Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα σε όλον τον κόσμο αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Στις γαλλικές προεδρικές εκλογές του 2017 ο υποψήφιος των Σοσιαλιστών (που κάποτε ήταν το πιο δημοφιλές αριστερό κόμμα στη Γαλλία) έλαβε μόνο το 6% των ψήφων και το κόμμα αναγκάστηκε να πουλήσει τα κεντρικά γραφεία του στην αριστοκρατική οδό Σολφερινό του Παρισιού.
Παρομοίως το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας έλαβε μόνο το 20% των ψήφων στις ομοσπονδιακές εκλογές το περασμένο φθινόπωρο – η χειρότερη επίδοση του κόμματος μετά τον πόλεμο. Το Ισπανικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα εξασφάλισε λίγο πάνω από το 20% των ψήφων στις γενικές εκλογές το 2015 και το 2016, ενώ πριν από μία δεκαετία έπαιρνε τις διπλάσιες ψήφους. Ταυτόχρονα, τα αριστερά λαϊκιστικά κόμματα σε αυτές τις χώρες λαμβάνουν ένα σημαντικό ποσοστό των ψήφων. Το 20% των Γάλλων ψήφισε το κόμμα του Ζαν-Λικ Μελανσόν, την Ανυπότακτη Γαλλία, το 9% των Γερμανών ψήφισε το Die Linke και τo 21% των Ισπανών ψήφισε το Podemos.
Ολο και περισσότεροι ειδικοί και πανεπιστημιακοί πιστεύουν τώρα πως ο αριστερός λαϊκισμός αποτελεί την καλύτερη στρατηγική προκειμένου να επιστρέψει η Αριστερά στην εξουσία και να εφαρμοστούν πολιτικές που θα βοηθήσουν τους «χαμένους» της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Η Σαντάλ Μουφ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Ουεστμίνστερ, γράφει στο νέο βιβλίο της πως «ο αριστερός λαϊκισμός, τον οποίο αντιλαμβανόμαστε ως μια εκτενή στρατηγική οικοδόμησης του πολιτικού συνόρου ανάμεσα στον λαό και στην ολιγαρχία, αποτελεί, υπό τις παρούσες συνθήκες, το είδος της πολιτικής που χρειαζόμαστε για να ανακτήσουμε και να εμβαθύνουμε στη δημοκρατία». Παραδόξως, η Μουφ αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στα διδάγματα που μπορεί κανείς να αντλήσει από τον θατσερισμό, αλλά παραλείπει να αναφέρει πραγματικά παραδείγματα σύγχρονων αριστερών λαϊκιστικών κυβερνήσεων. Τέτοιες κυβερνήσεις είναι του Ραφαέλ Κορέα στον Ισημερινό, το βίαιο καθεστώς του Ούγκο Τσάβες και του διαδόχου του Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα και η κυβέρνηση του προέδρου Εβο Μοράλες στη Βολιβία.
Η Μουφ περιορίζει την ανάλυσή της στη Δυτική Ευρώπη. Παρά τις ομοιότητες, πιστεύει πως οι διαφορετικές εκδοχές αριστερού λαϊκισμού ανά τον κόσμο πρέπει να γίνονται αντιληπτές σύμφωνα με το ιδιαίτερο πλαίσιό τους. Αν και είναι αλήθεια όμως πως ο αριστερός λαϊκισμός της Νότιας Αμερικής διαφέρει από εκείνον της Δυτικής Ευρώπης, αυτό δεν σημαίνει πως δεν συνδέονται μεταξύ τους. Εξάλλου οι ευρωπαίοι λαϊκιστές έχουν συχνά εμπνευστεί από τους Λατινοαμερικανούς ομολόγους τους. Ο Ινιγο Ερεχόν, ο αρχιτέκτονας της αρχικής εκλογικής στρατηγικής του Podemos, έγραψε το διδακτορικό του με θέμα την άνοδο του Μοράλες. Ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, πάλι, έχει υπερασπιστεί επανειλημμένα τον τσαβισμό και το καθεστώς του Μαδούρο.
Οταν ανέλαβαν την εξουσία, ο Κορέα, ο Τσάβες και ο Μοράλες εφάρμοσαν σημαντικές συνταγματικές μεταρρυθμίσεις μέσα από δημοψηφίσματα. Σε κάθε χώρα τα νέα Συντάγματα περιόρισαν όχι μόνο τη δύναμη της παλιάς ελίτ, αλλά  και τη δυνατότητα των κομμάτων της αντιπολίτευσης να ασκήσουν πολιτική με ισότιμους όρους. Ο εκτελεστικός διευθυντής του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Αμερικής έχει απευθύνει τα τελευταία χρόνια αρκετές προειδοποιήσεις για την παραβίαση του διεθνούς δικαίου σε αυτές τις χώρες.
Η εμπειρία της Λατινικής Αμερικής με τον αριστερό λαϊκισμό δεν είναι τίποτα λιγότερο από καταστροφική. Οσοι υποστηρίζουν πως ο αριστερός λαϊκισμός θα επαναφέρει και θα εμβαθύνει τη δημοκρατία καλά θα κάνουν να το ξανασκεφτούν. Παρ’ όλο που ο λαϊκισμός μπορεί να στηρίξει τη δημοκρατία, μπορεί εξίσου εύκολα να την απειλήσει.
O κ. Κριστόμπαλ Ροβίρα Καλτβάσερ είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Diego Portales του Σαντιάγο της Χιλής και έχει γράψει μαζί με τον Κας Μούντε το βιβλίο «Λαϊκισμός: Μια πολύ σύντομη εισαγωγή».