Το διεθνές σύστημα και ο παράγοντας του απρόβλεπτου
Η πρόσληψη του διεθνούς περιβάλλοντος ως πολυπολικού δεν είναι νέα. Ελκει την καταγωγή της ήδη από τη δεκαετία του 2000, όταν οι αρχικές εκτιμήσεις για τον μεταψυχροπολεμικό κόσμο ως πεδίο δράσης μιας και μόνο υπερδύναμης φάνηκαν να ακυρώνονται από την ασύμμετρη απειλή της ισλαμικής τρομοκρατίας.
Με την άνοδο της Κίνας και των BRICS, τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και τη διατήρηση της Ρωσίας ως πυρηνικής δύναμης διαφαινόταν ήδη ότι η αρχιτεκτονική της παγκόσμιας τάξης αποκτούσε περισσότερους πυλώνες από όσους υπολογιζόταν στο πρόσφατο παρελθόν. Διαφαίνονταν επίσης και αποκλίσεις συμφερόντων οι οποίες έγιναν πολύ πιο σαφείς στην εποχή της οικονομικής, πολιτικής, γεωπολιτικής και υγειονομικής κρίσης που ακολούθησε.
Το αποτέλεσμα ήταν οι εμπορικοί και τεχνολογικοί πόλεμοι μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η απροθυμία συνεργασίας σε όλο το εύρος των ανοικτών ζητημάτων από τον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας ως την ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή. Ενα τέτοιο διεθνές σκηνικό, όπου ο παράγοντας του απρόβλεπτου απειλεί να εκτροχιάσει κάθε πρόγραμμα, μπορεί να επηρεάσει καθοριστικά εσωτερικές εξελίξεις: για παράδειγμα, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η απώλεια του ρωσικού αερίου, το φάσμα των εξοπλιστικών δαπανών μετέβαλαν προφανώς σε μεγάλο βαθμό την προοπτική της τρικομματικής γερμανικής κυβέρνησης του Ολαφ Σολτς και συνέβαλαν στην αποδυνάμωση και την πτώση της.
Ωστόσο, η ίδια η «πολυπολικότητα» του σημερινού κόσμου παραμενει ασαφής. Με εξαίρεση την Ινδία οι αναδυόμενες οικονομίες των αρχών του αιώνα δεν μοιάζουν σήμερα να συντηρούν τη δυναμική τους. Πέρα από την πυρηνική ισχύ, τις στρατιωτικές της δυνατότητες και το περίσσευμα υδρογονανθράκων, η Ρωσία δεν βρίσκεται στο ίδιο ύψος με τις παγκόσμιες δυνάμεις. Η Ευρωπαϊκή Ενωση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ποικίλες δομικές προκλήσεις. Θα ήταν θεμιτό να ισχυριστεί κανείς ότι μια σειρά δορυφορικών στην πράξη κρατών καλύπτουν τον ουσιαστικό ανταγωνισμό δύο υπερδυνάμεων.
Δεν υπάρχουν πολλοί πόλοι παρόμοιου μεγέθους, αλλά ένας διπολισμός μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Οταν οι μικρότεροι δρώντες στο περιθώριο, όμως, έχουν έναν βαθμό ανεξαρτησίας διαφορετικό από εκείνον της ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης ΗΠΑ και Σοβιετικής Ενωσης η κακοφωνία είναι δεδομένη. Φαινομενικά ή ουσιαστικά πολυπολικός, ο κόσμος του 2025 δεν αναμένεται πιο εύτακτος από εκείνον του 2024.
Συστημικές μεταβολές, στρατηγική αστάθεια
Του Αθανάσιου Πλατιά
Αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι το διεθνές σύστημα έχει γίνει πολυπολικό. Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζονται οι ηγέτες της Κίνας, Ρωσίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Ινδίας και Βραζιλίας. Το ίδιο ισχυρίζονται διάσημοι πανεπιστημιακοί και γνωστοί δημοσιογράφοι. Το ίδιο πρεσβεύουν σοβαροί επενδυτικοί οργανισμοί που συμβουλεύουν τους πελάτες τους «πώς να πορευθούν σε ένα πολυπολικό κόσμο». Ολοι αυτοί είτε κάνουν λάθος είτε υπηρετούν με τη ρητορική τους πολιτικές σκοπιμότητες.
