Πέρασαν ήδη δέκα χρόνια από τον θάνατο του Ορέστη Δουμάνη, στις 3 Μαΐου 2013. Ο Δουμάνης υπήρξε μια προσωπικότητα με καταλυτικό ρόλο για την αρχιτεκτονική στην Ελλάδα. Εξέδωσε επί μισόν αιώνα τα περιοδικά «Αρχιτεκτονικά Θέματα» και «Θέματα Χώρου + Τεχνών» δίνοντας περιεχόμενο και πολιτισμικό βάθος στη μεταπολεμική πραγματικότητα μιας χώρας που βρισκόταν στην περιφέρεια των αρχιτεκτονικών εξελίξεων.
Παράλληλα, εκ φύσεως εκσυγχρονιστής και κοσμοπολίτης, πρόβαλε τη διεθνή αρχιτεκτονική πραγματικότητα και την αντίστοιχη θεωρητική συζήτηση με συνεργασίες υψηλού επιπέδου εντός και εκτός συνόρων. Τα περιοδικά του κέρδισαν επάξια μια θέση σε πολλές πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες της Ευρώπης και της Αμερικής. Ο Δουμάνης έδρασε ως ένα είδος πολιτισμικού ακτιβιστή, συσπειρώνοντας γύρω από τις δραστηριότητες και τις πρωτοβουλίες του τις καλύτερες δυνάμεις που διέθετε ο τόπος. Τα περιοδικά του αντιπροσώπευαν ένα «χρηματιστήριο αρχιτεκτονικών αξιών»: μια υποχρεωτική διαδικασία πιστοποίησης για την ανάδειξη των πιο αξιόλογων αρχιτεκτόνων και των πιο προικισμένων ερευνητών αυτού του χώρου.
Ο Δουμάνης παρήγαγε μια αρχιτεκτονική γενεαλογία, από τη δεκαετία του 1950 και μετά (ξεκινώντας από τις δημοσιεύσεις του στον «Ζυγό» και την «Αρχιτεκτονική») που αποτελεί τον βασικό κορμό κάθε ιστοριογραφικής θεώρησης και αποτίμησης της σύγχρονης αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα.
Η αποχώρηση του Δουμάνη από την αρχιτεκτονική σκηνή συνέπεσε με τη δεκαετία της κρίσης στην Ελλάδα και την επαπειλούμενη τότε «κατάργηση του επαγγέλματος». Η προηγούμενη γενιά των «επώνυμων» αρχιτεκτόνων ολοκλήρωσε την πορεία της για διάφορους λόγους, επαγγελματικούς ή βιολογικούς. Παράλληλα, το περιβάλλον της κρίσης φάνηκε να ευνοεί τις νέες διαδικτυακές δυνατότητες δημοσιοποίησης και προβολής της αρχιτεκτονικής, καθώς οι έντυπες εκδοτικές δραστηριότητες τύπου Δουμάνη, με ελάχιστη και αυστηρά επιλεγμένη διαφήμιση, εμφανίζονταν περίπου απαγορευτικές.
Την απάντηση στο ερώτημα της προηγούμενης δεκαετίας για την «αρχιτεκτονική μετά την κρίση» τη δίνει η σημερινή πραγματικότητα. Η μονοκρατορία της προηγούμενης περιόδου αντικαταστάθηκε από έναν μαγματικό πλουραλισμό που σηματοδοτεί την αρχή της νέας πορείας. Τη θέση της προηγούμενης διακεκριμένης ιεραρχίας αρχιτεκτόνων διεκδικεί σήμερα μια πολλαπλότητα ικανών και ταλαντούχων νεότερων επαγγελματιών με αξιόλογες σπουδές και διαρκή επαφή με τα διεθνή κέντρα παραγωγής της αρχιτεκτονικής σκέψης.
Κάθε ίχνος επαρχιωτικής σεμνοτυφίας φαίνεται πλέον να έχει απαλειφθεί από τον κόσμο των ελλήνων αρχιτεκτόνων, όχι μόνο διότι η συζήτηση περί «τοπικισμού και διεθνισμού» φαντάζει πλέον αδιανόητη, αλλά και επειδή τα φαινόμενα μιας αρχιτεκτονικής δίχως σύνορα καθώς και της διάχυσης και ανταλλαγής της αρχιτεκτονικής γνώσης, χαρακτηρίζουν την εποχή μας και είναι παγκόσμια. Παράλληλα, μια σειρά από περιοδικές εκδόσεις στην Ελλάδα «μετά τα «Αρχιτεκτονικά Θέματα»», αλλά και αρχιτεκτονικοί ιστότοποι, διαγωνίζονται πλέον για την εξασφάλιση της καλύτερης θέσης στις προτιμήσεις του κοινού αλλά και των προβαλλόμενων εταιρειών.
Τα προβλήματα ωστόσο παραμένουν. Το πεδίο δράσης των αρχιτεκτόνων σήμερα στην Ελλάδα, περισσότερο παρά ποτέ, βρίσκεται εκτός δημόσιας αρχιτεκτονικής και εξαντλείται κυρίως στην ιδιωτική κατοικία και στις ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις. Τούτο δεν φαντάζει ό,τι καλύτερο ως δείκτης του – αρχιτεκτονικού – πολιτισμού μας. Ενα παράλληλο φαινόμενο (εν μέρει όχι μόνο ελληνικό) είναι ότι έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί κάθε εξειδικευμένη κριτική αποτίμηση της αρχιτεκτονικής παραγωγής.
Και επειδή οι δυσκολίες συνεχίζονται, το τοπίο του υλοποιημένου έργου παραμένει ισχνό, ενώ στον ασφυκτικό μας χώρο περισσεύει η δημιουργική ενέργεια και η ανάγκη προβολής, βρίσκει πρόσφορο έδαφος μια παράλληλη δραστηριότητα: εκείνη των δημόσιων σχέσεων/γιορτών και των ποικίλων βραβεύσεων έργων και προσώπων, η επικοινωνιακή δηλαδή αξιοποίηση του αρχιτεκτονικού φαινομένου. Πριν περίπου δύο δεκαετίες και σε μια περίοδο εντατικής αρχιτεκτονικής παραγωγής, τα πρώτα «βραβεία αρχιτεκτονικής» στην Ελλάδα θεωρήθηκαν περίπου «καλλιστεία»· σήμερα, πολλαπλασιασμένα, εξάπτουν το ενδιαφέρον οργανωτών και συμμετεχόντων.
Ο κ. Ανδρέας Γιακουμακάτος, ομότιμος καθηγητής ΑΣΚΤ, είναι καθηγητής στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Φλωρεντίας.