Αναστοχασμός και επαναδιαπραγμάτευση θεμελιωδών αξιών
Ενα από τα επιτεύγματα του Διαφωτισμού ήταν η συνειδητή προσπάθειά του να διαμορφώσει μια ηθική βασισμένη όχι στις επιταγές της θρησκείας, αλλά του ορθού λόγου. Ως ρήξη με το παρελθόν, η επεξεργασία αυτή των ηθικών ζητημάτων παρήγαγε προσεγγίσεις διαφορετικές μεταξύ τους, καθολικού χαρακτήρα όπως του Ιμάνουελ Καντ ή μερικότερου, όπως του Ζαν-Ζακ Ρουσό. Παράλληλα, ωστόσο, με την προβληματική αυτή, άλλοι Διαφωτιστές, όπως ο Βολταίρος, φρόντισαν να εγγράψουν τις αντιλήψεις των κοινωνιών στις ιστορικές καταβολές τους αναγνωρίζοντας το θεμιτό των αποκλίσεων.
Στην εκκοσμικευμένη προοπτική των πραγμάτων εκτός από το νήμα της ανωτερότητας του δυτικού πολιτισμού, για το οποίο συχνά επικρίνονται σήμερα οι διανοητές του 18ου αιώνα, υπήρχε και εκείνο της ανοχής του διαφορετικού ως άποψης αλλά και ως οπτικής του κόσμου. Εξ ου και μία ανάγνωση του Διαφωτισμού μπορεί να είναι αυτή ενός μακρόχρονου, πολύπλευρου διαλόγου με αντικείμενο την πολιτική και την οικονομία, την ισότητα και την ανισότητα, το δίκαιο και τους φυσικούς νόμους, τον πόλεμο και την ειρήνη, τη θρησκεία και την ανεξιθρησκία, την ελευθερία και την ανελευθερία, τα δικαιώματα και τα καθήκοντα, το κράτος και την κοινωνία. Αν αναλογιστεί κανείς τους μετασχηματισμούς που μεσολαβούν από την τότε προβιομηχανική ως την τωρινή ψηφιακή εποχή, δεν είναι ίσως παράξενο το ότι τα ζητήματα αυτά μένουν μαζί μας και σήμερα.
Οι αποχρώσεις τους, ωστόσο, και οι αφορμές με τις οποίες επανέρχονται στην επικαιρότητα απεικονίζουν ανάγλυφα την εκάστοτε πραγματικότητα. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έθεσε το ζήτημα της τήρησης της διεθνούς τάξης· η ανάφλεξη της διαμάχης Ισραήλ – Παλαιστίνης το ερώτημα του δίκαιου πολέμου· η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη των κοινωνικών μέσων το πρόβλημα των ορίων της ελευθερίας του λόγου και του ρυθμιστικού πλαισίου του δημόσιου διαλόγου· τα κινήματα για τον σεβασμό των δικαιωμάτων των μειοψηφιών το θέμα των υπόγειων, συστημικών διακρίσεων. Τα ηθικά διλήμματα της εποχής μας δεν είναι ασφαλώς νέα. Οι συνθήκες όμως εντός των οποίων ανακύπτουν διαφέρουν ριζικά από τις προηγούμενες καλώντας σε επανεξέταση, επαναδιαπραγμάτευση, επανεπιβεβαίωση ή αναδιατύπωση αξιών θεμελιωδών για τις σύγχρονες κοινωνίες.
Ηθική φιλοσοφία και σύγχρονες προκλήσεις
του Στέλιου Βιρβιδάκη
Υπάρχουν πολλές επιφυλάξεις για τη χρησιμότητα της ηθικής φιλοσοφίας. Υποστηρίζεται, μεταξύ άλλων, πως οι ηθικές αξίες και αρχές είναι σχετικές προς μια ιστορική περίοδο, κοινωνία ή πολιτισμική παράδοση. Μερικοί μάλιστα πιστεύουν πως οι ηθικές πεποιθήσεις δεν εκφράζουν τίποτα περισσότερο από υποκειμενικές επιθυμίες και προτιμήσεις. Ωστόσο, και αν ακόμη μπορούμε, με τη βοήθεια της φιλοσοφίας, να αναδείξουμε ορισμένες κοινά αποδεκτές κανονιστικές αρχές αγαθοπραξίας, δικαιοσύνης και αυτονομίας που διαθέτουν αντικειμενικό κύρος, οι αρχές αυτές αποδεικνύονται συνήθως ανίσχυρες στην πράξη. Φαίνεται πως οι επιταγές τους ακυρώνονται από εγωιστικά κίνητρα που κυριαρχούν στην ανθρώπινη συμπεριφορά και ακυρώνουν εν τέλει οποιαδήποτε ευρύτερη αλτρουιστική στόχευση.