Η συζήτηση για τη μετάβαση από έναν μονοπολικό κόσμο όπου κυριαρχούσαν οι ΗΠΑ σε έναν πολυπολικό κόσμο άρχισε με την οικονομική κρίση στις ΗΠΑ το 2008 και κορυφώθηκε τα τελευταία χρόνια. Το κυρίαρχο αφήγημα είναι ότι η ηγεμονία των ΗΠΑ έχει παρέλθει οριστικά. Η μετατόπιση του οικονομικού βάρους του πλανήτη από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό Ωκεανό ερμηνεύτηκε ως μετάβαση σε έναν πολυπολικό κόσμο.
Το τέλος όμως της ηγεμονίας των ΗΠΑ (1991-2016) δεν οδήγησε σε έναν πολυπολικό κόσμο, αλλά σε έναν διπολικό. Τα αίτια της συστημικής μεταβολής βρίσκονται στην κατακόρυφη άνοδο της ισχύος της Κίνας που έκλεισε το χάσμα που τη χώριζε από τις ΗΠΑ. Σε οικονομικό επίπεδο η Κίνα έχει πλέον φθάσει το 75% του ΑΕΠ των ΗΠΑ. Αν μάλιστα υπολογίσουμε την οικονομική ισχύ με βάση τον δείκτη αγοραστικής δύναμης (PPP), η Κίνα έχει ήδη ξεπεράσει τις ΗΠΑ κατά 20%. Οι ΗΠΑ βέβαια διατηρούν την πρωτοκαθεδρία στο διεθνές σύστημα, αλλά έχουν για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο παγκόσμιο ανταγωνιστή.
Η πολικότητα έχει να κάνει με τον αριθμό των Μεγάλων Δυνάμεων στο διεθνές σύστημα. Για να θεωρηθεί ένα σύστημα πολυπολικό πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον τρεις Μεγάλες Δυνάμεις. Σήμερα υπάρχουν μόνο δύο τέτοιες δυνάμεις, οι ΗΠΑ και η Κίνα, που ησυνολικήισχύς τους (οικονομική, δημογραφική, στρατιωτική, τεχνολογική, διπλωματική) ξεχωρίζει κατά πολύ από τις υπόλοιπες.
Καμία τρίτη δύναμη δεν φαίνεται να έχει τις προϋποθέσεις να πλησιάσει τους δύο αυτούς κολοσσούς τις επόμενες δεκαετίες. Οι ΗΠΑ και η Κίνα ελέγχουν μαζί το 44% του παγκόσμιου πλούτου και το 55% των παγκόσμιων αμυντικών δαπανών. Η οικονομία της Κίνας είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερη από την οικονομία των ισχυρότερων ανταγωνιστών της, Γερμανίας και Ιαπωνίας.
Η Κίνα ξοδεύει για την άμυνά της τέσσερις φορές περισσότερο από ό,τι ξοδεύει ο άμεσος ανταγωνιστής της, η Ινδία, και έχει την υπολανθάνουσα ισχύ να ξοδέψει πολύ περισσότερα, εάν αυτό χρειαστεί. Τέλος, οι δύο αυτοί κολοσσοί ηγούνται γεωπολιτικών συνασπισμών, οι ΗΠΑ μιας θαλάσσιας συμμαχίας (Ευρωπαϊκή Ενωση, Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Αυστραλία), ενώ η Κίνα ενός ηπειρωτικού ευρασιατικού συνασπισμού (Ρωσία, Ιράν, Βόρεια Κορέα).
Ανταγωνιστές των δύο αυτών κολοσσών δεν φαίνονται στον ορίζοντα. Η ΕΕ δεν μπορεί να θεωρηθεί ως τρίτος πόλος, γιατί τα κράτη που τη συγκροτούν έχουν αντικρουόμενα γεωπολιτικά συμφέροντα, ενώ η άμυνά της εξαρτάται από τις ΗΠΑ. Ούτε η Ρωσία μπορεί να θεωρηθεί πόλος, παρότι κατέχει το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον πλανήτη, γιατί βρίσκεται σε παρατεταμένη δημογραφική, οικονομική και τεχνολογική παρακμή.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία μάλιστα έδειξε την αδυναμία του στρατιωτικού της μηχανισμού. Η Ινδία θα μπορούσε να καταστεί πόλος με πλανητική επιρροή το δεύτερο μισό του τρέχοντος αιώνα, αν πετύχει ρυθμούς ανάπτυξης αντίστοιχους με αυτούς της Κίνας την τελευταία τεσσαρακονταετία.
