Στο τέλος του 2017, η κυβέρνηση του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου πέρασαν περικοπές ενός τρισ. δολαρίων στη φορολογία των επιχειρήσεων, οι οποίες αντισταθμίστηκαν εν μέρει από αυξήσεις στη φορολογία της πλειοψηφίας των Αμερικανών που βρίσκονται στη μέση της κατανομής του εισοδήματος. Αλλά το 2018 ο ενθουσιασμός της αμερικανικής επιχειρηματικής κοινότητας γι’ αυτό το δώρο άρχισε να δίνει τη θέση του στην ανησυχία για τον Τραμπ και τις πολιτικές του.
Πριν από έναν χρόνο, η αχαλίνωτη απληστία των ηγετών του αμερικανικού επιχειρηματικού και χρηματοπιστωτικού τομέα τούς επέτρεψε να προσπεράσουν την απέχθειά τους για τα μεγάλα ελλείμματα. Αλλά σήμερα βλέπουν ότι το φορολογικό πακέτο του 2017 ήταν το πιο οπισθοδρομικό και με το χειρότερο τάιμινγκ φορολογικό νομοσχέδιο στην ιστορία. Στην πιο άνιση από όλες τις προηγμένες οικονομίες, εκατομμύρια αμερικανικές οικογένειες αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα, και μελλοντικές γενιές πληρώνουν τις φορολογικές περικοπές για τους δισεκατομμυριούχους. Οι ΗΠΑ έχουν το χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής ανάμεσα σε όλες τις προηγμένες οικονομίες και όμως το φορολογικό νομοσχέδιο ήταν σχεδιασμένο ώστε άλλα 13 εκατομμύρια Αμερικανοί να χάσουν την υγειονομική τους περίθαλψη.
Ως αποτέλεσμα της νομοθεσίας αυτής, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών προβλέπει έλλειμμα ενός τρισ. δολαρίων το 2018 – το μεγαλύτερο μη υφεσιακό έλλειμμα σε καιρό ειρήνης σε οποιαδήποτε χώρα στην ιστορία. Και σαν αυτό να μην ήταν αρκετά κακό, η υπεσχεμένη αύξηση στις επενδύσεις δεν έγινε πραγματικότητα. Αφού έδωσαν λίγα ψίχουλα στους εργαζομένους, οι εταιρείες διοχέτευσαν το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων σε επαναγορές μετοχών και μερίσματα. Αλλά αυτό δεν προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη. Ενώ οι επενδύσεις ωφελούνται από τη σταθερότητα, ο Τραμπ ευδοκιμεί στο χάος.
Επίσης, επειδή το φορολογικό νομοσχέδιο πέρασε στα γρήγορα, είναι γεμάτο λάθη, ανακολουθίες και παραθυράκια για ειδικά συμφέροντα που εισήχθησαν όταν δεν κοίταζε κανένας. Η έλλειψη ευρείας λαϊκής υποστήριξης προς τον νόμο εξασφαλίζει ότι το μεγαλύτερο μέρος του θα ανατραπεί όταν αλλάξει ο πολιτικός άνεμος, και αυτό δεν έχει διαφύγει της προσοχής των επιχειρηματιών.
Οπως τονίσαμε πολλοί από εμάς τότε, το φορολογικό νομοσχέδιο, μαζί με την προσωρινή αύξηση στις στρατιωτικές δαπάνες, δεν αποσκοπούσαν στο να δώσουν μια παρατεταμένη ώθηση στην οικονομία αλλά να της δώσουν το αντίστοιχο μιας βραχυχρόνιας υπερδραστηριότητας από κατανάλωση ζάχαρης. Η επίσπευση της απόσβεσης του κεφαλαίου επιτρέπει υψηλότερα κέρδη μετά τους φόρους σήμερα, αλλά χαμηλότερα κέρδη μετά τους φόρους αργότερα. Επειδή η νομοθεσία περιόρισε την έκπτωση στις πληρωμές τόκων, τελικά θα αυξήσει το κόστος του κεφαλαίου μετά τους φόρους, αποθαρρύνοντας συνεπώς τις επενδύσεις, μεγάλο μέρος των οποίων χρηματοδοτείται με δάνεια.
Εν τω μεταξύ, το τεράστιο έλλειμμα των ΗΠΑ θα πρέπει κάπως να χρηματοδοτηθεί. Δεδομένης της χαμηλής αποταμίευσης στη χώρα, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων θα προέλθει αναπόφευκτα από ξένους δανειστές, το οποίο σημαίνει ότι οι ΗΠΑ θα στέλνουν μεγάλες πληρωμές στο εξωτερικό για να εξυπηρετήσουν το χρέος τους. Σε μια δεκαετία από σήμερα, το συνολικό εισόδημα των ΗΠΑ θα είναι κατά πάσα πιθανότητα χαμηλότερο από όσο θα ήταν χωρίς το φορολογικό νομοσχέδιο.
Εκτός από την καταστροφική φορολογική νομοθεσία, οι εμπορικές πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ κλονίζουν τις αγορές και διαταράσσουν τις αλυσίδες τροφοδοσίας. Πολλές αμερικανικές εξαγωγικές επιχειρήσεις που βασίζονται σε εισαγωγές από την Κίνα έχουν σήμερα καλούς λόγους για να μετακινήσουν τις λειτουργίες τους εκτός ΗΠΑ. Είναι πολύ νωρίς για να υπολογίσουμε το κόστος του εμπορικού πολέμου του Τραμπ αλλά είναι ασφαλές να θεωρήσουμε ότι, ως αποτέλεσμα, όλοι θα είναι φτωχότεροι.
