Δεν είναι πολύς καιρός – με τους ρυθμούς εξέλιξης της γλώσσας – που χαρακτηρίζαμε τις διαζευγμένες «ζωντοχήρες», τα εκτός γάμου παιδιά «νόθα» (ακόμη και σε επίσημα έγγραφα), που μιλούσαμε για «κουτσούς» και «κουλούς» και «στραβούς» και «ζαβούς». Ετσι δημιουργήθηκαν και επώνυμα: Ο Κουτσόγιωργας και ο Κουλοχέρης, ο Ζαβογιάννης και ο Στραβοδήμος κ.ο.κ. Δεν είναι επίσης πολύς καιρός που τις οικιακές βοηθούς τις αποκαλούσαμε υπηρέτριες ή «δουλάρες». Και αυτοί οι χαρακτηρισμοί δεν ακούγονταν μόνο στην αγορά.

«Δεν απολύεις έναν δεσπότη όπως διώχνεις την πλύστρα σου» είχε πει ένας εκκλησιαστικός άρχων σε δελτίο ειδήσεων το 2008, και είχα γράψει τότε σχετικό άρθρο στο «Βήμα». Και δεν ήταν μόνο γλωσσικοί χαρακτηρισμοί αυτοί. Γιατί η περιφρόνηση προς την πλύστρα ενσωματώνεται σε πιο «ευέλικτες» μορφές εργασίας και απόλυσης από εκείνες που ταιριάζουν σε έναν Σεβασμιότατο.

Ο τρόπος που οι άνθρωποι απευθύνονται ο ένας στον άλλο δηλώνουν σχέσεις αλληλοαναγνώρισης, εκδηλώνουν την κοινωνική και πολιτισμική περιφρόνηση, βασίζονται σε ιεραρχίες και αποκλεισμούς. Και οι σχέσεις αυτές δεν είναι μόνο λεκτικές. Η καρπαζιά έπεφτε σύννεφο στα ανήλικα που εργάζονταν ως βοηθοί γκαρσονιών ή έκαναν θελήματα στην αγορά. Οι βιασμοί στις υπηρέτριες ήταν ο σιωπηλός κανόνας στα καλά σπίτια. Η περιθωριοποίηση ήταν απόλυτη στα παιδιά με ειδικές ανάγκες στα σχολεία.

Τώρα τα πράγματα δεν είναι έτσι. Και η αλλαγή δεν ήλθε από μόνη της. Εκείνος ο προοδευτισμός που σήμερα έτοιμοι είμαστε να τον λοιδορήσουμε, το φεμινιστικό κίνημα που διακωμωδήθηκε στις θεατρικές επιθεωρήσεις, τα κινήματα δημοτικιστών δασκάλων που αντιμετώπισαν συνοφρυωμένους επιθεωρητές, ο κινηματογράφος, η λογοτεχνία, οι τέχνες, η επίμονη κριτική που έφερε την αλλαγή στη γλώσσα του Τύπου και πολλά άλλα κινήματα ομάδων που είχαν καταδικαστεί στην αφάνεια και στην ντροπή προκάλεσαν αυτή τη μεταβολή. Δεν είναι κάτι τωρινό, είναι μια κατεύθυνση δεκαετιών, από τη Μεταπολίτευση τουλάχιστον, αλλά και με πολλές προσπάθειες προηγουμένως. Δεν είναι κάτι ξενόφερτο, γιατί η ελληνική κοινωνία συμβάδισε προς αυτή την κατεύθυνση με άλλες κοινωνίες. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε μάλιστα για μια παγκόσμια τάση, αν σε εκτεταμένες περιοχές δεν σημειωνόταν μια φονταμενταλιστική αντίδραση ακριβώς απέναντι σε αυτή την πορεία.

Μήπως όμως το παρακάναμε, μήπως φτάσαμε σε ακρότητες, οπότε υπάρχει μια τάση εξισορρόπησης με την καταγγελία της «γουόκ ατζέντας»; Δυστυχώς η κοινωνία πολύ απέχει από μια κατάσταση στην οποία θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι έχει κατακτήσει την ισοπολιτεία και την ισηγορία. Διαφορετικά δεν θα βλέπαμε τόση ανοχή, και ακόμη συναίνεση, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης στο ευρωπαϊκό έδαφος μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ή στην Ελλάδα μετά το τέλος της δικτατορίας.

Μα πρόκειται για μετανάστες, είναι η απάντηση. Αλλά σε αυτή την απάντηση φωλιάζουν οι διακρίσεις. Ακόμη περισσότερο αν είχαμε μάθει τα ηθικά μαθήματα του αντιφασιστικού πολέμου, αν η ισοπολιτεία και η ισηγορία είχαν γίνει τρόπος σκέψης και ύπαρξης των κοινωνιών μας, δεν θα υπήρχε τόση απάθεια απέναντι σε μια γενοκτονία που διεξάγεται μπρος στα μάτια μας στην Παλαιστίνη.