Γιατί λοιπόν τόσο πολλοί φαντασιώνονται έναν πολυπολικό κόσμο; Ορισμένοι καλοκάγαθοι πιστεύουν ότι ένας πολυπολικός κόσμος θα είναι πιο δίκαιος και πιο ειρηνικός. Αλλοι φρονούν ότι θα καταστεί πιο εύκολη η διεθνής συνεργασία (πολυμερισμός). Αλλοι πάλι, όπως ο γάλλος πρόεδρος και ορισμένοι επίτροποι στις Βρυξέλλες, φαντάζονται ότι ηγούνται ενός ισχυρού ευρωπαϊκού πόλου που μπορεί να ανταγωνιστεί ΗΠΑ και Κίνα.
Οι ηγέτες της Κίνας και της Ρωσίας χρησιμοποιούν τη ρητορική τους έξυπνα: κολακεύουν όσους ηγέτες χωρών του παγκόσμιου Νότου (Ινδία, Βραζιλία, Ινδονησία) θέλουν να προσεταιριστούν ανακηρύσσοντας τις χώρες τους ως πόλους ενός πολυπολικού κόσμου. Τέλος, πολλοί αρνούνται να ομολογήσουν τη δυσάρεστη αλήθεια ότι το διεθνές σύστημα είναι διπολικό και ότι έχει ήδη ξεκινήσει ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος, το ίδιο επικίνδυνος με τον προηγούμενο. Ο νέος Ψυχρός Πόλεμος δεν έχει ως επίκεντρο την Ευρώπη αλλά τη Νοτιοανατολική Ασία.
Τι πρακτική σημασία έχει εάν το διεθνές σύστημα είναι μονοπολικό, διπολικό ή πολυπολικό;
Η δομή του διεθνούς συστήματος επηρεάζει τη συμπεριφορά των κρατών, όπως η δομή της αγοράς (μονοπωλιακή ή ολιγοπωλιακή) επηρεάζει τη συμπεριφορά των εταιρειών. Το κρίσιμο ερώτημα πλέον είναι αν η άνοδος της Κίνας θα συντελεστεί ειρηνικά και τι ένταση θα πάρει ο ψυχροπολεμικός ανταγωνισμός ΗΠΑ – Κίνας. Αν το παρελθόν είναι οδηγός, οι συστημικές μεταβολές συνοδεύονται από παρατεταμένη στρατηγική αστάθεια.
Ο κ. Αθανάσιος Πλατιάς είναι ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και πρόεδρος στο Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων.
Από τις ταυτότητες στην τεχνητή νοημοσύνη
Του Γιώργου Λ. Ευαγγελόπουλου
Εισερχόμενοι στο 2025, αφήσαμε πίσω μας τον «γέρο χρόνο» που έφυγε, πλην όμως «πήραμε» μαζί μας τον διαρκώς εξελισσόμενο – προς ορισμένες ήδη ορατές και άλλες προς το παρόν αόρατες και απρόβλεπτες κατευθύνσεις – κόσμο που μας περιβάλλει.
Πολλά έχουν γραφεί για τα χαρακτηριστικά της σημερινής παγκόσμιας πολιτικής σκηνής από ειδικούς διαφόρων επιστημονικών κλάδων, πολιτικούς σχολιαστές, ενίοτε και από φιλοσόφους (π.χ., από τον Γούργκεν Χάμπερμας για το μέλλον της διαβουλευτικής δημοκρατίας και της ΕΕ). Στο παρόν σημείωμα θα εκθέσω κάποιες σκέψεις για δύο μόνον θέματα, το ζήτημα της πολιτικής των ταυτοτήτων και το θέμα της τεχνητής νοημοσύνης.
Πρώτον, ο Φράνσις Φουκουγιάμα με το βιβλίο του Ταυτότητα, αλλά και άλλοι στοχαστές (όπως, π.χ., ο Μαρκ Λίλα) που ασχολήθηκαν με το ίδιο θέμα, δικαιώνονται ως προς το ότι το ζήτημα της πολιτικής των ταυτοτήτων αποδεικνύεται καθοριστικός παράγοντας για τη διαμόρφωση τόσο της εσωτερικής πολιτικής (π.χ., η επανεκλογή του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ στηρίχθηκε σε μια ρητορική απόρριψης της Woke Agenda και συλλογικής πολιτικής έκφρασης των λευκών Αμερικανών, ανεξαρτήτως ταξικών και λοιπών κοινωνικών χαρακτηριστικών τους) όσο και σημαντικών γεγονότων στη διεθνή σκηνή.