Γίνεται εύκολα κατανοητό πως η ηθική φιλοσοφία αποβλέπει στη ρύθμιση του πράττειν και, σύμφωνα με μια βαθύτερη αρετολογική οπτική, στη διαμόρφωση του χαρακτήρα. Οπως τονίζει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια, η πραγματεία του δεν έχει γραφεί «θεωρίας ένεκεν», αλλά «ίνα αγαθοί γενώμεθα». Σε κάθε περίπτωση, μας απασχολεί το πρακτικό αντίκρισμα των εννοιών, των αρχών και των θεωριών που επικαλούμαστε, όχι μόνο για να δικαιολογήσουμε, αλλά και για να καθοδηγήσουμε τις αποφάσεις μας και τις πράξεις στις οποίες οδηγούν. Γι’ αυτό και είναι φυσικό να ενδιαφερόμαστε για τον φιλοσοφικό κλάδο που έχει αποκληθεί «εφαρμοσμένη ηθική». Εδώ, η σχέση με τη σφαίρα της θεωρίας είναι αμεσότερη από εκείνη των εφαρμοσμένων μαθηματικών με τα μαθηματικά. Η ηθική δεν έχει ουσιαστικό νόημα αν παραμένει αποκομμένη από την πράξη.
Ετσι, θα λέγαμε πως η ηθική διάσταση των μεγάλων προβλημάτων και διλημμάτων της εποχής μας, από τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης με τους ενδεχόμενους κινδύνους που συνεπάγεται, μέχρι την κλιματική αλλαγή η οποία προκαλείται από την ανεξέλεγκτη οικονομική ανάπτυξη με τη χρήση ρυπογόνων μορφών ενέργειας, παρέχει την ευκαιρία να δοκιμαστούν τα θεωρητικά εργαλεία της πρακτικής φιλοσοφίας. Αυτά που έχουν αποκληθεί «προκλήσεις» του καιρού μας αποτελούν προνομιακά αντικείμενα ηθικών αναλύσεων, με στόχο την επεξεργασία αποτελεσματικών τρόπων αντιμετώπισης.
Θα ήταν αφελής η προσδοκία κάποιας αδιαμφισβήτητης, μονοσήμαντης και οριστικής διευθέτησης των επίμαχων ζητημάτων. Oμως, είναι βάσιμη η ελπίδα πως ο φιλοσοφικός στοχασμός θα φωτίσει επαρκώς τις εναλλακτικές λύσεις, συμβάλλοντας στην αποσαφήνιση θεμελιωδών εννοιών, στη στάθμιση αντιπαρατιθέμενων αξιών και στην αποτίμηση σημαντικών διακυβευμάτων του ιδιωτικού και του δημόσιου βίου. Αντίστροφα, η εμπλοκή στο τραχύ έδαφος της επιχειρηματολογίας για συγκεκριμένες δύσκολες καταστάσεις, πραγματικές ή και υποθετικές, φαίνεται να επιτρέπει την εμβάθυνση στις ίδιες τις αφηρημένες θεωρητικές διαμάχες και την επιλογή των ορθότερων τοποθετήσεων.