Ομοίως, οι αντι-μεταναστευτικές πολιτικές του Τραμπ ενθαρρύνουν τις εταιρείες που εξαρτώνται από μηχανικούς ή άλλους εργαζομένους με υψηλή κατάρτιση να μεταφέρουν τα ερευνητικά τους εργαστήρια και τις εγκαταστάσεις παραγωγής στο εξωτερικό. Είναι μόνο θέμα χρόνου προτού αρχίσουμε να βλέπουμε ελλείψεις εργαζομένων παντού στις ΗΠΑ.
Ο Τραμπ ήρθε στην εξουσία εκμεταλλευόμενος τις αθετημένες υποσχέσεις της παγκοσμιοποίησης, της χρηματιστικοποίησης και της θεωρίας ότι οι φτωχοί θα ωφεληθούν σταδιακά από την αύξηση του πλούτου των πλουσιότερων. Υστερα από μια παγκόσμια οικονομική κρίση και μια δεκαετία χλιαρής ανάπτυξης, οι ελίτ είχαν δυσφημιστεί και εμφανίστηκε ο Τραμπ για να αποδώσει ευθύνες. Ωστόσο, βέβαια, ούτε η μετανάστευση ούτε οι εισαγωγές από το εξωτερικό προκάλεσαν τα περισσότερα από τα οικονομικά προβλήματα που εκμεταλλεύτηκε ο Τραμπ για πολιτικό όφελος. Η απώλεια θέσεων εργασίας στη βιομηχανία, για παράδειγμα, οφείλεται κυρίως στην τεχνολογική αλλαγή. Κατά μία έννοια, υπήρξαμε θύματα της ίδιας μας της επιτυχίας.
Ακόμη κι έτσι, οι υπεύθυνοι για τη χάραξη της πολιτικής θα μπορούσαν να είχαν χειριστεί καλύτερα αυτές τις αλλαγές για να βεβαιωθούν ότι η αύξηση του εθνικού εισοδήματος θα έφθανε στους πολλούς αντί στους λίγους. Οι ηγέτες του επιχειρηματικού και του χρηματοπιστωτικού τομέα τυφλώθηκαν από την ίδια τους την απληστία και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, ιδίως, τους έδινε με χαρά ό,τι ήθελαν. Ως αποτέλεσμα, οι πραγματικοί (προσαρμοσμένοι στον πληθωρισμό) μισθοί έμειναν στάσιμοι, και εγκαταλείφθηκαν όσοι εκτοπίστηκαν από την αυτοματοποίηση και την παγκοσμιοποίηση.
Σαν τα οικονομικά μέτρα του Τραμπ να μην ήταν αρκετά άσχημα, οι πολιτικές του είναι ακόμη χειρότερες. Και, δυστυχώς, το είδος του ρατσισμού, του μισογυνισμού και της υποδαύλισης του εθνικισμού που επιδεικνύει ο Τραμπ έχει ήδη παραρτήματα στη Βραζιλία, στην Ουγγαρία, στην Ιταλία, στην Τουρκία και αλλού. Ολες αυτές οι χώρες θα βιώσουν παρόμοια – ή χειρότερα – οικονομικά προβλήματα, καθώς όλες αντιμετωπίζουν στον πραγματικό κόσμο τις επιπτώσεις από την έλλειψη κοσμιότητας στην οποία ευδοκιμούν οι λαϊκιστές ηγέτες τους. Στις ΗΠΑ, η ρητορική και οι πράξεις του Τραμπ εξαπέλυσαν σκοτεινές και βίαιες δυνάμεις που έχουν ήδη αρχίσει να βγαίνουν εκτός ελέγχου.
Η κοινωνία μπορεί να λειτουργήσει μόνο όταν οι πολίτες έχουν εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση, στους θεσμούς και μεταξύ τους. Ωστόσο, η πολιτική συνταγή του Τραμπ βασίζεται στο να διαβρώνει την εμπιστοσύνη και να μεγιστοποιεί τη διχόνοια. Μπορούμε μόνο να αναρωτηθούμε πού θα καταλήξουν όλα αυτά. Είναι η δολοφονία 11 εβραίων σε συναγωγή του Πίτσμπουργκ προάγγελος μιας αμερικανικής Kristallnacht;
Δεν υπάρχει κανένας τρόπος να γνωρίζουμε τις απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα. Πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς θα εξελιχθεί η παρούσα πολιτική στιγμή.
Αν οι υποστηρικτές των σημερινών λαϊκιστών ηγετών απογοητευτούν από την αναπόφευκτη αποτυχία των οικονομικών τους πολιτικών, θα μπορούσαν να στραφούν ακόμη περισσότερο προς τη νεοφασιστική Δεξιά. Πιο αισιόδοξα, θα μπορούσαν να επιστρέψουν στον φιλελεύθερο-δημοκρατικό χώρο, ή τουλάχιστον να πάψουν να κινητοποιούνται λόγω της απογοήτευσής τους.
Ενα όμως το γνωρίζουμε: τα οικονομικά και πολιτικά αποτελέσματα είναι αλληλένδετα και αλληλοενισχύονται. Το 2019, οι επιπτώσεις από τις κακές πολιτικές και τις χειρότερες πολιτικές των δύο τελευταίων ετών θα έρθουν πληρέστερα στο προσκήνιο.
Ο κ. Joseph E. Stiglitz είναι κάτοχος του βραβείου Νομπέλ Οικονομίας του 2001.