Για παράδειγμα, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι σε μεγάλο βαθμό πόλεμος για την ταυτότητα της Ουκρανίας στον σύγχρονο κόσμο αλλά – όσο και να φαίνεται παράδοξο – και της ίδιας της Ρωσίας, στον βαθμό που η έκβαση του πολέμου θα έχει ως συνέπεια την αναγνώρισή της από τις μεγάλες δυνάμεις του διεθνούς συστήματος, ως «ισότιμης» μεγάλης δύναμης ή όχι πλέον. Ανάλογα προβλήματα αναγνώρισης εθνοτικών και άλλων συλλογικών ταυτοτήτων, που ίσως αποδειχθούν κρίσιμα για τη θεσμική και ευρύτερη πολιτειακή συγκρότηση της μελλοντικής Συρίας, ανακύπτουν στο πολιτικό πεδίο αυτής της χώρας στη μετα-Ασαντ εποχή.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα όλα τα ανωτέρω, οφείλουμε να θυμηθούμε ότι, κατά τον Φουκουγιάμα, το πρόβλημα της ταυτότητας εντοπίζεται στα αισθήματα που έχουν οι άνθρωποι για τον «εσώτερο» εαυτό τους, έναν εαυτό στον οποίο δεν αποδίδεται επαρκής αναγνώριση από τον εξωτερικό κόσμο. Με άλλα λόγια, η ταυτότητα είτε ενός ατόμου, είτε μιας συλλογικής οντότητας (έθνους, εθνοτικής ομάδας, θρησκευτικής ομάδας, ομάδας με συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό, κ.λπ.) προϋποθέτει την αναγνώρισή της από τους άλλους. Οσο αυτή δεν υφίσταται, γίνεται μάχη για την απόκτησή της, οπότε συγκροτούνται και αναπτύσσονται για αυτόν τον σκοπό από τα ενδιαφερόμενα ατομικά ή συλλογικά υποκείμενα οι ανάλογες πολιτικές των ταυτοτήτων.
Παρά ταύτα, ο Φουκουγιάμα θεωρεί ότι η κοινωνία του 21ου αιώνα μπορεί να αποφύγει τον «θρυμματισμό» της σε ολοένα στενότερες ταυτοτικές ομάδες, εξέλιξη που θα ήταν αρνητική για την ίδια τη σταθερότητα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, αν υιοθετηθεί ως βασική αρχή η απόρριψη των αποκλεισμών, πλην όμως η ενσωμάτωση γίνεται κάθε φορά με βάση αρχές της ίδιας της Δημοκρατίας (κι όχι με βάση τη φυλή, τη θρησκεία ή την εθνότητα).
Οι μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ αλλά και σε σημαντικό αριθμό άλλων κρατών που ακολουθούν το «παράδειγμά» της στον δυτικό κόσμο θα αποδείξουν αν ο χειρισμός της πολιτικής των ταυτοτήτων θα οδηγήσει στον περαιτέρω πλουραλισμό και θεσμικό εκσυγχρονισμό της Δημοκρατίας ή στην οπισθοδρόμησή της. Η ποιότητα της Δημοκρατίας στο εσωτερικό των ΗΠΑ θα έχει επιπτώσεις στις διεθνείς σχέσεις τους, οπότε και στη μορφή και τις αξίες του διεθνούς πολιτικού συστήματος, τις οποίες, σε πολύ μεγάλο βαθμό, αυτή η υπερδύναμη διαμορφώνει.
Δεύτερον, για την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης – ιδίως της «τεχνητής γενικής νοημοσύνης», που αποβλέπει στην ανάπτυξη συστημάτων που να μπορούν να επιλύουν γενικώς τα προβλήματα με τα οποία έρχεται αντιμέτωπη η ανθρώπινη νόηση –, τα ηθικά διλήμματα που γεννά και τις κοινωνικές επιπτώσεις που ενδέχεται να έχει, μιλούν και γράφουν πολλοί, διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα.
Αναρωτιέμαι αν, αντί για τις κατ’ έτος δεκάδες διαλέξεις φιλοσόφων για την τεχνητή νοημοσύνη στη χώρα μας, δεν θα ήταν προτιμότερο να έχουμε «ισόποση», τουλάχιστον, ενημέρωση για τις απόψεις πρωτοπόρων στην έρευνα σε αυτό το πεδίο, οι οποίοι να διαθέτουν, όμως, συγχρόνως, και μια ηθική εγρήγορση για πιθανόν «επικίνδυνα» αποτελέσματα των εγχειρημάτων τους. Τέτοια είναι, π.χ., η περίπτωση του Ντέμη Χασάμπη, που τιμήθηκε με το Νομπέλ Χημείας το 2024, καθώς κατάφερε, χάρη στο πρόγραμμα AlphaFold2 το οποίο ανέπτυξε, να προβλέψει τη δομή μιας πρωτεΐνης με βάση την αλληλουχία των αμινοξέων που την απαρτίζουν.
