Καλώς έπραξε ο Νάσος Βαγενάς να επαναδιατυπώσει ορισμένες απόψεις του σχετικά με τη μετάφραση ξένων ποιητών στη γλώσσα μας («Το Βήμα» 25/11/2018). Το θέμα τον έχει απασχολήσει και παλαιότερα και η άποψή του (με την οποία συμφωνώ) είναι ότι, στην καλύτερη περίπτωση, η μετάφραση ενός ξενόγλωσσου ποιήματος στα ελληνικά δεν μπορεί παρά να συνιστά ένα νέο πρωτότυπο κείμενο. Αυτό σημαίνει ότι οι αναπόφευκτες νοηματικές, συγκινησιακές ή αισθητικές απώλειες ενός μεταφρασμένου κειμένου στα ελληνικά, λ.χ. της Ερημης Χώρας του Τ.Σ. Ελιοτ, μπορούν να «εξισώνονται» (στον όποιον βαθμό επιτυγχάνεται τούτο) με την παραγωγή ενός νέου «πρωτότυπου» κειμένου, ικανού να εκπέμπει μιαν ανάλογη συγκίνηση, να προβάλλει μια παρόμοια αισθητική κ.λπ.
Με βάση την παραπάνω άποψη, μπορούμε να θέσουμε ένα ανάλογο ερώτημα: μέσα στις πολλές μεταφράσεις / μεταγραφές αρχαιοελληνικών ποιητικών κειμένων έχουμε περιπτώσεις όπου το λογικό, συγκινησιακό, αισθητικό κ.λπ. φορτίο του μεταφρασμένου κειμένου μεταβιβάζεται στον σύγχρονο αναγνώστη; Κατά συνέπεια, έχει αυτό το νέο κείμενο τη δυνατότητα να προκαλέσει μιαν ανάλογη ευαισθησία ή συγκίνηση που προφανώς παρήγαγε το πρωτότυπο; Σε ποιον βαθμό λ.χ. ένα από τα έξι κατά ποιόν μέρη της τραγωδίας, όπως τα διακρίνει ο Αριστοτέλης, ήτοι μύθος, ήθος, διάνοια, λέξις, μέλος, όψις, μεταβιβάζεται στον νεοέλληνα αναγνώστη ή θεατή μιας τραγωδίας; Εξ όσων γνωρίζω, μόνο ο μύθος. Το στόρι. Οι συνήθεις αλλοιώσεις των αριστοφανικών κωμωδιών από τους μεταφραστές δικαιολογούνται από το γεγονός ότι πολλά από τα συμβάντα στις κωμωδίες του δεν σημαίνουν κάτι στον σύγχρονο θεατή. Ομως τι μπορούμε να πούμε για τη μετάφραση της Αντιγόνης ή των ομηρικών επών; Ποιο ποσοστό από το νοηματικό, αισθητικό, ποιητικό κ.λπ. περιεχόμενο των κειμένων αυτών μεταφέρεται σε εμάς;
Η απάντησή μου είναι: σχεδόν τίποτε. Η όποια «τίμια» μετάφραση της Ιλιάδος ή της Αντιγόνης έχει πολύ μικρή σχέση με το πρωτότυπο. Απλώς μεταφέρει με τα λόγια του μεταφραστή, με το γλωσσικό και λογοτεχνικό ύφος του, την «υπόθεση» των δύο έργων. Και αυτό όταν δεν παρατηρούνται παρανοήσεις ή αστοχίες… Η όποια μεταφραστική εκδοχή της Ιλιάδος ή της Αντιγόνης μόνο ένα μέρος των συμβάντων και των νοημάτων τους μεταφέρει στον αναγνώστη.
