Ηιστορική γνώση για να οργανωθεί χρειάζεται σταθμούς. Είναι όμως η πολιτική και η διπλωματική ιστορία που οργανώνονται καλύτερα με τον τρόπο αυτόν. Η μέθοδος της οργάνωσης της ιστορικής γνώσης με την επισήμανση σταθμών μεταφέρεται όμως συχνά και στην κοινωνική ιστορία, στην ιστορία των νοοτροπιών και των ιδεών, άλλοτε πετυχημένα, όταν αυτές συμπλέκονται με πολιτική δράση και ανατρεπτικές εξελίξεις, άλλοτε όχι. Αναζητώντας ένα τέλoς της ουτοπίας το βρίσκει κανείς στην πτώση του Τείχους που σήμανε το τέλος του σοβιετικού σοσιαλισμού και την κρίση της σοσιαλδημοκρατίας. Τότε, το 1989, ανακήρυξε το Τέλος της Ιστoρίας ο Φράνσις Φουκουγιάμα, διαπιστώνοντας την επικράτηση του φιλελεύθερου μοντέλου οργάνωσης. Οι διεργασίες όμως για το τέλος της σοσιαλιστικής ουτοπίας ήταν μακροχρόνιες. Ανάγονται στη μακρά, τριακονταετή εποχή της μεταπολεμικής ανάπτυξης που ενώ είχε ως αφετηρία τη μαζική εκβιομηχάνιση οδήγησε στην οικονομία των υπηρεσιών και στη μετα-βιομηχανική κοινωνία. Οι διαρκώς διευρυνόμενες μεσαίες τάξεις, αν και ανομοιογενείς, έφεραν άλλες αξίες και πολιτισμικές κλίσεις. Οι πειθαρχημένες μάζες των βιομηχανικών εργατών, συμπαγή εκλογικά σώματα και παράλληλες κοινωνίες που τροφοδοτούσαν τα σοσιαλιστικά κόμματα, αποσαθρώνονταν. Τα ενδιαφέροντα των ανθρώπων μετατοπίζονταν σε μετα-υλικές αξίες: Στον πολιτισμό της αυτοπραγμάτωσης μέσω του ελεύθερου χρόνου, σε θέματα νέας πολιτικής, όπως η ισότητα των φύλων και η πολιτική οικολογία. Αρκετοί εξακολουθούσαν να αποβλέπουν σε αναδιανομή εισοδημάτων αλλά μέσω διαδικασιών που εποπτεύονταν ή ελέγχονταν από το πολιτικό σύστημα. Αυτό όμως που είχε σημασία ήταν ότι δεν απέβλεπαν σε μια ουτοπία, σε έναν εκ θεμελίων κοινωνικό μετασχηματισμό που θα προέκυπτε από πολιτική δράση βασισμένη σε μια θεωρία. Αυτή ήταν η κατάσταση στον δυτικό κόσμο από τη δεκαετία του ’50 τουλάχιστον. Σε αυτό το πλαίσιο των μεγάλων «λαϊκών», μη ταξικών, κομμάτων κινήθηκε η σοσιαλδημοκρατία αλλά και το κύμα των σοσιαλιστικών κομμάτων της δεκαετίας του ’70, του γαλλικού, του ισπανικού, του πορτογαλικού αλλά και του ΠαΣοΚ που διακήρυσσαν έναν νέο δρόμο και έναν στόχο για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Ο μετασχηματισμός που υποσχέθηκαν εξελίχθηκε σε μια διαδικασία διαχείρισης της οικονομικής και κοινωνικής μεταβολής προς όφελος ευρύτερων στρωμάτων που παρέμεναν αποκλεισμένα ή είχαν μειωμένη συμμετοχή στο εθνικό εισόδημα και την πολιτική εξουσία. Το αποτέλεσμα δεν ήταν αμελητέο, δεν ήταν όμως πολιτική που απέβλεπε στην επίτευξη ουτοπικού στόχου. Η παγκοσμιοποίηση και η ψηφιακή δικτύωση του πλανήτη ολοκλήρωσαν τη διαδικασία προς όφελος μιας παγκόσμιας αγοράς που πρόσφερε εξατομικευμένα προϊόντα. Η Νέα Σοσιαλδημοκρατία (Νέοι Εργατικοί, Νέο Κέντρο) πρόβαλλαν την υπόσχεση της ανταμοιβής μέσω της προσαρμογής στην παγκοσμιοποίηση.
Εχει άρα οποιοδήποτε νόημα να γίνεται συζήτηση για την ουτοπία στην παρούσα ιστορική φάση; Πιθανώς, και παρά τα φαινόμενα, ναι. Μπορεί να επισημανθεί ότι οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές διαδικασίες που περιγράφονται δεν έχουν αναστραφεί. Πλην όμως, κατά την τελευταία δεκαπενταετία, λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, της πανδημικής κρίσης του 2020, του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και της αναβίωσης της διεθνούς έντασης, έχει συσσωρευθεί υλικό η ισχύς του οποίου δεν έχει ούτε μπορεί ακόμα να εκτιμηθεί. Υπήρξε πρώτα μια διάψευση της θεμελιώδους παραδοχής του φιλελευθερισμού της δεκαετίας του ’80 που αφορά την απεριόριστη ανάπτυξη. Αυτή δεν μπορεί να είναι συνεχής ούτε η αγορά μπορεί να αυτορρυθμιστεί. Η μαζική κρατική παρέμβαση κατά τις πρόσφατες κρίσεις, συχνά στο επίπεδο του έθνους-κράτους, αλλά στα καθ’ ημάς στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, διέσωσε τις οικονομίες και μια στοιχειώδη κοινωνική συνοχή. Μια άλλη παραδοχή που διαψεύστηκε ήταν ότι θα έβγαιναν όλοι κερδισμένοι από την παγκοσμιοποίηση. Συνέβη το αντίθετο: οι μεσαίες τάξεις μειώνονται αριθμητικά. Οι νεώτερες ηλικίες δεν ενσωματώνονται παρά εν μέρει στο οικονομικό και κοινωνικό σύστημα καθώς κλείνουν οι δίοδοι για την κοινωνική άνοδο που πρόσφερε η δημόσια εκπαίδευση. Η έκταση της ανακατανομής των εισοδημάτων από τον παγκόσμιο πληθωρισμό δεν έχει εκτιμηθεί, όπως και οι επιπτώσεις της γήρανσης στο ασφαλιστικό σύστημα. Θα μπορούσε να επισημανθεί ότι λείπει η αυστηρά συγκροτημένη θεωρία για την οικονομία και την κοινωνική αλλαγή, όπως ήταν ο μαρξισμός. Πιθανώς να είναι έτσι, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχει δυναμικό διανοουμένων που μπορεί να παραγάγει νέες ή να ανασύρει παλαιές ιδέες. Οι εξισωτικές ουτοπίες βασίζονταν σε ηθικές σταθμίσεις, αν και αποκήρυσσαν την ηθική, και σε μια μεγάλη δόση πολιτικού βολονταρισμού, ακόμα και όταν διακήρυσσαν ότι ο τελικός στόχος θα επιτυγχανόταν γιατί εντασσόταν στην «επιστημονικά» διαγνωσμένη λογική της ιστορίας. Οι μορφωμένες μεσαίες τάξεις αλληλεπιδρούν με το ευρύτερο κοινωνικό υλικό με απρόβλεπτους τρόπους, οι ουτοπικές ιδέες βρίσκουν συχνά έδαφος σε εποχές μακρόσυρτων αλλαγών.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος