Ο Γκι Σονιέ εργάστηκε ως καθηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας και διευθυντής του Νεοελληνικού Ινστιτούτου της Σορβόννης (paris IV). Με το ψευδώνυμο Μισέλ Σονιέ έχει μεταφράσει στα γαλλικά την «Αργώ» του Εμπειρίκου, τον «Τελευταίο πειρασμό» και την «Αναφορά στον Γκρέκο» του Καζαντζάκη, τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη κ.ά.
Το 2002 το βιβλίο του «Εωσφόρος και Αβυσσος – Ο προσωπικός μύθος του Παπαδιαμάντη» ήρθε να ταράξει τα νερά όσων έχουν μείνει στην ταπεινοφροσύνη που αναδύει η περιβόητη φωτογραφία του Νιρβάνα, όπου βλέπουμε έναν Παπαδιαμάντη ταπεινό, με χαμηλωμένο βλέμμα. Πίσω από αυτή την ταπεινοφροσύνη, υποστηρίζει ο Σονιέ, κρύβεται ο εωσφορικός δημιουργός.
Ο συγγραφέας προχωράει σε μια συναρπαστική θεώρηση του μεγάλου Σκιαθίτη, για τον οποίο καταλήγει σε αιρετικά – για όσους τον είχαν αγιοποιήσει – συμπεράσματα, όπως στο παιχνίδι που κάνει με τόσους αναγνώστες του στα όρια του εμπαιγμού («Γυφτοπούλα»), στο σαμποτάρισμα των κειμένων, στην αυτοαναίρεση, στον δαιμονικό χαρακτήρα του ήρωα, φτάνοντας στο σημείο να ανακαλύψει βαρύνουσες και αποκαλυπτικές συνάφειες μεταξύ του κυρ Αλέξανδρου και του μαρκήσιου ντε Σαντ. Το εκπληκτικό είναι ότι φωτίζοντας κατ’ αυτόν τον αιρετικό τρόπο ο Σονιέ τον Παπαδιαμάντη αποκαλύπτει έναν ακόμα μεγαλύτερο συγγραφέα από εκείνον που ξέραμε. Εναν συγγραφέα που αν δεν είχε απλοποιηθεί και «αγιοποιηθεί» θα μπορούσε να στέκεται δίπλα στον Ντοστογέφσκι και τον Γκαίτε.
Διαβάστε αυτό το βιβλίο και ύστερα τη «Φόνισσα». Είναι σαν να κρατάτε το κλειδί για το Μεγάλο Σκοτάδι. Πριν από 20 χρόνια, μια μέρα του 2002, μίλησα με τον Γκι Σονιέ. Είναι κατά τη γνώμη μου μια πολύ ενδιαφέρουσα συνομιλία με ένα αξιόλογο περιεχόμενο που αξίζει να θυμηθούμε.
«Εωσφόρος και Αβυσσος». Γιατί αυτός ο τίτλος;
«O τίτλος του βιβλίου ενώνει δύο βασικά στοιχεία του παπαδιαμαντικού μύθου: τις εωσφορικές τάσεις που ανήκουν κυρίως στον «οικογενειακό» μύθο αλλά και τη μοίρα του ήρωα γενικά («Φραγκογιαννού») και την άβυσσο, που ανήκει τόσο στη μοίρα του Εωσφόρου όσο και στον μύθο, ή τη φαντασίωση, του νερού και του πνιγμού».
Τι εννοείτε «οικογενειακό μύθο» στην περίπτωση του Παπαδιαμάντη;
«Φαντασιακές ερωτικές αιμομικτικές σχέσεις ανάμεσα στον γιο, ενδεχομένως ταυτισμένο με τον Εμμανουήλ, και μια μητρική μορφή, ενδεχομένως ταυτισμένη με την Παναγία, εξαφάνιση του πατέρα, και οικτρό τέλος για το εωσφορικό – και νόθο πια – παιδί και για τη μητέρα».
Στην Ελλάδα για πολλά χρόνια υπήρχε μια αγιοποίηση του Παπαδιαμάντη. Τελευταία, με προεξάρχουσα τη δική σας μελέτη, έχει αρχίσει ένα είδος «ανασκαφής» του έργου του. Τι ανακαλύπτουμε στα εσώτατα κοιτάσματα του Σκιαθίτη;
«Ασχετα με την αγιοσύνη του ή την εωσφορική έπαρσή του, ο Παπαδιαμάντης είναι ανεξάντλητος συγγραφέας, αρκεί να εξεταστεί ακριβώς ως συγγραφέας, δηλαδή φιλολογικά, όχι ιδεολογικά. Επιφυλάσσει ασφαλώς πολλές εκπλήξεις στους ερευνητές».
