Σε ένα μνημειώδες άρθρο του το 1963 ο γάλλος ιστορικός Ζακ Λε Γκοφ είχε επισημάνει τη διαφορά μεταξύ του χρόνου της Εκκλησίας και του χρόνου των εμπόρων στον Μεσαίωνα. Δεν επρόκειτο για αντικειμενική αντίθεση στη μέτρησή του, αλλά για διακριτή πρόσληψη: ο χρόνος του χριστιανού ήταν ο ευθύγραμμος χρόνος από την Ανάσταση ως τη Δευτέρα Παρουσία, ο χρόνος του εμπόρου εκείνος των συναλλαγών και του εργασιακού ωραρίου. Η παρατήρηση του Λε Γκοφ υποδεικνύει ότι ο ρυθμός του κόσμου δεν είναι κοινός. Ο κοσμικός χρόνος διαφέρει από τον εκκλησιαστικό. Ο επαγγελματικός χρόνος διαφέρει από τον ακαδημαϊκό. Ο ακαδημαϊκός χρόνος διαφέρει από τον πολιτικό.
Η έννοια του χρόνου στην πολιτική, ειδικά, διαθέτει διάφορες παραμέτρους. Υπάρχει, ενδεικτικά, η διάσταση του timing, του προσήκοντος χρόνου για κινήσεις και πρωτοβουλίες∙ της συγκυρίας που άπτεται της σύμπτωσης γεγονότων και περιστάσεων∙ των καθορισμένων περιόδων που έχουν να κάνουν με τις συνόδους των κοινοβουλίων ή τους εκλογικούς κύκλους∙ της μεγέθυνσης ή της σμίκρυνσης του διαστήματος της απήχησης του πολιτικού λόγου εξαιτίας της μετάβασης από τα έντυπα στα ψηφιακά μέσα ενημέρωσης. Οπωσδήποτε, το καίριο ζήτημα είναι αυτό της διάρκειας. Το αξίωμα του πρωθυπουργού των Εργατικών Χάρολντ Γουίλσον που υποστηρίζει ότι «μια εβδομάδα είναι πολύς χρόνος στην πολιτική» ενσαρκώνει την απλούστερη ίσως μορφή του. Επιβεβαιώνεται ως κανόνας, πολύ περισσότερο στην εποχή του εικοσιτετράωρου ειδησεογραφικού κύκλου και των κοινωνικών μέσων, διατηρεί όμως διαχρονικά τις εξαιρέσεις του: η «επιτάχυνση της ιστορίας» όπου καταιγιστικές εξελίξεις ακυρώνουν τη δυνατότητα πολιτικών ελιγμών είναι σαφής σε κάθε επαναστατική συγκυρία από το 1789 ως την «Αραβική Ανοιξη». Η πολιτική πράγματι εξελίσσεται στη «βραχεία διάρκεια» του Φερνάν Μπροντέλ, ωστόσο η «μακρά» και η «μεσαία διάρκεια», ο χρόνος της γεωγραφίας και του κλίματος, του πολιτισμού και της οικονομίας, αποτελούν το υπόβαθρο των καθημερινών εξελίξεων, ενίοτε ορίζοντας το πλαίσιο της δράσης όπως με σαφήνεια δηλώνουν οι εμφανείς συνέπειες της οικονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας και της κλιματικής υπερθέρμανσης. Το δημοκρατικό πολίτευμα προβλέπει μία σειρά χρονικών ορίων, από αυτά του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι και των προθεσμιών που καθορίζουν τη διάρκεια των εντολών σχηματισμού κυβέρνησης σε περίπτωση έλλειψης σαφούς πλειοψηφίας ως εκείνα που σχετίζονται με τη θητεία στα πολιτικά αξιώματα ή την πολιτογράφηση. Κυρίως, προϋποθέτει την απομάκρυνση από την κυριαρχία της στιγμής: η διαβούλευση και η συναίνεση που συνιστούν ακρογωνιαίους λίθους του απαιτούν πράξεις και σχέσεις οι οποίες ταυτίζονται με την παρέλευση ικανού χρονικού διαστήματος. Η δημοκρατία εν τέλει είναι το πολίτευμα της διάρκειας.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος