Η Ρουθ Γουεστχάιμερ ήταν 10 ετών όταν οι Ναζί συνέλαβαν τον πατέρα της. Για να τη σώσουν, η μητέρα και η γιαγιά της την έστειλαν εσώκλειστη σε ένα σχολείο στην Ελβετία. Η οικογένειά της δολοφονήθηκε στο Αουσβιτς. Ορφανή πια, μετανάστευσε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Παλαιστίνη, όπου πήρε μέρος στον πόλεμο του 1948 με τις ισραηλινές δυνάμεις και παραλίγο να χάσει και τα δυο της πόδια όταν μια οβίδα εξερράγη δίπλα της.
To 1950 μετακόμισε στο Παρίσι, γράφτηκε στη Σορβόννη, σπούδασε Ψυχολογία. Επειτα από δύο αποτυχημένους γάμους πέρασε τον Ατλαντικό και εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη το 1956. Εκανε το μεταπτυχιακό της στη Νέα Σχολή Κοινωνικών Ερευνών, εργάστηκε στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια (από όπου αργότερα πήρε και το διδακτορικό της), είχε έναν επιτυχημένο τρίτο γάμο με τον Μάνφρεντ Γουεστχάιμερ.
Η διασημότητα θα την έβρισκε στα 52 της μέσω μιας αναπάντεχης οδού: ενός δεκαπεντάλεπτου στον ραδιοφωνικό σταθμό WYNY της Νέας Υόρκης που μεταδιδόταν μεταμεσονυκτίως και στο οποίο η «Δρ Ρουθ» απαντούσε σε ερωτήματα γύρω από τις σεξουαλικές σχέσεις. Γρήγορα η εκπομπή «Sexually Speaking» έγινε πασίγνωστη, η οικοδεσπότης της απέκτησε στήλη στο περιοδικό «Playboy» και αναγνωρισιμότητα σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ακολούθησαν επιτραπέζια παιχνίδια και βιντεογκέιμ με το όνομά της, ενώ η ίδια επιδόθηκε στη συγγραφή εγχειριδίων για τη σεξουαλικότητα. Διόλου συντηρητική στην προσέγγιση ενός θέματος που για τα mainstream αμερικανικά μέσα ήταν ακόμη σχεδόν ταμπού, η Δρ Ρουθ μιλούσε ανοικτά και χωρίς περιστροφές: «Προωθώ τον σεξουαλικό εγγραμματισμό σε μια εποχή πρωτόγνωρης σεξουαλικής ελευθερίας» έλεγε η ίδια.
Αν και σύντομα παρόμοιες εκπομπές πολλαπλασιάστηκαν και ο λόγος γύρω από το σεξ έγινε συρμός, η Δρ Ρουθ συνέχισε να θεωρείται σεβαστό όνομα και να ασκεί τη συμβουλευτική ιατρική για σεξουαλικά ζητήματα. Υπόδειγμα θέλησης, πολιτισμικό φαινόμενο της Αμερικής των 80s, αξίζει αναμφίβολα να μνημονεύεται για τη σεξουαλική επιμόρφωση μιας ολόκληρης γενιάς.