Μετανεωτερική, μεταπολιτική, μεταψυχροπολεμική, η τελευταία τριακονταετία δηλώνει την αίσθηση της μεταβατικότητας μέσα από την απουσία σαφούς ορισμού της ποιότητάς της. Οι όροι που τη χαρακτηρίζουν στη δημόσια σφαίρα διακρίνονται για την αναφορά τους στο παρελθόν, σε μια συνθήκη που αποδεχόμαστε ότι έχουμε υπερβεί, χωρίς όμως να μπορούμε να περιγράψουμε τη διάδοχό της. Μελλοντικά ενδεχομένως ένας κόμβος ερμηνείας να έχει ως σημείο αναφοράς την οικονομική κρίση του 2008: στον απόηχό της, 15 χρόνια μετά, αντικρίζουμε την αναδιάταξη των ευρωπαϊκών κομματικών συστημάτων, την ανάδυση μιας ισχυρής λαϊκιστικής συνιστώσας, τη στερέωση μιας ακομπλεξάριστης Ακροδεξιάς, την αύξηση των ανισοτήτων, την όξυνση των κοινωνικών και πολιτισμικών αντιπαραθέσεων, τη μεταβολή των ισορροπιών στο διεθνές σύστημα, τον ακραίο αναθεωρητισμό συγκεκριμένων δυνάμεων. Τις πολιτικές ανατροπές του 2016 σε ΗΠΑ και Μεγάλη Βρετανία ακολούθησε η επέλαση της πανδημίας, την οποία διαδέχθηκε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, κάνοντας το λεξικό Collins να επιλέξει ως χαρακτηριστική του 2022 τη σύνθετη λέξη permacrisis – «μόνιμη κρίση».
Το αν ο κόσμος της «μόνιμης κρίσης», ωστόσο, αλλάζει δραστικά δεν είναι δεδομένο αλλά ζητούμενο. Παγκοσμίως, στο επίπεδο των νοοτροπιών ο κορωνοϊός αντιμετωπίστηκε με ένα κράμα αντιδράσεων, ορθολογικών και λιγότερο ορθολογικών, το οποίο προσομοιάζει με αντίστοιχες πανδημιών της προνεωτερικής περιόδου. Οπωσδήποτε, τα σημερινά αντιεμβολιαστικά κινήματα διαφέρουν από τον χιλιασμό της πρώιμης νεότερης Ευρώπης, παρ’ όλα αυτά στην πρώτη πανδημία του 21ου αιώνα μια όχι ευκαταφρόνητη μειοψηφία αγνόησε τα κελεύσματα της σύγχρονης Ιατρικής. Αν και είναι νωρίς για απολογισμούς, ήδη εκφράζονται φόβοι ότι ο αριθμός των θυμάτων είναι πολλαπλάσιος του επίσημου των 6,9 εκατομμυρίων. Παρόμοιες εκατόμβες αφήνουν ισχυρό το αποτύπωμά τους στις κοινωνίες. Πρόσφατη μελέτη του ιστορικού της Οξφόρδης Τζέιμς Μπέλιτς υποστηρίζει ότι η αποψιλωμένη από ανθρώπους Ευρώπη μετά τον «Μαύρο Θάνατο» του 14ου αιώνα ήταν μια ήπειρος με ανώτερο βιοτικό επίπεδο για τις κατώτερες τάξεις το οποίο θα επανερχόταν μόνο μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση. Κάποιες αρχικές μεταβολές σχετιζόμενες με την εργασία παρατηρούμε ήδη: η «μεγάλη παραίτηση», η «σιωπηλή παραίτηση» ίσως αποτελούν περιστασιακές διακυμάνσεις, ίσως όμως και να υποδεικνύουν βαθύτερες αξιακές μετατοπίσεις. Το ερώτημα ως προς το τι ακριβώς εκφράζει η επιστροφή του διακρατικού πολέμου στα ευρωπαϊκά εδάφη έπειτα από 77 χρόνια ζητάει επίσης απάντηση. Πρόκειται, όπως έχει γραφτεί, για έναν «πόλεμο του 19ου αιώνα», απόπειρα αρπαγής εδαφών βγαλμένη από ένα παρελθόν που έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί ή συνιστά επανεπιβεβαίωση του αξιώματος για τον πόλεμο ως «συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα»; Αν η μορφή του 21ου αιώνα, καθώς έχουμε ήδη διανύσει σχεδόν το πρώτο του τέταρτο, έχει αρχίσει να διαφαίνεται, η σχέση της με τα όσα έχουν προηγηθεί ζητεί ακόμη διευκρίνιση.