Η έννοια της «αναγνώρισης» είναι θεμελιακή φιλοσοφική έννοια. Πάνω σε αυτή βασίζεται η δημοκρατία. Αναγνωρίζω τον άλλο σημαίνει ότι δεν τον περιφρονώ, ότι τον σκέφτομαι με τους ίδιους όρους που σκέφτομαι τον εαυτό μου, του αναγνωρίζω τα ίδια δικαιώματα και τα ίδια καθήκοντα. Οταν αναγνωρίζω τον άλλο, τον ετεροκαθορίζω, τον ονομάζω και τον περιγράφω εγώ όπως θέλω και τον φαντάζομαι ή τον ακούω, αποδέχομαι τον αυτοκαθορισμό του μέσα στο πλαίσιο της αμοιβαιότητας που επιβάλλουν η αλληλοαναγνώριση και η ισοπολιτεία; Πώς απαντάμε στο ερώτημα αυτό;

Οι αντιδράσεις στα κινήματα εκδημοκρατισμού της γλώσσας και της κοινωνίας, αν κάνουμε μια ιστορική αναδρομή, πήραν πολλές φορές τη μορφή ενός ακραίου κινήματος κατασυκοφάντησης και δημιουργίας ηθικού πανικού στην κοινωνία. Εχουμε διαβάσει για τις αντιδράσεις στη δημοτική και στον γλωσσαμυντορισμό. Εχουμε διαβάσει για τις αντιδράσεις στο σχολείο που είχε δημιουργήσει ο Αλέξανδρος Δελμούζος στον Βόλο (1911).

Εχουμε διαβάσει για τα Μαρασλειακά όταν δόθηκε το δικαίωμα σε μια γυναίκα, τη Ρόζα Ιμβριώτη, να διδάξει Ιστορία (1925). Ολα αυτά τα ακραία κινήματα διέσπειραν έναν πανικό για την καταστροφή της γλώσσας (ότι τάχα οι δημοτικιστές θα ονόμαζαν τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο… Κώτσο Παλιοκουβέντα) και μέσω της γλώσσας το έθνος.

Χρειάζεται επικαιροποιημένο συμπέρασμα με ευθεία αναφορά στο ζήτημα της «γουόκ» και της «αντιγουόκ αντζέντας»; Πάντως εκείνο που προκαλεί θυμηδία είναι η στάση των πολιτικών που τρέχουν να αποδεχτούν ή να καταδικάσουν κάτι που δεν πολυκαταλαβαίνουν. Από τον Ντόναλντ Ντακ στον Ντόναλντ Τραμπ.

Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι ομότιμος καθηγητής Νεότερης Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και συγγραφέας.

Τι να διαβάσετε

Οι μεταβολές των συμπεριφορών έναντι του τραύματος, της δημοκρατίας και της χειραφέτησης, η αναβάθμιση του λεξιλογίου κατά των προοδευτικών και η στάση των liberals έναντι μιας σειράς προβλημάτων είναι το θέμα του Τζεφ Σπάροου στο Trigger Warnings (εκδ. Scribe UK, 2018).

Οι απαρχές της πολιτικής ορθότητας και οι μύθοι της «συντηρητικής ορθότητας» ενάντια στην οποία πρωτοδιατυπώθηκε, η πολυπολιτισμικότητα και οι πολιτισμικοί πόλεμοι των δεκαετιών του ’80 και του ’90 στις Ηνωμένες Πολιτείες αναλύονται από τον Τζον Κ. Γουίλσον, ο οποίος υπενθυμίζει το αρχικό υπόβαθρο της διαμάχης στο βιβλίο The Myth of Political Correctness (εκδ. Duke University Press, 1995).

Με το βιβλίο Πολιτική ορθότητα: Η σύγχρονη λογοκρισία; (εκδ. Ευρασία, 2024) μέσα από πολυάριθμα παραδείγματα ο Σπύρος Βλαχόπουλος υποστηρίζει ότι η πολιτική ορθότητα αποτελεί έναν σημαντικό περιορισμό για τις ελευθερίες της έκφρασης και της τέχνης και την επιστημονική – ακαδημαϊκή ελευθερία.

Ταυτότητες εναντίον οικουμενισμού, κοινωνικό φύλο εναντίον βιολογικού φύλου, δημοκρατία εναντίον κοινοτισμού, ρατσισμός, φεμινισμός, μετανάστευση… Ωστόσο, ο Ολιβιέ Ρουά απορρίπτει στην «Ισοπέδωση του κόσμου» (εκδ. Εστίας, 2024) τη θέση περί «πολιτισμικού πολέμου». Αυτό που βρίσκεται σε κρίση, κατά την άποψή του, είναι η ίδια η έννοια της κουλτούρας.

Στο A War for the Soul of America (εκδ. University of Chicago Press, 2019) ο Αντριου Χάρτμαν αφηγείται τις πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές διαμάχες τους τέλους του 20ού αιώνα και την αναβίωσή τους με την επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ και του τραμπικού λόγου το 2016.