Για να γίνω σαφέστερος και για να φανεί ότι δεν έχω πρόθεση να προσβάλω κανέναν μεταφραστή αρχαιοελληνικών κειμένων (μολονότι λίγους θα αδικούσα) καταφεύγω στις μεταφραστικές προσπάθειες δύο μείζονων ποιητών μας – του Σεφέρη και του Ελύτη. Υποστηρίζω, λοιπόν, ότι ούτε οι αποσπασματικές μεταφράσεις ομηρικών στίχων ή λυρικών ποιημάτων από τον Σεφέρη, ούτε η «ανασύνθεση και απόδοση» της Σαπφώς από τον Ελύτη διαθέτουν κάτι από την αίγλη των δικών τους ποιημάτων. Η καλύτερη «μετάφραση» της Οδύσσειας που έχει κάνει ο Σεφέρης κείται εντός του Μυθιστορήματος (1935). Ομοίως η καλύτερη «μετάφραση» της Οδύσσειας από τον Ελύτη κείται μέσα στο ποίημά του «Οδύσσεια» (1971), στο οποίο μάλιστα παρατίθενται αυτούσιοι ομηρικοί στίχοι!
Τι θέλω να πω; Οτι στην περίπτωση κατά την οποία επιστρέψουμε κάποτε από την αθλιότητα του εκφερόμενου σήμερα πολιτικού λόγου και εγκαταλείψουμε τις ολέθριες εκπαιδευτικές εμμονές, που έχουν διαμορφωθεί με τον εκφυλισμό των πολιτικών μας πραγμάτων, και δούμε καθαρά ότι οι κοινωνοιολογούντες σήμερα (και χθες!) υπουργοί, υφυπουργοί, γραμματείς κ.ά. απλώς προβάλλουν τη βαρβαρότητα της απαιδευσίας, τότε μπορούμε να συζητήσουμε ξανά γιατί πρέπει και πώς μπορεί να γίνεται η διδασκαλία της ΑΕΛογοτεχνίας στα σχολεία (και στα ΑΕΙ!). Και από το πρωτότυπο και από τη μετάφραση. Τότε θα βρούμε λόγους και επιχειρήματα για να πείσουμε γονείς και μαθητές ότι ακόμη και η κλίση του ρήματος ειμί και οπωσδήποτε η έλλογη διδασκαλία ενός αποσπάσματος ενός πρωτότυπου αρχαιοελληνικού κειμένου ουδόλως θα εμποδίσει τους νέους να σπουδάσουν πυρηνική φυσική, μαθηματικά, μηχανική κ.λπ. Τουναντίον, όπως γνωρίζουμε, διάσημοι επιστήμονες έχουν φωτισθεί όχι μόνο από τη μετάφραση ενός αρχαίου ελληνικού κειμένου αλλά και από την ίδια την αρχαία λέξιν.
Προφανώς και αποδέχομαι τις νεοελληνικές μεταφράσεις αρχαίων ελληνικών κειμένων (και δεν γίνεται αλλιώς) ακόμη και εάν όλες τους σχεδόν έχουν αποβάλει μέσα στον χρόνο την όποια αίγλη τους. Συμπεριλαμβάνονται και οι δικές μου… Πιστεύω, όμως, ότι η κατάλληλη, η επιδέξια μετάφραση ενός αρχαίου ελληνικού κειμένου στα νεοελληνικά θα μπορούσε να οδηγήσει στην κατασκευή ενός λαμπρότερου και πλουσιότερου νεοελληνικού λόγου.
Η καθαρευουσιάνικη «υψηλή» λέξη σιγά-σιγά κερδίζει έδαφος, ενώ η παλιομοδίτικη και «βιασμένη» λέξη μιας παμπάλαιας δημοτικής είναι γραφική. «Κολλημένος» όπως είμαι με τον Διονύσιο Σολωμό, έχω υποστηρίξει και εξακολουθώ να υποστηρίζω ότι εάν ο Ποιητής είχε προχωρήσει τη μετάφραση της ιλιαδικής ραψωδίας Σίγμα και εάν δεν είχαν χαθεί οι (κατά τον Πολυλά) «πολλότατοι» μεταφρασμένοι ομηρικοί στίχοι του, η σημερινή ποιητική παραγωγή, και όχι μόνο η μεταφραστική, θα ήταν διαφορετικής ποιότητας.
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.