Κατάστημα παιδικών ρούχων, Σάββατο μεσημέρι, ο πατέρας με την περίπου οκτάχρονη κόρη του συναντούν τη δασκάλα που είχε μέχρι πέρυσι η μικρή σε δημόσιο σχολείο. «Πώς είναι το καινούργιο περιβάλλον;» ρωτάει η δασκάλα τη μικρή. Παίρνει ανάσα να απαντήσει, αλλά την προλαβαίνει ο πατέρας. «Μια χαρά είναι, αν και νωρίς ακόμη».
«Ελπίζω να σας βγει η επένδυση» συνεχίζει η δασκάλα.
Από τα συμφραζόμενα κατάλαβα πως με τον όρο «επένδυση» εννοούσε τη μετεγγραφή του κοριτσιού σε ακριβό ιδιωτικό σχολείο. Η απάντηση του πατέρα ήταν άμεση, σαν να την είχε δώσει πολλές φορές. «Δεν ξέρω ακόμη, αλλά ελπίζω πως θα μου βγει η επένδυση. Θα αφιερώσω τη ζωή μου στο training του παιδιού και νομίζω πως θα αποζημιωθώ στο τέλος». Από ποια λέξη να αρχίσεις; Από το training; Από την «επένδυση»; Από το «αποζημιωθώ»; Από το «θα μου βγει»;
Δεν αισθάνομαι ικανός να δώσω συμβουλές πατρότητας σε κανέναν. Δεν έχω ιδέα ποιο το σωστό και ποιο το λάθος. Ολοι με το ένστικτο πορευόμαστε σε ένα αχαρτογράφητο τόπο, όσο κι αν πολλοί επιστήμονες επιχείρησαν να τον χαρτογραφήσουν και να καταλήξουν σε κάποιο εγχειρίδιο διαπαιδαγώγησης για να μας βοηθήσουν.
Ακολούθησα εκείνο που μου φαινόταν πιο σωστό, πως το παιδί μέχρι τα έξι έχει μόνο δύο «υποχρεώσεις»: να παίζει και να χαίρεται. Από κει και πέρα αρχίζει ο επίσημος κύκλος της εκπαίδευσης, στον οποίο ο καθένας μας βάζει σε διαφορετικό σημείο το όριο της δικής του παρέμβασης.
Αλλά έχω μάθει να εμπιστεύομαι το σώμα μου και τις αυτόματες αντιδράσεις του. Και το σώμα μου το λυπήθηκε κάπως εκείνο το κοριτσάκι. Κατ’ αρχάς το λυπήθηκε γιατί δεν έβγαλε λέξη, δεν του δόθηκε η δυνατότητα να απαντήσει μόνο του στη δασκάλα του, δεν άκουσα καθόλου τη φωνούλα του τόση ώρα. Επίσης το λυπήθηκα που άκουγε τον πατέρα του να επαίρεται ότι αυτός θα προβεί σε θυσίες προκειμένου να πετύχει (τι;) η κόρη του. Την είδα να κουβαλάει μια κοτρόνα στις πλατούλες της για να μην απογοητευτεί ο μπαμπάς, να μην πάνε χαμένες οι «θυσίες» του.
Ενας από τους αρχαιότερους τρόπους χειραγώγησης και συναισθηματικού εκβιασμού είναι ακριβώς η «διαφήμιση» των θυσιών. Το έχουμε σίγουρα όλοι μας συναντήσει και στις προσωπικές και στις ερωτικές μας σχέσεις. Ο «θυσιασμένος» δικαιώνεται γιατί απλά πρόλαβε να δηλώσει πρώτος τη θυσία του. Κατεβαίνοντας τρία-τρία τα σκαλοπάτια της αυτολύπησης, αποφασίζει μόνος του πως οι άλλοι του χρωστάνε και αξιώνει τη διαρκή πληρωμή του.
Οταν αυτό εφαρμόζεται από γονείς προς τα παιδιά τους, αγγίζει τα όρια του αποκρουστικού. Δεν νομίζω πως χρειάζεται περαιτέρω εξήγηση αυτό.
Δεν μπορείς να χαράξεις δρόμο για κάποιον άλλον άνθρωπο, όποιος κι αν είναι αυτός. Mπορείς να του δείξεις δρόμους. Και να του εμφυσήσεις τη βεβαιότητα πως η μόρφωση θα του δώσει τη δυνατότητα να κάνει περισσότερες επιλογές, αλλά κυρίως να γίνει καλύτερος ο ίδιος. Και καλύτερος δεν σημαίνει πληρέστερο βιογραφικό, αλλά να μπορεί να διαχειρίζεται τόσο την αντάρα όσο και τη γαλήνη που θα εναλλάσσονται στη ζωή του συνέχεια.
Ο κ. Οδυσσέας Ιωάννου είναι συγγραφέας – στιχουργός.