Ξεκινώντας από τον κεντρικό χώρο της σύγχρονης βιοηθικής, και στρεφόμενοι σε άλλες περιοχές, διαμορφωμένες από παλιά ή, συχνότερα, μέσα από την εξέλιξη της σύγχρονης τεχνολογίας, συνειδητοποιούμε τη χρησιμότητα φιλοσοφικών προσεγγίσεων κρίσιμων διλημμάτων, στην ηθική του πολέμου, την ηθική του περιβάλλοντος, την ηθική των επιχειρήσεων, την ηθική των ΜΜΕ, και πιο πρόσφατα, στην ηθική των έμφυλων σχέσεων, την ηθική της τεχνητής νοημοσύνης και του Διαδικτύου. Ταυτόχρονα, ως φιλόσοφοι, εξετάζουμε νέους τρόπους διερεύνησης εννοιών, επανερμηνείας και εφαρμογής αρχών με τις οποίες είμαστε εξοικειωμένοι από τα κείμενα του Αριστοτέλη, του Θωμά Ακινάτη, του Καντ, του Μιλ ή του Ρoλς.
Είναι πολλά εκείνα που πρέπει να προσέξει όποιος επιθυμεί να συμμετάσχει σε συζητήσεις, μέσα από τη σκοπιά της εφαρμοσμένης ηθικής, για τα όρια της ελευθερίας της έκφρασης σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία, τον έλεγχο του Διαδικτύου και της χρήσης των υπολογιστών νέας γενιάς, τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων, της ευθανασίας, της θεραπευτικής και της αναπαραγωγικής κλωνοποίησης, του γάμου και της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια και για πολλά άλλα ζητήματα: H καλή διεπιστημονική γνώση πραγματολογικών στοιχείων και δεδομένων, καθώς και της ιστορίας των διαμαχών, οι σαφείς ορισμοί και η κατανόηση τεχνικών εννοιών, η μελέτη θεωριών πριν από την εφαρμογή ηθικών αρχών για την ανάπτυξη και τον έλεγχο επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων· τέλος, η διάκριση, αλλά και οι συσχετίσεις κανονιστικών επιπέδων, του καθαυτό ηθικού, του νομικοδικαιικού, του πολιτικού, του θρησκευτικού, του αισθητικού. Η ευρεία «αναστοχαστική ισορροπία» αρχών και καλά σταθμισμένων πεποιθήσεων στην οποία αποβλέπει, θα αναδείξει ένα πλουραλισμό δυναμικά εξελισσόμενων αντιλήψεων που δεν ταυτίζεται με σχετικισμό, και, κατά μείζονα λόγο, με υποκειμενισμό, και καθιστά δυνατές γόνιμες συγκλίσεις.
Ο κ. Στέλιος Βιρβιδάκης είναι ομότιμος καθηγητής Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ.
Το νέο ηθικοπολιτικό σύστημα
της Χαριτίνης Καρακωστάκη
Κάθε εποχή έχει τη δικό της σημείο εισόδου στην ηθική διαβούλευση. Για το μεγαλύτερο διάστημα του 19ου και του 20ού αιώνα τέτοια σημεία εισόδου, που επέτρεπαν στις κοινωνίες της Δύσης να στοχαστούν πάνω στον εαυτό τους, δηλαδή πάνω στους όρους με τους οποίους το κράτος «είναι σωστό» να κυριαρχεί πάνω στους υπηκόους του, ήταν ζητήματα που σχετίζονταν με τον περιορισμό των ατομικών ή συλλογικών ελευθεριών.
Σημαντικά ζητήματα, όπως το δικαίωμα να επιλέγεις ελεύθερα το θρήσκευμά σου ακόμα και ενάντια στην κυρίαρχη θρησκεία της χώρας σου, το δικαίωμα να επιχειρείς και να εμπορεύεσαι, το δικαίωμα να επιλέγεις πώς και από ποιον θα κυβερνηθείς, το δικαίωμα να επιλέγεις τι σχέσεις θα συνάψεις, συνέβαλαν στο να αποκρυσταλλωθεί σταδιακά η ελευθερία ως αυτοδύναμη και αδιαμφισβήτητη ηθική στάση.
