει για πράγματα που δεν βλέπαμε, αλλά και η εμπειρία που μας είχε προσφέρει ως κυβέρνηση από το 2015 μέχρι το 2019, του έκαναν τη ζωή ακόμη πιο εύκολη. Με βάση όλες αυτές τις παρατηρήσεις, αναρωτιέμαι αν ο Κ. Μητσοτάκης θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας διακυβέρνησης της καθημερινότητας, μιας διακυβέρνησης η οποία θα απαιτεί λύσεις σε προβλήματα τα οποία επείγουν, αλλά συνάμα μπορούν και να κρυφτούν κάτω από το χαλί. Γιατί αυτά θα τον δικαιώσουν ως πολιτικό. Θα αναφέρω ορισμένα.
Πρώτα απ’ όλα, η δικαιοσύνη. Δεν υπάρχει εχέφρων άνθρωπος που να μην καταλαβαίνει ότι η μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης αποτελεί τον δείκτη που θα μας κάνει να πιστέψουμε ότι η κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις, χωρίς τις οποίες η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να μένει πίσω σε σχέση με εταίρους και ανταγωνιστές. Οι δικαστές και οι δικηγόροι έχουν σχηματίσει ένα μπλοκ εξουσίας το οποίο με τη συμπεριφορά του αποτελεί τον μείζονα ανασχετικό παράγοντα για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα αλλά και για τη δημιουργία ενός αισθήματος δικαίου στη χώρα. Γιατί, κακά τα ψέματα, αυτό το τελευταίο δεν υφίσταται, όσο και αν όλοι δηλώνουν πίστη στη δικαιοσύνη. Θα τολμήσει κανείς να ακουμπήσει αυτό το πεδίο;
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.