Πέτυχε έτσι να εξηγήσει πώς «διπλώνονται» οι πρωτεΐνες σε συγκεκριμένες τρισδιάστατες δομές, περίπλοκο μαθηματικό πρόβλημα που απασχολούσε την επιστήμη της Χημείας επί μακρόν και του οποίου η επίλυση ανοίγει νέους δρόμους στην Ιατρική επιστήμη. Προτού θρηνήσουμε, λοιπόν, για το ενδεχόμενο να κατασκευάσουμε νοημοσύνη ανώτερη από την ανθρώπινη, ίσως είναι χρήσιμο για την ανθρωπότητα να εκμεταλλευθούμε τις τρομακτικές δυνατότητες που η τεχνητή νοημοσύνη φαίνεται να μας προσφέρει για την καλυτέρευση της ζωής μας.
Ο κ. Γιώργος Λ. Ευαγγελόπουλος είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας και Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο.
Η πολυπλεγμένη τάξη πραγμάτων
Της Ρεβέκκας Παιδή
Ο κόσμος το 2025 δεν ορίζεται από τις ευγενείς ιδέες της φιλελεύθερης τάξης. Bρισκόμαστε σε μια κατακερματισμένη τάξη που μοιάζει με αυτό που ο Αμιτάβ Ατσάρια ονομάζει «πολυπλεγμένη τάξη» – ένα σύστημα όπου στοιχεία της φιλελεύθερης τάξης παραμένουν ενεργά αλλά σε παρακμή, ενώ η ισχύς κατανέμεται σε διαφορετικά κέντρα, που διαδραματίζουν διακριτούς ρόλους. Μοιάζει περισσότερο με ένα multiplex σινεμά με ταινίες διαφορετικής παραγωγής παρά με το μονοπώλιο του Χόλιγουντ.
Οι ΗΠΑ διατηρούν την πρωτοκαθεδρία. Βλέπουν, όμως, την παγκόσμια θέση τους να επηρεάζεται από φιλοδοξίες ανταγωνιστικών πόλων ισχύος. Η Κίνα επιδιώκει μερίδιο ισχύος στην παγκόσμια οικονομία, την τεχνολογία και την καινοτομία, με φλέγον πεδίο ανταγωνισμού την αυτοκινητοβιομηχανία και την τεχνητή νοημοσύνη. Πρόκειται για προσπάθεια επαναπροσδιορισμού των κανόνων που στηρίζουν την παγκόσμια αλληλεξάρτηση, αλλά και τους θεσμούς παγκόσμιας διακυβέρνησης. Η Ρωσία έχει στραφεί στην πολιτισμική και ιδεολογική επιρροή, μην μπορώντας πλέον να προβάλλει στρατιωτική ισχύ τόσο αποτελεσματικά. Η προώθηση συντηρητικών αξιών βρίσκει απήχηση σε κράτη και ομάδες που απορρίπτουν τη δυτική φιλελεύθερη νεωτερικότητα.
Τα κράτη μεταβαίνουν από την ιδεολογική ευθυγράμμιση στον συναλλακτικό πραγματισμό, από τη συνεργασία με κέρδη για όλους σε παίγνια μηδενικού αθροίσματος. Ταυτόχρονα, οι περιφέρειες και οι περιφερειακοί παράγοντες έχουν αποκτήσει νέα σημασία και περιθώρια στρατηγικής αυτονομίας και περιφερειακής ηγεσίας. Η περίπτωση της Τουρκίας είναι χαρακτηριστική. Ολα τα παραπάνω μαρτυρούν την έλευση ενός μετα-δυτικού κόσμου με διαφορετικές διαστρωματώσεις ανάλογα με τον τομέα και την περιφέρεια δράσης.