Oσο προχωράμε στον 20ό αιώνα και η ηθική διαβούλευση, μπολιασμένη από επαναστάσεις, πολέμους και κοινωνικά κινήματα, καταλήγει πανηγυρικά στο συμπέρασμα ότι η ελευθερία είναι η μόνη ηθική στάση, η συζήτηση διευρύνεται μετά και τη συνειδητοποίηση ότι η κατάκτηση των ελευθεριών δεν αφορά το σύνολο αλλά ένα κομμάτι μόνο της πολιτειακής κοινότητας. Πολίτες β΄ διαλογής σε πολιτικές οντότητες δύο ταχυτήτων ανέσυραν τότε το ζήτημα της καθολικής ισχύος της ηθικής. Αν το ηθικό είναι να ζεις ελεύθερος, τότε αυτό πρέπει να ισχύει για όλους. Οι Μαύροι, οι γυναίκες και οι ΛΟΑΤ πήραν τη σκυτάλη της δημόσιας ηθικής διαβούλευσης και μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα πέτυχαν, όχι χωρίς διαρροές και ατελείς υλοποιήσεις, τη συμπερίληψή τους στη μεγάλη πολιτειακή κοινότητα και την ηθική της.
Ομως, αυτή η ανάγνωση της Ιστορίας που περιγράφει τη σταδιακή οικοδόμηση της φιλελεύθερης κοινωνίας ως μια εξελικτική ηθική διαδικασία, όπου το κάθε επόμενο στάδιο είναι ανώτερο από το προηγούμενο, είναι εσφαλμένη και παραπλανητική. Ενώ μιλάμε για κεκτημένα, για ακλόνητες σταθερές και για αδιαμφισβήτητα δικαιώματα, γινόμαστε μάρτυρες εδώ και μια δεκαετία ενός αργού ξηλώματος του μανδύα της Δύσης.
Ο φιλελευθερισμός αρχίζει να γίνεται αντιληπτός σαν αυτό που πραγματικά είναι. Οχι σαν μια παγιωμένη ηθική κατάσταση που δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς, παρά σαν ένα αέναο πεδίο μάχης και διαρκούς διαπραγμάτευσης με όρους πολιτικής. Εξάλλου η επιτελεστική δύναμη της εξουσίας, που έχει το μοναδικό προνόμιο να ορίζει τι ισχύει ανάμεσα σε ένα απεριόριστα σύνολο δυνατοτήτων, μπορεί να επαναφέρει περιορισμούς και εξαναγκασμούς με ένα απλό ομιλιακό ενέργημα. Αρκεί η απόφανση μιας εξουσίας, λίγες λέξεις, για να αλλάξει το στάτους της νομιμότητας μιας πράξης. Αυτό που μέχρι πρότινος ήταν μια ηθική πράξη ελευθερίας, η άμβλωση, κηρύσσεται σήμερα έγκλημα και δολοφονία.
Στο νέο αυτό ηθικοπολιτικό οικοσύστημα, η συζήτηση περί ηθικής διαμείβεται ανάμεσα σε αντίρροπες δυνάμεις, που επιχειρηματολογούν πια ανοιχτά και επί ίσοις όροις υπέρ και κατά των ελευθεριών, ιδίως κατά των ελευθεριών των new- ή των late-comers, εκείνων δηλαδή που μπήκαν στην πολιτειακή κοινότητα τελευταίοι, και κέρδισαν τις ελευθερίες τους αργότερα από τους υπόλοιπους.
Η συζήτηση περί ηθικής μετατοπίζεται από το άτομο και τα δικαιώματά του στο έθνος και την ευημερία του. Για να είναι καλά η κοινότητα θα πρέπει αναγκαστικά κάποιοι να θυσιαστούν. Ετσι γινόταν για αιώνες και οι κοινωνίες προόδευαν. Αυτό πρέπει να γίνει και τώρα αν θέλουμε να ξαναγίνουν τα έθνη ισχυρά, που αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις της εποχής τους, δηλαδή τις εξής τρεις: την καθήλωση της οικονομίας, την υπογεννητικότητα και τη μετανάστευση. Η αναγνώριση οποιασδήποτε πέρα από αυτές είναι προϊόν πλεκτάνης: η κλιματική αλλαγή δεν υπάρχει, η πανδημία «εφευρέθηκε», και η ατομική ευτυχία και ευημερία είναι απλώς ασήμαντες (irrelevant).
