Την έναρξη διαλόγου με τους κοινωνικούς εταίρους εντός των επομένων εβδομάδων ενθαρρύνει η κυβέρνηση με απώτερο στόχο την ενίσχυση των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, οι οποίες βρίσκονται στο χειρότερο σημείο των τελευταίων 40 ετών.

Αντικείμενο του διαλόγου είναι ο σχεδιασμός ενός «οδικού χάρτη» ενδυνάμωσης των συμβάσεων έτσι ώστε να αυξηθούν και να καλύπτουν το 80% των εργαζομένων από το 28%-30% που είναι σήμερα. Σημειωτέον ότι η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας αποτέλεσε και το κεντρικό αίτημα της πρόσφατης 24ωρης γενικής απεργίας της ΓΣΕΕ.

«Θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να ενισχύσουμε το θεσμικό πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας» δηλώνει η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως.

Κίνητρα

Επισημαίνει ότι η πολιτεία θα ενθαρρύνει τη σύναψη συλλογικών συμβάσεων δίνοντας κίνητρα, ωστόσο προσθέτει πως «οι κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να καθίσουν μαζί μας στο ίδιο τραπέζι και να συζητήσουμε».

«Εχουμε δρομολογήσει ήδη ενέργειες ώστε σύμφωνα με την αντίστοιχη Ευρωπαϊκή Οδηγία να εκδώσουμε έναν οδικό χάρτη για το πώς θα προχωρήσουμε για να βελτιώσουμε το καθεστώς των συλλογικών συμβάσεων». Οι συζητήσεις αυτές θα πρέπει να ξεκινήσουν σύντομα, καθώς η δεσμευτική υποχρέωση παρουσίασης του οδικού χάρτη εκπνέει το ερχόμενο φθινόπωρο, οπότε θα πρέπει να παρουσιασθούν τα βήματα για τη βελτίωση (τροποποίηση) του σημερινού καθεστώτος των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αλλαγές θα αφορούν τόσο τους όρους και τις προϋποθέσεις για την κήρυξη μιας συλλογικής σύμβασης εργασίας ως γενικώς υποχρεωτικής, ώστε να εφαρμόζεται σε όλες τις επιχειρήσεις ενός κλάδου, όσο και τη δομή και τον ρόλο των Μητρώων Συνδικαλιστικών και Εργοδοτικών Οργανώσεων, καθώς οι ισχύουσες διατάξεις λειτουργούν ως αντικίνητρο επέκτασης μιας σύμβασης.

Επέκταση

Με άλλα λόγια, επανεξετάζεται το 51% της εργοδοτικής εκπροσώπησης, ως προϋπόθεση για την επέκταση των κλαδικών συμβάσεων και συζητείται η μείωση του συγκεκριμένου ποσοστού (ίσως στο 40%), έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η ισχύς μιας κλαδικής σύμβασης σε όλους τους εργαζομένους.

Ταυτόχρονα, συζητείται η παροχή διευκολύνσεων προς τους κοινωνικούς εταίρους κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τη χρήση περισσότερων πηγών πληροφόρησης για τις μισθολογικές αυξήσεις. Αυτό που εξετάζεται είναι να τεθεί ένα βασικό πλαίσιο πριν από κάθε διαπραγμάτευση και να λαμβάνεται υπόψη η οικονομική κατάσταση ενός κλάδου (όπως είναι η κερδοφορία ή οι ζημίες), αλλά και η εξέλιξη του μέσου μισθού, ώστε να λαμβάνονται υπόψη στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.

Πάντως στην τελική επιλογή των παρεμβάσεων αναμένεται να ληφθούν υπόψη από το υπουργείο Εργασίας και οι προτάσεις που θα υποβάλουν τόσο η ΓΣΕΕ (εφόσον δεχθεί να συμμετάσχει στη διαδικασία) όσο και οι εργοδοτικές οργανώσεις.

Στο υπουργείο Εργασίας αποφεύγουν να δεσμευτούν για την πλήρη επιστροφή του νομικού καθεστώτος των συμβάσεων, όπως αυτό ίσχυε πριν το 2012, ούτε φαίνονται διατεθειμένοι να προχωρήσουν στην άρση όλων των περιορισμών, ώστε να λειτουργήσουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και να «αναπνεύσουν» οι κλαδικές συμβάσεις, οι οποίες – κατ’ ουσίαν – παραμένουν ανύπαρκτες.

Προτάσεις

Αρκεί να αναφέρουμε πως το 2024 υπεγράφησαν ελάχιστες κλαδικές συμβάσεις, ενώ από τις 205 επιχειρησιακές συμβάσεις που συμφωνήθηκαν, επήλθαν αυξήσεις μισθών μόλις 2%. Ο διάλογος αναμένεται να ξεκινήσει μετά τις εορτές του Πάσχα με την αποστολή προσκλήσεων προς τα συνδικάτα και τους εργοδοτικούς φορείς, οι οποίοι θα πρέπει να στείλουν στο υπουργείο τις προτάσεις τους.

Οφέλη για όλους

Η αύξηση των συλλογικών συμβάσεων αποτελεί το μεγάλο στοίχημα του υπουργείου Εργασίας, με τα οφέλη να είναι πολλαπλά και για όλους. Οι μισθοί θα ανέβουν πιο γρήγορα, μια σειρά από επιδόματα, όπως γάμου, σπουδών, παιδιών, θα καταβάλλονται σε περισσότερους εργαζομένους, ενώ θα λειτουργήσει ο υγιής ανταγωνισμός στις επιχειρήσεις, που θα οδηγήσει σε αύξηση της απασχόλησης και της παραγωγικότητας.