Η ανεπάρκεια μιας κανονικής αντιπολίτευσης έχει συνήθως ένα προβλέψιμο αποτέλεσμα. Την ανάδειξη μιας τερατώδους αντιπολίτευσης.
Τερατώδης φυσικά όχι επειδή αποτελείται από τέρατα, προς Θεού!
Αλλά επειδή επιβιώνει και ευδοκιμεί δημιουργώντας και αναπαράγοντας έναν ζωολογικό κήπο τεράτων. Τερατωδίας, τερατολογίας, τερατομορφίας, κυριολεκτικά τερατομανίας…
Από μια άποψη είναι λογικό. Οταν δεν ευδοκιμείς στον πραγματικό κόσμο, τότε προσπαθείς να κατασκευάσεις έναν άλλο που θα σου επιτρέπει να υπάρχεις.
Εναν κόσμο γεμάτο συνωμοσίες, συμπράξεις, συναλλαγές, συμμορίες κι ύποπτες συνηγορίες. Κάτι σαν όχημα με «άγνωστο καύσιμο».
Σε λογική βάση είναι η ίδια μέθοδος του «επαναστατικού αφηγήματος» του 19ου και 20ού αιώνα που επειδή έχει ξεπέσει και ξεπεραστεί αναζητά άλλους τρόπους έκφρασης. Εστω και πιο γραφικούς.
Καμία έκπληξη, λοιπόν. Αντιθέτως είναι απολύτως κατανοητή η απήχηση αυτού του ψυχολογικού (κυρίως) ρεύματος σε συνθήκες αμφιβολίας και αναστάτωσης.
Η δυσπιστία, η καχυποψία, η διαβολή, η συνωμοσιολογία και γενικότερα ο ανορθολογισμός αποτελούν άλλωστε κεντρικά στοιχεία της ελληνικής πολιτικής. Απλώς αυξομειώνεται η επιρροή τους ανάλογα με την συγκυρία.
Με κύριους εκφραστές σήμερα την Πλεύση της Ζωής Κωνσταντοπούλου και τη Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου. Είναι οι μόνοι σχηματισμοί που καταγράφουν σταθερά ανοδική πορεία μέσα σε ένα πολιτικό σύστημα που ταλαιπωρείται.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι δύο αποτελούν ενιαίο φαινόμενο, έστω κι αν πολιτεύονται χωριστά.
Μάρτυρας οι επικαλύψεις και η απροσδιοριστία του ακροατηρίου τους όπως καταγράφεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Χωρίς ιδιαίτερα ιδεολογικά ή πολιτικά χαρακτηριστικά, με εύκολες βεβαιότητες, μοιράζονται απλώς μια ευδιάκριτη μορφωτική υστέρηση.
Εξού και ούτε ο Βελόπουλος, ούτε η Κωνσταντοπούλου, μιλούν για «Δεξιά» ή «Αριστερά». Είναι κάτι «απ’ όλα».
Ενα γενικότερο πλαίσιο της περίπτωσής τους αποτελεί ο αναχρονιστικός κι αντιδυτικός ρωσόφιλος λαϊκισμός που έχει παρακλάδια στην Ευρώπη. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα και ρούβλια στην τσέπη.
Ενα ειδικότερο υπόδειγμα προκύπτει από τον κατακερματισμό των παραδοσιακών πολιτικών συστημάτων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το κόμμα της προερχόμενης από την Αριστερά Ζάρα Βάγκενκνεχτ στη Γερμανία που αποκαλείται γενικόλογα «Λογική και Δικαιοσύνη» και αυτοπροσδιορίζεται ως «συντηρητική Αριστερά».
Υποθέτω πως σε άλλες συνθήκες ή εποχές αυτά θα τα κουβέντιαζαν μεταξύ τους οι τρόφιμοι κάποιου ψυχιατρικού ασύλου ή των φυλακών ασφαλείας. Στις μέρες μας όμως συγκροτούν πολιτικό ρεύμα που διεκδικεί όχι μόνο αναγνώριση νομιμότητας αλλά και πιστοποιητικά αποδοχής.
Δεν θα το πίστευα ποτέ αλλά ίσως την καλύτερη περιγραφή της περίπτωσης Κωνσταντοπούλου έδωσε ο πρώην σύντροφός της Παύλος Πολάκης.