Η μετάβαση από μια φιλελεύθερη, δυτικοκεντρική και βασισμένη σε κοινές αξίες τάξη σε μια συναλλακτική τάξη πραγμάτων ανατρέπει την παραδοσιακή διπλωματία. Η φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη, με έμφαση στην πολυμέρεια, το ελεύθερο εμπόριο και τη διάδοση των δημοκρατικών αξιών, εξασθενεί. Κυριαρχεί ο οπορτουνισμός και οι πελατειακές σχέσεις. Οι πολιτικές του δόγματος «Πρώτα η Αμερική» στην Ουάσιγκτον αποτελούν παράδειγμα, δίνοντας προτεραιότητα στις διμερείς εμπορικές συμφωνίες έναντι των πολυμερών πλαισίων και υιοθετώντας απέναντι στους συμμάχους τη στάση: «Μη ρωτάτε τι μπορούν να κάνουν οι ΗΠΑ για εσάς, αλλά τι μπορείτε να κάνετε εσείς για τις ΗΠΑ», αν θέλουμε να παραφράσουμε τη ρήση του JFK.
Αυτή η στροφή αντικατοπτρίζεται σε παγκόσμιο επίπεδο στη «διπλωματία του πολεμιστή λύκου» της Κίνας, ή στη συναλλακτική προσέγγιση της Ρωσία στον ενεργειακό τομέα. Ακόμη και εντός Ευρώπης, οι εσωτερικές διαιρέσεις – που υπογραμμίζονται από διαφορετικές θέσεις σε θέματα όπως οι αμυντικές δαπάνες και οι σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα – αντανακλούν μια κίνηση προς πραγματιστικούς, βασισμένους στα συμφέροντα υπολογισμούς έναντι της ενιαίας δράσης.
Σε αυτόν τον κόσμο η Ευρώπη αντιμετωπίζει υπαρξιακά διλήμματα. Η διατλαντική εταιρική σχέση έχει αποδυναμωθεί. Η στροφή της Ουάσιγκτον προς την Ασία και η όλο και πιο συναλλακτική προσέγγισή της έχουν αφήσει την Ευρώπη χωρίς τον πιο αξιόπιστο εταίρο της. Ο πόλεμος στην Ουκρανία αναβίωσε το ΝΑΤΟ, αλλά υπογράμμισε την εξάρτηση της ΕΕ από την αμερικανική ηγεσία. Παραμένει άγνωστο ποιος θα είναι ο ρόλος ή η αντίδραση των Ευρωπαίων στις πρωτοβουλίες Τραμπ για την Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, ενώ Γερμανία και Γαλλία αντιμετωπίζουν πολιτικές κρίσεις. Ταυτόχρονα, η ταυτότητα της Ευρώπης ως κανονιστικής δύναμης βρίσκεται υπό πίεση.
Οι προσπάθειες για την προώθηση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συχνά συγκρούονται με τον πραγματισμό που απαιτείται για τη διατήρηση οικονομικών δεσμών και την εδραίωση της συναλλακτικής εξωτερικής πολιτικής που προωθούν οι υπόλοιποι δρώντες. Το ερώτημα είναι αν η Ευρώπη μπορεί να προσαρμοστεί σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, να εξισορροπήσει τις αξίες της με τις απαιτήσεις ενός όλο και πιο συναλλακτικού κόσμου.
Η πολυπλεγμένη τάξη πραγμάτων δεν είναι ωστόσο χαοτική. Η σταθερά της είναι η πολύπλοκη αλληλεξάρτηση που έχει κόστη για όλους. Είναι αυτά που ωθούν τα κράτη στον προστατευτισμό και την επιδίωξη μεγαλύτερης κυριαρχίας έναντι συμμάχων, εταίρων και πολυμερών θεσμών. Το ζήτημα είναι τι θα προκύψει για θέματα που απαιτούν συλλογική δράση, όπως ήταν η πανδημία κατά την πρώτη προεδρία Τραμπ, ή η κλιματική αλλαγή ή περιφερειακές συγκρούσεις με παγκόσμια εμβέλεια. Τα ανταγωνιστικά αφηγήματα και οι συναλλακτικές πολιτικές περιπλέκουν την οικοδόμηση εμπιστοσύνης.
Ο πολυπλεγμένος κόσμος απαιτεί μια νέα νοοτροπία – μια νοοτροπία που δίνει προτεραιότητα στα σχετικά κέρδη και τον πραγματισμό χωρίς να ακυρώνει την ανάγκη για συνεργασία έναντι των κοινών προκλήσεων. Επιβάλλει μία λογική συν-ανταγωνισμού. Το αν οι ηγεσίες μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτή την πρόκληση θα καθορίσει τη μορφή της παγκόσμιας τάξης τα επόμενα χρόνια.
Η κυρία Ρεβέκκα Παιδή είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.