Η εικόνα του κυρ Αλέξανδρου και η σεμνή μορφή στη φωτογραφία του Νιρβάνα έχουν στοιχειώσει τον Παπαδιαμάντη στο συλλογικό λογοτεχνικό υποσυνείδητο. Κατά τη γνώμη σας από ποια πλευρά πρέπει να φωτιστεί το έργο του;
«Η σκοτεινή πλευρά του Παπαδιαμάντη έχει ελάχιστα μελετηθεί ως τώρα. Χωρίς αμφιβολία, προς αυτή την ανορθόδοξη διάσταση θα έπρεπε να στραφεί η προσοχή. Τα άλλα είναι γνωστά. Σημασία έχει όμως να μελετηθεί επιτέλους φιλολογικά, άσχετα με την πλευρά που θα τονιστεί».
Υποστηρίζετε πως ο συγγραφέας σκόρπισε την εξομολόγησή του σε διάφορα ξεχωριστά έργα ώστε το συνολικό νόημα να βγαίνει μέσα από μια επιμελή συσχέτιση. Μιλάμε για ένα κρυπτογραφικό σύνολο, για ένα σχέδιο απόλυτα συγκροτημένο, για έναν εν τέλει συνολικό ακριβή κόσμο που έστησε συνειδητά ο Παπαδιαμάντης;
«To να σκορπίσει κανείς την εξομολόγησή του σε διάφορα έργα ή σε διάφορα σημεία του έργου του είναι πανανθρώπινη τάση και δεν χρειάζεται να προμελετηθεί. Κατά τα άλλα, τείνω να πιστέψω ότι ο Παπαδιαμάντης είχε στήσει από την αρχή τους βασικούς άξονες των μύθων του, και βρήκε προοδευτικά τις επί μέρους ιστορίες που μπορούσαν να τους παρουσιάσουν».
Γράφετε πως ο Παπαδιαμάντης θα μπορούσε – ως λογοτεχνική αξία – να βρίσκεται δίπλα στον Τσέχοφ, τον Σαίξπηρ, τον Γκαίτε ή τον Μπαλζάκ. Τι τον εμπόδισε να φτάσει εκεί;
«Η κακή ανάγνωση του έργου του που έγινε στον ίδιο του τον τόπο επί έναν αιώνα. Τώρα πια, είναι κάπως δύσκολο να γίνει μια αποκατάσταση γιατί το κοινό προτιμά τα πιο πρόσφατα έργα».
Υπάρχει στον Παπαδιαμάντη μια συνεχής φαντασίωση θανάτου νεαρών γυναικών και παιδιών. Το τοπίο είναι σκοτεινό και όντως αβυσσαλέο. Γιατί πιστεύετε πως τόσα χρόνια η κριτική «απάλυνε» ή αγιοποιούσε αυτό το ενοχικό και νοσηρό κλίμα;
«Πρώτον, για ιδεολογικούς λόγους: πώς θα μπορούσε ένας χριστιανός να γράφει τέτοια πράγματα; Δεύτερον, επειδή ο άνθρωπος πάντοτε αποφεύγει να βλέπει και να ομολογεί στον εαυτό του ότι βλέπει τις πολύ οδυνηρές καταστάσεις, ιδίως όταν πρόκειται για τη μάνα. Δείτε το βιβλίο «La mamma cattiva» (Η κακή μητέρα) των Carloni-Nobili, για τη λογοκρισία και την αυτοτύφλωση σε αυτή την περίπτωση».
Ο ιδιάζων λόγος του Παπαδιαμάντη (μια ιδιόρρυθμη καθαρεύουσα με αρχαΐζουσες μνήμες, στην οποία συνυπάρχουν η εκκλησιαστική γλώσσα και η λαϊκή διάλεκτος) έχει βοηθήσει ή όχι στην πρόσληψη του βαθύτερου νοήματος;
«Δεν νομίζω πως ο λόγος του Παπαδιαμάντη βοηθάει στην ανακάλυψη του βαθύτερου νοήματος. Ο λόγος αυτός πραγματοποιεί άλλου είδους θαύμα. Μεταμορφώνει και τις πιο άγριες ιστορίες σε ήρεμες και ηδονικές, εξαιρετικά ποιητικές, ιστορίες».
Είναι ο πύρινος Παπαδιαμάντης μεγαλύτερος συγγραφέας από τον άγιο Παπαδιαμάντη;
«Ασφαλώς ναι. Αλλά ο συγγραφέας είναι ένα σύνολο, και ας είναι αντιφατικός. Μια ορισμένη μορφή αγιοσύνης, η ηδονή της εκκλησίας, η απέραντη επιείκεια για τους αμαρτωλούς ανήκουν και αυτές στον συγγραφέα Παπαδιαμάντη και συμβάλλουν στην αξία του έργου του. Δεν απορρίπτω τις παραδοσιακές αναγνώσεις του Παπαδιαμάντη, προσθέτω μία καινούργια, από την οποία ο συγγραφέας βγαίνει κερδισμένος».
Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.