Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών πυροδότησε τη συζήτηση για το τέλος της παγκόσμιας τάξης όπως τη γνωρίζουμε. Τι συνιστά αυτή την παγκόσμια τάξη; Είναι ένα σύστημα που οικοδομήθηκε σε δύο διακριτές ιστορικές περιόδους.
Η πρώτη σηματοδοτήθηκε από την τελική φάση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και εν συνεχεία την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου. Στο επίκεντρο βρίσκονταν οι Ηνωμένες Πολιτείες που συνιστούσαν την ισχυρότερη οικονομική δύναμη του πλανήτη και ταυτόχρονα την ισχυρότερη στρατιωτική μηχανή. Τότε συγκροτήθηκε το πλέγμα των οικονομικών θεσμών της μεταπολεμικής εποχής, ιδίως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα, τότε δημιουργήθηκε ένα δυτικό οικονομικό σύστημα μέσω του αμερικανικού Σχεδίου Μάρσαλ που πέτυχε την ανοικοδόμηση της Δυτικής Ευρώπης με αμερικανικά δολάρια.
Στο τέλος αυτής της φάσης, το 1949, δημιουργήθηκε η Ατλαντική Συμμαχία που παρείχε την αμερικανική εγγύηση ασφαλείας στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες έναντι της Σοβιετικής Ενωσης. Ο Δυτικός κόσμος ήταν οργανωμένος στη βάση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, της οικονομίας της αγοράς και του πολιτικού πλουραλισμού, σε καθεστώτα όπου ήταν σεβαστό ένα ελάχιστο ατομικών και πολιτικών ελευθεριών.
Δεν ήταν όμως μια παγκόσμια τάξη καθώς η Σοβιετική Ενωση και οι σύμμαχοί της στην Ευρώπη και στην Ασία προέβαλλαν ένα εναλλακτικό πρότυπο βασισμένο στο σοβιετικό σύστημα του κεντρικού προγραμματισμού, της κρατικής ιδιοκτησίας και του μονοκομματικού κράτους. Στο πλαίσιο αυτού του ανταγωνιστικού διεθνούς συστήματος τα Ηνωμένα Εθνη δεν μπορούσαν να παίξουν τον ρόλο του ρυθμιστή της διεθνούς πολιτικής. Ο Δυτικός κόσμος επικράτησε στον ανταγωνισμό του με το Ανατολικό μπλοκ το 1989 και οι θεσμοί, οι πρακτικές και οι αντιλήψεις του αποτελούσαν το πρόπλασμα μιας παγκόσμιας τάξης. Την εξήγγειλε ο πρόεδρος Μπους ο πρεσβύτερος τον Μάρτιο του 1991.
Αυτή η νέα παγκόσμια τάξη θα βασιζόταν σε κανόνες, στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην ειρηνική συμβίωση την οποία θα μπορούσαν πλέον να εγγυηθούν τα Ηνωμένα Εθνη. Ηταν η ηχώ της ρητορικής του πρώτου Πολέμου του Κόλπου το 1990-1991. Η θέση της Αμερικής ήταν κεντρική σε αυτή την παγκόσμια τάξη. Η ηγεμονία της προέκυπτε από τη συντριπτική στρατιωτική και τεχνολογική υπεροχή της αλλά και την ιδεολογία. Ο φιλελευθερισμός σηματοδοτούσε «το τέλος της Ιστορίας», τα βασικά ζητήματα πολιτικής είχαν επιλυθεί, οι διαμάχες θα αφορούσαν δευτερεύοντα θέματα. Η επιτάχυνση της παγκοσμιοποίησης, με την ανεμπόδιστη κίνηση κεφαλαίων, προϊόντων και ανθρώπων, την ώθηση της τεχνολογίας της πληροφορικής και το πλέγμα των διεθνών οικονομικών οργανισμών δημιουργούσαν την ιδέα μιας παγκόσμιας τάξης.
Η πρόκληση για αυτή την παγκόσμια τάξη προήλθε αρχικά από την αμφισβήτηση της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας από τον ισλαμικό φονταμενταλισμό με το πλήγμα της 11ης Σεπτεμβρίου. Εν συνεχεία, από τη μονομερή χρήση της αμερικανικής ισχύος που ανέδειξε μια πρωτοφανή έλλειψη ουσιαστικής νομιμοποίησης του δευτέρου Πολέμου του Κόλπου το 2003. Ο πόλεμος αυτός μείωσε την αμερικανική αξιοπιστία στη διεθνή κοινότητα και απετέλεσε τον καταλύτη για μια γενικευμένη αμφισβήτηση ενός κόσμου με ένα και μοναδικό κέντρο ισχύος.
Πέραν αυτών, ήταν η ανακατανομή της ισχύος, με τη θεαματική άνοδο της Κίνας και την αντιπαράταξη της Ρωσίας προς τη Δύση, που οδήγησε σε αυτό που έχει περιγραφεί από τον Φαρίντ Ζακάρια ως «μετα-αμερικανικός» κόσμος. Σε αυτόν συνυπάρχουν πολιτισμικοί, εθνικιστικοί και οικονομικοί ανταγωνισμοί. Αναδύονται, επίσης, περιφερειακοί παίκτες που είτε αμφισβητούσαν την αμερικανική υπεροχή, όπως το Ιράν και η Βόρεια Κορέα, είτε απαιτούσαν ένα υψηλότερο τίμημα για τη συνεργασία τους με την Αμερική, όπως η Τουρκία. Τέλος, η αμφισβήτηση της παγκόσμιας τάξης ήταν εξίσου ισχυρή στην ίδια την Αμερική όπου η ανισότητα και η οικονομική δυσχέρεια μεγάλων τμημάτων των μεσαίων στρωμάτων προέκυπτε από την αποβιομηχάνιση και καταλογιζόταν στο ελεύθερο εμπόριο.
Η ιδέα μιας Αμερικής που δεν θα πολεμά αλλά θα επιστρέψει μόνη σε μια εποχή οικονομικής ακμής μέσω μιας δασμολογικά προστατευμένης αγοράς και θα συναλλάσσεται με τους παράγοντες του διεθνούς συστήματος χωρίς πολυμερείς δεσμεύσεις σηματοδοτεί ένα διεθνές σύστημα ακόμα περισσότερο άναρχο και απρόβλεπτο είτε στον τομέα του διεθνούς εμπορίου είτε στον σκληρό πυρήνα των θεμάτων ασφαλείας. Η αναλογία μπορεί να επισημανθεί στο 1919, όταν η Αμερική αποφάσισε να μη συμμετάσχει τελικά στην Κοινωνία των Εθνών και να απομονωθεί.
Η επιλογή δεν δικαιώθηκε εκ του αποτελέσματος. Η ευημερία και η ειρήνη υπονομεύθηκαν από την παγκόσμια οικονομική κρίση που ξεκίνησε από τη Γουόλ Στριτ το 1929 και από την έκρηξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που άρχισε στην Ευρώπη το 1939 γιατί καμία ευρωπαϊκή δημοκρατία δεν ήταν ικανή να τον σταματήσει.
Ο κύριος Σωτήρης Ριζάς είναι διευθυντής Ερευνών του Κέντρου Ερευνας Ιστορίας Νεότερου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών.