Αργά το βράδυ των πρόσφατων προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ σε μια επαρχιακή πόλη της Ελλάδας η έφηβη κόρη μου με ενημέρωνε τηλεφωνικά ότι το αποτέλεσμα των εκλογών συνεπάγεται την εφαρμογή από τη νέα χρονιά και μετά των αρχών και επιταγών του «Project 2025» ρωτώντας με έκδηλη ανησυχία τι σκέπτομαι γι’ αυτό και πώς θα αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες αυτής της εξέλιξης. Προσπερνώντας το έντονο ξάφνιασμά μου προσπάθησα να την καθησυχάσω θυμίζοντάς της ότι εμείς δεν κατοικούμε στις ΗΠΑ και δεν χρειάζεται η ίδια να ανησυχεί για την εφαρμογή του «Project 2025», για να εισπράξω την εξίσου έκπληκτη απάντηση: «Μα τι λες, τι σχέση έχει πού κατοικεί κανείς;».
Η αντίδρασή της προφανώς ακύρωσε ακαριαία κάθε προσπάθεια παρωχημένου γονεϊκού καθησυχασμού επαναφέροντάς με στην πραγματικότητα: για τις πολύ νέες γενιές ανθρώπων η παγκοσμιότητα της τάξης πραγμάτων δεν αποτελεί ένα θεωρητικό εννοιακό πλαίσιο αναφοράς αλλά μια ενσώματη ζώσα πραγματικότητα που βιώνεται πολύτροπα αλλά και πλανητικά μέσα από τις διαρκείς επινοήσεις των καθημερινών πρακτικών, για να θυμηθούμε τον Μισέλ ντε Σερτό.
Κατά τη διάρκεια του μακρινού 20ού αιώνα, οι ιστορικοί της παγκόσμιας Ιστορίας προσπάθησαν με ποικίλους τρόπους και μέσα από πολλά και διαφορετικά σχήματα ερμηνείας να κατανοήσουν την παγκοσμιότητα και τα αναδυόμενα και διαρκώς μεταλλασσόμενα συστήματα ανταγωνισμού και ισχύος που αυτή εμπεριέχει και παράγει. Η παλαιά έννοια της θρησκευτικής οικουμένης, προϊόν αρχικά κυρίως των μονοθεϊστικών θρησκειών, παρέμεινε μέσα βέβαια από τις κοσμικές μεταλλάξεις της ένα πολύ επιδραστικό και εμμενές σχήμα κατανόησης της παγκοσμιότητας. Αλλά και οι μετέπειτα κοσμικές αντιλήψεις περί της «φυσικής» σχεδόν ανόδου και πτώσης των μεγάλων αυτοκρατοριών και των πολιτισμών συνεχίζουν και μας επηρεάζουν έως και σήμερα.
Αρκεί κανείς να σκεφτεί τη «φυσικότητα» με την οποία όσοι σκεπτόμαστε γύρω από αυτά τα ζητήματα συχνά αναζητούμε την εκάστοτε «νέα παγκόσμια δύναμη» που θα αναλάβει τάχα τα ηνία της παγκόσμιας διακυβέρνησης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η σύγχρονη δημοσιολογία περί του διπόλου Κίνας -ΗΠΑ.
Βέβαια, σπουδαίοι ιστορικοί του 20ού αιώνα φιλοτέχνησαν και εναλλακτικές θεωρήσεις της παγκόσμιας τάξης ισχύος προκρίνοντας συστημικές προσεγγίσεις και προτείνοντάς μας να σκεφτούμε τον κόσμο όχι μόνο ως ένα πεδίο μάχης μεταξύ ανταγωνιστικών δυνάμεων αλλά ως ένα παγκόσμιο και πολυκεντρικό σύστημα που επιδιώκει την ισορροπία μεταξύ αντίρροπων τάσεων και δυναμικών σε πεδία όπως η οικονομία, η πολιτική, ο πολιτισμός, η στρατιωτική και τεχνολογική ισχύς. Οι πιο σύγχρονες θεωρήσεις του παγκόσμιου στρέφουν επίσης την προσοχή μας σε πτυχές της παγκοσμιότητας που δεν απασχολούσαν τις παλαιότερες κοινωνίες αλλά αφορούν ζητήματα αιχμής σήμερα: την κλιματική κρίση και την υβριδική εκδοχή της έννοιας του «κόσμου» πέρα από τις παλαιότερες σαφείς διακρίσεις μεταξύ ψηφιακού και αναλογικού κόσμου.
Γιατί, πώς να κατανοήσει κανείς επαρκώς τις σημερινές μετατοπίσεις κάθε έννοιας «παγκόσμιας τάξης» αν δεν λάβει υπόψη την πλανητικότητα των εκφάνσεων της κλιματικής αλλαγής που έχει πια αποκτήσει βαθιά ριζώματα τόσο στην καθημερινή ζωή όσο και στο φαντασιακό των ευρύτερων κοινωνικών ομάδων, και ιδιαίτερα των νέων, σε παγκόσμιο επίπεδο; Και πώς να κατανοήσουμε τις αναδυόμενες αντιστίξεις μεταξύ παγκοσμιότητας και τοπικότητας χωρίς να αντιληφθούμε σε βάθος τις ραγδαίες ανακατατάξεις του «τοπικού» σε μια συνθήκη που χαρακτηρίζεται, για παράδειγμα, από τη σταδιακή άρση της διάκρισης μεταξύ ψηφιακών και αναλογικών τόπων και την ανάδυση ενός υβριδικού παγκόσμιου πεδίου εντός του οποίου αναπτύσσονται οι πρακτικές του καθημερινού βίου, οι αντιλήψεις, τα βιώματα, οι φόβοι και οι προσδοκίες της μόνης πραγματικής ανερχόμενης δύναμης του πλανήτη που δεν είναι άλλη από στους νέους ανθρώπους;
Πόσo μάλλον που στον νέο αυτό υβριδικό «θαυμαστό κόσμο» η ίδια η ανθρωπινότητα δεν αποτελεί πια τον μοναδικό πρωταγωνιστή των σεναρίων της πραγματικότητας, αφού συνυπάρχει πλέον σε ολοένα και πιο σφιχτό εναγκαλισμό με ποικίλες μορφές «τεχνητής» νοημοσύνης. Σύμφωνα με το περιοδικό «Nature» στις προεδρικές εκλογές του μακρινού 2016 στις ΗΠΑ, οι αρχικοί αποστολείς 20% των σχετικών μηνυμάτων που διακινήθηκαν στην πλατφόρμα Τwitter ήταν bots και όχι άνθρωποι. Σήμερα, το ποσοστό των συνολικών μηνυμάτων που αφορούν όλα τα επιμέρους θέματα της διακινούμενης πληροφορίας και που εκκινούν από bots έχει σημαντικά αυξηθεί. Αναμφισβήτητα, μια τέτοια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων απαιτεί νέες μορφές και εργαλεία κατανόησης.
Η κυρία Ιωάννα Λαλιώτου είναι καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.