Η συμφωνία των Πρεσπών δεν είναι έργο του ΣΥΡΙΖΑ. Η λύση του ονοματολογικού δεν υπήρχε ως στόχος, αίτημα ή ρητορική αποστροφή στον λόγο του κόμματος αυτού σε καμιά φάση του καταστροφικού περάσματός του. Η προοπτική συμφωνίας ξεπετάχτηκε από το πουθενά στις αρχές του 2018.
Η συμφωνία απαιτήθηκε και επιβλήθηκε από τον διεθνή παράγοντα, για να αποφευχθεί αποσταθεροποίηση των Βαλκανίων από την όλο και πιο ανεξέλεγκτη συμπεριφορά Ρωσίας και Τουρκίας – σωστότατα από τη δική τους σκοπιά. Σήμερα γνωρίζουμε ότι το πλαίσιό της ήταν δεδομένο από το 2008.
Ο κ. Τσίπρας την αποδέχθηκε ασυζητητί, υπολογίζοντας, πρώτον, ότι έτσι θα αγόραζε την υποστήριξη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ για την κυβέρνησή του – και εδώ δεν έπεσε έξω – και, δεύτερον, ότι θα μπορούσε να την εργαλειοποιήσει για κομματικό όφελος στο εσωτερικό. Εάν η ίδια συμφωνία είχε υπογραφεί από άλλο κόμμα στην κυβέρνηση, είναι βέβαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ξεχυνόταν στους δρόμους κραδαίνοντας κρεμάλες.
Εάν ο κ. Τσίπρας ήθελε πραγματικά τη λύση του ονοματολογικού, θα καλούσε δημόσια όλους τους πολιτικούς αρχηγούς να αναλάβουν μαζί την ευθύνη να στηρίξουν την εθνική θέση της σύνθετης ονομασίας. Και από κοινού θα αναλάμβανε εκστρατεία να εξηγήσει στον λαό τα οφέλη της για τη χώρα.
Ομως η βασική του στόχευση ήταν να πληγεί εκλογικά η ΝΔ με τη δημιουργία ενός νέου υπερεθνικιστικού κομματιδίου – με το οποίο βέβαια δεν θα είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να συνεργαστεί μελλοντικά, όπως δείχνει εξάλλου και η θωπεία της ΧΑ στο δημοψήφισμα, στο θέμα της απλής αναλογικής και στη δολοφονία Φύσσα.
Ταυτόχρονα άφησε ελεύθερο τον Καμμένο να βροντοφωνάζει κατά της συμφωνίας, διότι αυτός (και μόνο αυτός, βεβαίως) έχει το δικαίωμα της διαφωνίας. Οταν όμως ο κ. Μητσοτάκης, σε έναν εύλογο αμυντικό ελιγμό, αντιτάχθηκε και αυτός στη συμφωνία, οι προπαγανδιστικοί οχετοί του καθεστώτος ξεχείλισαν με αλαλαγμούς για την «ακροδεξιά στροφή» της ΝΔ.
Εδώ ας θυμίσουμε ότι κατά της συμφωνίας τάχθηκαν επίσης, ως μη ώφειλαν, το ΚΙΝΑΛ, το ΚΚΕ, τα μορφώματα Λαφαζάνη και Κωνσταντοπούλου και άλλα περιτρίμματα της εξτρεμιστικής Αριστεράς. Σύμφωνα με τη λογική Καρτερού, Καψώχα κ.τ.λ. όλοι αυτοί συγκροτούν ένα ρωμαλέο «φασιστικό μέτωπο». Οι γκεμπελισμοί όμως του Μαξίμου και της ΕΡΤ αδειάζουν τους όρους «ακροδεξιός» και «φασίστας» από κάθε περιεχόμενο, προς μεγάλη χαρά των αληθινών φασιστών της ΧΑ και άλλων χώρων που βλέπουν έτσι τον εαυτό τους να ξεπλένεται από ένα δήθεν πανεθνικό ακροδεξιό κύμα.
Εξακολουθώ να πιστεύω ότι η συμφωνία των Πρεσπών είναι η καλύτερη που θα μπορούσε να επιτύχει η Ελλάδα και διασφαλίζει τα θεμιτά συμφέροντά της. Η «μακεδονική γλώσσα» χαρακτηρίζεται ως νοτιοσλαβική και «μακεδονική» η εθνότητα που κατοικεί στη Β. Μακεδονία, έχει συνεπώς μια γεωγραφική αναφορά. Να εύχεται ο κ. Μητσοτάκης να τη βρει ως πρωθυπουργός ήδη ψηφισμένη.