Στη νέα ηθική που επίκειται να διακηρυχθεί και να κατοχυρωθεί με νόμους, οι γυναίκες θα πρέπει να εκχωρήσουν τον έλεγχο του σώματός τους με στόχο να γίνουν παιδοποιητικές μηχανές, οι μετανάστες να εκτοπιστούν και να επιστραφούν στις χώρες προέλευσής τους, οι άνδρες να σταματήσουν να παρελαύνουν υπερήφανα για τη σεξουαλικότητά τους και να σπεύσουν να υπηρετήσουν έναν περήφανο πόλεμο αν τους ζητηθεί, οι εθνοτικές και φυλετικές μειονότητες να κάνουν ησυχία, να περιοριστούν στα γκέτο τους και να μην προκαλούν.
Η κατοχύρωση των ελευθεριών ήταν μακρά και επίπονη υπόθεση. Κανείς δεν όμως δεν μπορούσε να φανταστεί ότι εξίσου δύσκολη θα ήταν και διατήρησή τους.
Ο φιλελευθερισμός είναι σαν τη φήμη που τον συνοδεύει. Οσο δύσκολα χτίζεται, τόσο εύκολα γκρεμίζεται. Θα τα καταφέρει;
Η κυρία Χαριτίνη Καρακωστάκη είναι πολιτική επιστήμων, διδάσκουσα στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ.
Ηθική μόνο απέναντι στα ανθρώπινα όντα;
της Αννας Λυδάκη
O Νίτσε κλαίει για το άλογο του Τορίνο που το μαστιγώνει ο οδηγός του δίτροχου κάρου, ο Μιχαήλ Μητσάκης υποφέρει για το γατί που βασανίζουν τα χαμίνια στους δρόμους της Αθήνας, ο Κάφκα σχολιάζει πως ο άνθρωπος θέλει να ξεχάσει τη ζωώδη φύση του… Σπουδαίοι στοχαστές που συν-κινήθηκαν από τον πόνο των ζώων, όπως και πριν από αυτούς ο Κοντιγιάκ, ο Μαρτινέτι, ο Μπένθαμ και πολλοί άλλοι μετά (Σίνγκερ, Ρέγκαν, Μπεστ κ.ά.) που μίλησαν για τη νοημοσύνη και τα συναισθήματα των μη ανθρώπινων ζώων.
Ομως οι μοντέρνες κοινωνίες μένουν ασυγκίνητες και βιαιοπραγούν εναντίον των ζώων. Και εκείνα, αδύναμα μπροστά στην «ορθολογικότητα» του ανθρώπινου είδους, υφίστανται το «δίκιο» του ισχυροτέρου, του ανθρώπου που πίστεψε ότι οι ηθικές υποχρεώσεις του περιορίζονται μόνο στο δικό του είδος. Τα ζώα, ως αυτόματα χωρίς ψυχή (Καρτέσιος), έχουν μόνο αξία χρήσης και η ερμηνεία της Γένεσης ότι ο άνθρωπος δεν είναι ιδιοκτήτης αλλά διαχειριστής της Κτίσης του Θεού αποσιωπήθηκε.
Η άγρια ζωή ηττήθηκε από το ανθρώπινο είδος με ολέθρια αποτελέσματα για τα άλλα είδη που έχασαν την αίγλη και την ιερότητα προηγούμενων εποχών και θεωρήθηκαν κατώτερα όντα. Ωστόσο, οι ομοιότητες που ενυπάρχουν στις διαφορετικές μορφές ζωής, η επιστήμη και τα κινήματα για τα δικαιώματα των ζώων από τη δεκαετία του 1970 μας ωθούν να σκεφτούμε την εγγενή αξία τους και τις ηθικές υποχρεώσεις μας απέναντί τους.
Η περίφημη ορθολογικότητα δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο του ανθρώπινου είδους. Τα ζώα έχουν τη δική τους ορθολογικότητα μέσα στο περιβάλλον τους, δημιουργούν κοινωνίες, εργάζονται, έχουν βούληση και συμφέροντα που τα υποστηρίζουν, κρίνουν και σχεδιάζουν τη δράση τους, μαθαίνουν και αναπτύσσουν τεχνολογίες, φτιάχνουν κατοικίες, έχουν ικανότητες που δεν έχουμε. Με τη δική τους ορθολογικότητα επιβίωσαν, συχνά σε αντίξοες συνθήκες, ενώ η ανθρώπινη, καθώς διατάραξε το συνεχές κοινωνίας – φύσης και εισέβαλε σε οικότοπους άλλων ειδών, οδηγεί σε καταστροφικά αποτελέσματα.
