Μετά την ολοκλήρωση του διεθνούς αρχιτεκτονικού διαγωνισμού το 2000, η υλοποίηση του Μουσείου της Ακρόπολης ήταν κάτι περισσότερο από αβέβαιη. Ο Δημήτρης Παντερμαλής, εξαιτίας της θέσης του ως διευθυντή του Οργανισμού Ανέγερσης του νέου μουσείου, βρισκόταν αντιμέτωπος με σωρεία αντιδράσεων και καταγγελιών. Η οξεία πολεμική στον Τύπο και τα άλλα μέσα ενημέρωσης αφορούσε το ζήτημα της καταλληλότητας του χώρου για την τοποθέτηση του κτιρίου (Μακρυγιάννη, Διόνυσος ή Κοίλη;) και βέβαια την τελική επιλογή της ανέγερσής του πάνω στο «οικόπεδο Μακρυγιάννη», στον αρχαιολογικό δηλαδή χώρο της νότιας κλιτύος της Ακρόπολης. Βέβαια, χωρίς αυτό να αποκτά ισχύ κανόνα, ας σημειωθεί ότι και άλλα σπουδαία μουσεία έχουν ανεγερθεί πάνω σε αρχαιολογικούς χώρους, όπως το Μουσείο Ρωμαϊκής Τέχνης στη Μέριδα τη δεκαετία του 1980 (από τον αρχιτέκτονα Ραφαέλ Μονέο, βραβείο Πρίτσκερ 1996). Διόλου δευτερεύον ήταν και το ζήτημα της κατεδάφισης των δύο κτιρίων στον άξονα της οδού Διονυσίου Αρεοπαγίτου, έτσι ώστε να βελτιωθεί η σχέση του νέου μουσείου με το μνημείο της Ακρόπολης, κάτι που είχε υποστηρίξει και ο ίδιος ο Μπερνάρ Τσουμί, αρχιτέκτονας του έργου.

Η θεμελίωση του μουσείου το 2003 και η έναρξη των εργασιών δεν φαίνονταν ικανές να μετριάσουν τις αντιπαραθέσεις και να οδηγήσουν στην ομαλοποίηση της κατάστασης. Την ίδια στιγμή ο Παντερμαλής επιδείκνυε όχι μόνο ολύμπια ψυχραιμία στη διαχείριση των εντάσεων αλλά και εξαιρετικές ικανότητες μάνατζερ. Η στάση του ως υπεύθυνου αυτού του μεγάλου εγχειρήματος υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για την υλοποίηση του Μουσείου της Ακρόπολης. Χαρακτήρας ήπιος και διαλλακτικός, ήταν επίσης διαθέσιμος και ανταποκρινόταν με προθυμία σε κάθε εξωτερικό αίτημα για ενημέρωση ως προς την πρόοδο του μουσείου.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω