Πολ Τζόνσον(2 Νοεμβρίου 1928 – 12 Ιανουαρίου 2023)
Ο Πολ Τζόνσον ανήκε στη γενιά εκείνη των βετεράνων του 20ού αιώνα που μπορούσε να περνά με ευκολία από τη δημοσιογραφία στην Ιστορία. Ο Τζόνσον υπήρξε δεινός αφηγητής με λαμπρή σταδιοδρομία πρώτα στην Αριστερά και έπειτα στη Δεξιά – διευθυντής στον «Νew Statesman», αρθρογράφος στον «Spectator», αμφότερα εμβληματικά βήματα των Εργατικών και των Συντηρητικών, αντίστοιχα. Μεγαλωμένος στη δύσκολη δεκαετία του ’30, απόφοιτος της Οξφόρδης, όπου σπούδασε την ίδια εποχή με τη Μάργκαρετ Θάτσερ, είδε το φως το αληθινό το 1975 αποκηρύσσοντας τους Εργατικούς ως οπαδούς μιας «κορπορατιστικής πολιτικής» κοντά στον φασισμό και συντασσόμενος με τους Συντηρητικούς, τους οποίους είχε αποκηρύξει παλαιότερα ως «ατροφικούς Αγγλους». Σύμβουλος και λογογράφος της «σιδηράς κυρίας», συνέβαλε στην εγκαθίδρυση της ηγεμονίας της. Οι ιερεμιάδες του κατά της Αριστεράς στην «Daily Mail» προκάλεσαν το σχόλιο του Μάικλ Φουτ ότι ήταν «η πρώτη φορά που τα 30 αργύρια έγιναν εβδομαδιαίο εισόδημα». Ως παραγωγός λόγου, εν γένει, δεν είχε να ζηλέψει τίποτα από κανέναν. Από τις λαβυρινθώδεις περιπλοκές της υψηλής πολιτικής ως τις ταπεινές κοινοτοπίες της ποπ κουλτούρας ελάχιστα ζητήματα του διέφευγαν, ενώ τα ιστορικά βιβλία του για το ευρύ κοινό διακρίνονταν για το θηριώδες τους μέγεθος: Modern Times, 895 σελίδες· A History of the American People, 925 σελίδες· The Birth of the Modern, 1.115 σελίδες. Μαζί με τη δεξιοτεχνική αφήγηση των γεγονότων (που δεν φειδόταν ανακριβειών) ο αναγνώστης προσλάμβανε και το συντηρητικό ευαγγέλιο ως προς τις κοινωνικές αξίες, τη σύγχρονη εποχή, τις ΗΠΑ. Η ηθική σκοπιά από την οποία ο Τζόνσον έβλεπε τα πράγματα εξέπιπτε εν τέλει σε ηθικολογία, με ιδεολογικό όμως πρόσημο. Ετσι μπορεί να κατανοήσει κανείς τη συμπερίληψη του Αουγούστο Πινοσέτ μεταξύ των σημαντικότερων πολιτικών ηγετών του 20ού αιώνα ή την αντίστοιχη απόρριψη του Νέλσον Μαντέλα: «Δεν ενδίδω στην επίμονη προώθησή του ούτε της άτολμης διακυβέρνησής του που έριξε τη Νότια Αφρική στα βράχια» έγραφε το 1999. Ο οικονομισμός της φράσης αυτής συμπυκνώνει τις πεποιθήσεις και τις προτεραιότητες της γενιάς εκείνης των συντηρητικών που θεμελίωσε τον νεοφιλελευθερισμό στις δύο όχθες του Ατλαντικού και που κατά το μάλλον ή ήττον έχει ήδη αποχωρήσει χωρίς να χρειαστεί να απολογηθεί για τις συνέπειές του.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.