Επαναλαμβάνω ότι η συμφωνία για το ονοματολογικό δεν είναι επίτευγμα του κ. Κοτζιά. Γνήσιο «επίτευγμα» του κ. Κοτζιά είναι ο πρόσφατος τορπιλισμός της λύσης του Κυπριακού, που αποκλείει τέτοια προοπτική για τις επόμενες πλέον δεκαετίες. Αυτό θέτει σε κίνδυνο τη φυσική ύπαρξη της ελληνοκυπριακής κοινότητας και του κυπριακού κράτους, με δεδομένες την εκρηκτική αύξηση του πληθυσμού στα Κατεχόμενα λόγω του ανεξέλεγκτου εποικισμού και την επιθετικότητα της ερδογανικής Τουρκίας. Η καταστροφική αυτή πολιτική (με τη συνέργεια δυστυχώς του προέδρου Αναστασιάδη στην τελική φάση) ήταν εφαρμογή των ιδεολογικών θέσεων του κ. Κοτζιά από τότε που αποκήρυξε τον ευεργέτη του Γιώργο Παπανδρέου και ταυτίστηκε με τον εθνικιστικό και αντιευρωπαϊκό πρωτογονισμό του Σερ Μαρκεζίνη και του Φ. Κρανιδιώτη (η Ελλάδα «αποικία χρέους» και άλλα επικολυρικά φληναφήματα). Σήμερα υποδύεται τον εξ απορρήτων της Αμερικής του Τραμπ.
Η συμβολή του στο Μακεδονικό είναι και αυτή εξίσου βλαπτική. Για να μειώσει την εκλογική φθορά για τον ΣΥΡΙΖΑ από τη συμφωνία στη Βόρεια Ελλάδα, δρομολόγησε την εγκληματικά ανεύθυνη ρήξη με τη Ρωσία. Διότι βεβαίως είναι γελοίος ο ισχυρισμός ότι ήταν ο χρηματισμός από πεντέξι ρώσους πράκτορες που προκάλεσε τα συλλαλητήρια, λες και ο άσκεφτος και αυτοκαταστροφικός εθνικισμός που έχει καλλιεργηθεί από τα κόμματα και την Εκκλησία χρόνια τώρα δεν ήταν αρκετός γι’ αυτό. Με εκπληκτική κουφόνοια περνάμε από τις γονυκλισίες στον Πούτιν στα αναθέματα κατά της Ρωσίας, τη στιγμή που τσάρος και σουλτάνος πάνε χέρι-χέρι.
Αυτά ως προς τις Πρέσπες
Αν ιεραρχούσαμε όμως την κρισιμότητα των προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα, η εκκρεμότητα με το όνομα της όμορης και φίλης χώρας είναι το τελευταίο ανάμεσα στα τελευταία. Ζήσαμε χωρίς λύση τρεις δεκαετίες, και κάλλιστα μπορούμε να ζήσουμε άλλες τρεις. Το ΝΑΤΟ και η ΕΕ θα βρουν τρόπο να την εντάξουν. Και αν μου πείτε ότι με τον τρόπο αυτόν θα οικειοποιηθούν το όνομα Μακεδονία, αυτό έχει ήδη συμβεί από το 1992. Και ο λόγος γι’ αυτό είναι ο ελληνοχριστιανικός παροξυσμός που μόλυνε την κοινή γνώμη με υπαιτιότητα της συμπαιγνίας Χριστοδούλου, Α. Παπανδρέου και Α. Σαμαρά, που πέταξε τη χώρα εκτός ευρωπαϊκού πολιτιστικού κεκτημένου και την κατάντησε ανυπόληπτο παρία.
Σήμερα η χώρα βρίσκεται σε αποσύνθεση. Στην οικονομία πολιτική του καθεστώτος είναι η κατασπατάληση του αποθέματος (από τη στραγγαλιστική φορολόγηση και τη στάση πληρωμών του κράτους) για την εξαγορά εκλογικής πελατείας, πράγμα που οδηγεί με βεβαιότητα σε νέα χρεοκοπία. Τα πανεπιστήμια, αλλά και ολόκληρος ο δημόσιος χώρος, έχουν επισήμως παραδοθεί στη βία του κάθε μανιακού. Μια ξεδιάντροπη εμφυλιοπολεμική προπαγάνδα εκπέμπεται από τα δημόσια μέσα που όλοι πληρώνουμε, και ο αντικυβερνητικός Τύπος βρίσκεται υπό απειλή. Η κυβερνητική φράξια στη Δικαιοσύνη υπηρετεί ανοιχτά τους στόχους του καθεστώτος, με τελευταίο δείγμα την προσπάθεια να βραχυκυκλωθεί η απόδοση ποινικών ευθυνών για το έγκλημα στο Μάτι.
Ο,τι και να πιστεύει κανείς για τη συμφωνία των Πρεσπών, προέχει με απόλυτο και επείγοντα τρόπο η διά των εκλογών αποπομπή του ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία.
Ο κ. Περικλής Σ. Βαλλιάνος είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ.