Αν υπάρχει ένα αποδεικτικό για την κρίση του φιλελευθερισμός, αυτό δεν βρίσκεται μόνο στην επιστροφή των σκληρών συνόρων αλλά και στην επανάκαμψη της ιδέας του σχεδιασμού σε διάφορες δημόσιες πολιτικές. Φυσικά υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο «πλάνο» (plan) των σοσιαλιστικών παραδόσεων και στο «σχέδιο» – «project», όρο που διατρέχει το επιχειρείν και πληθωριστικά την πολιτική ρητορεία.
Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι η φιλελεύθερη φαντασία περιείχε κλασικά μια αιώρηση ανάμεσα στο σχέδιο και στη δυναμική υπέρβασής του στους συσχετισμούς της πραγματικότητας. Ο φιλελευθερισμός δεν υπήρξε και δεν είναι «αναρχικός», αλλά σύμμικτος, παίζοντας στο όριο μεταξύ κανόνα και παραβίασης, μεταξύ τάξης και ελευθερίας. Κατάφερνε έτσι να γίνεται συντηρητικός ενώ παράλληλα μπορούσε να εκθεμελιώνει παλαιότερες μορφές ζωής.
Ο,τι και αν σκεφτούμε πάντως, ο σχεδιασμός είχε απαξιωθεί για τα καλά ως αρχαία σκουριά μιας «κολεκτιβιστικής» εποχής. Η ατμόσφαιρα του ύστερου καπιταλισμού θα κυριαρχηθεί κυρίως από ακραίες επιθυμίες απεριόριστης επέκτασης. Η νεοφιλελεύθερη φαντασία έβλεπε τη λύση στα προβλήματα μέσα από έναν συνδυασμό ανάμεσα σε ροές εμπορευμάτων, ευφυείς τεχνολογικές εφαρμογές και ατελεύτητο επικοινωνιακό brainstorming. Αυτή η φαντασίωση παραμένει ακόμα εν ζωή συγκινώντας κυρίως όσους-ες κινούνται στους χώρους του ποπ καπιταλισμού, της τεχνητής νοημοσύνης και των αντίστοιχων τομέων της οικονομίας.
Ποιες είναι οι αφορμές για μια επανεκτίμηση του σχεδιασμού σήμερα; Είναι κυρίως οι καταστροφές εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, οι βλάβες των διαφόρων πληροφορικών συστημάτων αλλά και η απογοήτευση που δημιουργεί η γεωπολιτική αταξία και οι νέες πολεμικές συγκρούσεις. Συνειδητοποιούμε κυρίως ότι μοντέλα κερδοσκοπικού και εθνικιστικού ανταγωνισμού δεν μπορούν να οργανώσουν έγκαιρα απάντηση στις πολλαπλές κρίσεις.
Εχει σημασία όμως και το ποιοι είναι οι εχθροί του σχεδιασμού. Εδώ συρρέουν όλες εκείνες οι δυνάμεις και τα πρόσωπα που δεν θέλουν έλεγχο στη δράση τους ταυτίζοντας εν τέλει την ελευθερία με το απεριόριστο δικαίωμά τους είτε να χαράζουν σύνορα είτε να καταργούν σύνορα. Ενα μέρος τους υπερασπίζεται την ελευθερία του ρατσιστή, του οπλοφόρου, του κυρίαρχου «οικοδεσπότη» απέναντι στον ευάλωτο «παραβάτη». Ενα άλλο τους μέρος, επιδιώκει κυρίως την απαλλαγή από φορολογικές υποχρεώσεις, τη μη ρύθμιση των νέων τεχνολογιών και τη μετατροπή πόλεων και περιοχών σε ζώνες με ειδικά καθεστώτα.
Ανάμεσα σε έναν πόλο άγριας ελευθερίας και ανισοτήτων και σε έναν πόλο δημοκρατικού σχεδιασμού (που παραμένει, δυστυχώς, αδύναμος και ασυγκρότητος διεθνώς), στέκουν οι φορείς του τεχνοκρατικού σχεδίου. Εδώ τοποθετούνται νομίζω οι περισσότερες συμβατικές ηγεσίες της Δύσης, όπως και άλλα θεσμικά υποκείμενα στον παγκόσμιο Νότο και στην Ασία.
Το τεχνοκρατικό σχέδιο δεν είναι, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι, μια σοσιαλδημοκρατική λογική δίχως σοσιαλδημοκρατία. Ενδιαφέρεται για δομές ασφάλειας και σταθερότητας, όχι όμως για μια κοινωνική ευταξία βασισμένη στην ισότητα. Μπορεί και εναλλάσσει μορφές αυταρχικού κρατισμού και νεοφιλελεύθερου μάνατζμεντ περνώντας γρήγορα από έναν πυκνό κρατικό επεμβατισμό στην απόσυρση του δημοσίου. Στην ουσία όμως δεν κάνει σχεδιασμό που να βοηθά στη χειραφέτηση των πολιτών όσο μια διαχείριση που αποσκοπεί να ελέγξει κοινωνικούς φόβους σταθεροποιώντας κοινωνίες που βρίσκονται σε κρίση εμπιστοσύνης.
Πολιτικά, η διαίρεση εκβάλλει σε έναν παγκόσμιο «τραμπισμό», σε διαβήματα κοινωνικής-οικολογικής δημοκρατίας και σε αυτό που έχει ονομαστεί «προοδευτικός νεοφιλελευθερισμός». Ο παγκόσμιος τραμπισμός χαράζει σκληρά σύνορα μέσω του ρατσισμού ή εξωθώντας και πιο μετριοπαθείς παίκτες να μιμηθούν τις δικές του μεθόδους και λογικές δράσης. Ο προοδευτικός νεοφιλελευθερισμός διαχειρίζεται την εύθραυστη σταθερότητα ξαναζεσταίνοντας τα πεπαλαιωμένα ιδεώδη του εκσυγχρονισμού και της μεσοαστικής ανόδου με τρόπο πιο ανοιχτό στην πολιτισμική διαφορετικότητα. Οσο για τις προσπάθειες για μια κοινωνική-οικολογική δημοκρατία, αυτές αναζητούν ακόμα παράθυρα πολιτικής ευκαιρίας σε έναν κόσμο που έχει ανάγκη επειγόντως περισσότερο δημοκρατικό σχεδιασμό και λιγότερο ανταγωνισμούς και βία.
Ο κ. Νικόλας Σεβαστάκης είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο ΑΠΘ, συγγραφέας.