Πληθώρα στοιχείων επίσης αποδεικνύουν ότι τα ζώα έχουν ηθική, αγαπούν, νιώθουν στοργή και αφοσιώνονται, ερωτεύονται, θυμούνται, παίζουν, χαίρονται ή λυπούνται, το καθένα με τον τρόπο του. Κυρίως, όμως, πονούν· και κανένας δεν έχει το δικαίωμα να προκαλεί πόνο ή να μένει απαθής μπροστά στο μαρτύριο και στην οδύνη του άλλου επειδή έχει διαφορετική μορφή.
Τα ζώα, παρά τη νοημοσύνη τους, δεν μπορούν να διεκδικήσουν το δικαίωμά τους στην ευημερία και να αντιμετωπίσουν την ανθρώπινη αρπακτικότητα και τα τεχνάσματα για την υποδούλωση και την εξόντωσή τους. Ετσι, εναπόκειται σε εμάς να παραμερίσουμε τα συμφέροντά μας και να ακούσουμε τις «δυστυχισμένες σιωπές» τους (Ζοζέφ Αντράς, Ετσι τους κάνουμε πόλεμο, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου).
Θα «ακούσουμε» τις σιωπές αυτές αν σκεφτούμε την κοινή μοίρα που μας ενώνει με όλους τους αδύναμους αυτού του κόσμου – ανθρώπους και ζώα – που δεν μπορούν να αρθρώσουν λόγο. Το σώμα, η ευάλωτη ζωή, η θνητότητα των ζώντων – παράλληλα με την αναγνώριση του ορθολογισμού και των συναισθημάτων των μη ανθρώπινων όντων – φανερώνουν τη βαθιά κρυμμένη από τον «πολιτισμό» ζωικότητά μας. Η φθορά και ο θάνατος μας θυμίζουν ότι είμαστε ένα είδος ανάμεσα στα άλλα και ότι μέσα μας συνυπάρχουν πολιτισμός και φύση, και η άποψη ότι αποβάλαμε το βιολογικό μας υπόβαθρο είναι ναρκισσιστική και χωρίς έρεισμα, δημιουργημένη από το εγωιστικό ανθρώπινο είδος.
Η συνειδητοποίηση του ζωικού μέρους της ύπαρξής μας και η τρωτότητα ως κοινή μοίρα όλων διευρύνουν την έννοια της ηθικής συμπεριφοράς που γίνεται στάση ζωής στον κόσμο που μοιραζόμαστε με τα άλλα ζώα, τα οποία οφείλουμε να φροντίζουμε (C. Pelluchon, Ηθική της υπόληψης, εκδ. Πόλις). Οχι μόνο εκείνα που ζουν κοντά μας και μας υπηρετούν ως σύντροφοι, αλλά και τα παραγωγικά που εκτρέφονται σε άθλιες συνθήκες για τροφή και ένδυση, εκείνα που βασανίζονται στα εργαστήρια, που κακοποιούνται και σκοτώνονται άνευ λόγου, τα έγκλειστα, τα εγκαταλελειμμένα, εκείνα που καίγονται στα δάση, τα κήτη που το αίμα τους βάφει κόκκινες τις θάλασσες, τα πουλιά που σφαίρες σταματούν απότομα το πέταγμά τους, εκείνα που ο «πολιτισμός» διώχνει από τους χώρους τους.
Τα μη ανθρώπινα ζώα είναι διαφορετικά αλλά όχι κατώτερα από τον άνθρωπο‧ και η ηθική μας, η αγάπη και η συμπόνια θα φανούν στη συμπεριφορά μας απέναντι σε εκείνα που βρίσκονται στο έλεός μας.
Η κυρία Αννα Λυδάκη είναι καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.