«Η Κωνσταντοπούλου κάνει μονοθεματική εκφώνηση. Στη Μάνδρα έλεγε «τους πνίξατε». Στο Μάτι έλεγε «τους κάψατε». Στη Μακεδονία έλεγε «τους προδώσατε». Και τώρα λέει αυτά που λέει» (Open, 10/3).
Σε αυτή την παρατήρηση, προσθέτω το συμπέρασμα ηγετικού στελέχους του ΠΑΣΟΚ που εξηγούσε πρόσφατα ότι «λέμε όλοι τα ίδια με τη Ζωή, απλώς εκείνη τα λέει καλύτερα». Αν όχι καλύτερα, πάντως με μονότονη ένταση.
Η διέξοδος είναι λοιπόν απλή. Να πουν άλλα πράγματα για να ακουστούν, κατά προτίμηση πράγματα που η Κωνσταντοπούλου και ο Βελόπουλος δεν μπορούν να εκφράσουν.
Αν ψάχνουμε για «δημόσιους κατήγορους» μπορούν πολλοί να κάνουν δωρεάν το κομμάτι τους. Αν χρειαζόμαστε ανθρώπους να διοικήσουν τη χώρα δύσκολα θα απευθυνθεί κάποιος στους προέδρους της Λύσης και της Πλεύσης.
Με άλλα λόγια (κι αυτό δεν αφορά μόνο το ΠαΣοΚ…) είναι προφανές πως όποιος θέτει την ατζέντα μπορεί και να την εκφράσει καλύτερα.
Καλώς ή κακώς, η Κωνσταντοπούλου κι ο Βελόπουλος θέτουν μια ατζέντα με αιχμή τα Τέμπη διότι κανείς σοβαρός άνθρωπος δεν μπορεί να υιοθετήσει όσα λένε για τα Τέμπη.
Σε αυτού του τύπου την ατζέντα ό,τι και να πεις υπολείπεται των τεράτων που διακινούν οι δύο επιτήδειοι πρωταγωνιστές. Μια κανονική αντιπολίτευση είναι χαμένη από χέρι και απλώς καταδικασμένη να βάζει το χειροκρότημα.
Ακόμη περισσότερο που το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που θα έπρεπε κανονικά να δίνει τον τόνο χάνεται συνήθως στη μετάφραση.
Ακόμη δεν έχει εξηγήσει γιατί στους υπογράφοντες την πρόταση δυσπιστίας συμπεριέλαβε την Κωνσταντοπούλου και τους βουλευτές της παρόλο που δεν τους χρειαζόταν αριθμητικά κι ούτε τους είχε ανάγκη πολιτικά.
Αλλά έτσι είναι πάντα η πολιτική. Η ισχύς των μεν αποτελεί την αδυναμία των άλλων και αντιστρόφως. Δεν θα το ανακαλύψουμε τώρα.
Το ερώτημα είναι πόσο μπορεί να αντέξει κι αν θα καταφέρει να εδραιωθεί αυτή η τερατώδης αντιπολίτευση. Προς το παρόν τα δύο κόμματα διεκδικούν (δημοσκοπικά) τη δεύτερη και την τρίτη θέση.
Δεν είναι αμελητέο. Αλλά αν μείνουν εκεί (και προς το παρόν δεν δείχνουν δυναμική για παραπάνω…) ο Μητσοτάκης θα τρίβει τα χέρια του. Του εκχωρούν και μάλιστα δωρεάν το μονοπώλιο της σταθερότητας και της κανονικότητας.
Εκ των πραγμάτων και με βασικούς αντίπαλους εκ δεξιών τον Βελόπουλο και εξ αριστερών τη Ζωή, μπορεί να ονειρεύεται μια τρίτη τετραετία στο πιάτο. Είναι μάλλον απίθανο να αναβαθμιστεί η τερατολογία από αντιπολίτευση σε διακυβέρνηση.
Η πραγματική απειλή όμως κρύβεται αλλού. Στον τοξικό χαρακτήρα αυτής της αντιπολίτευσης, η οποία μπορεί να μη διεκδικεί ουσιαστικά την κυβέρνηση αλλά δηλητηριάζει όλο το πολιτικό σύστημα.
Και κυρίως κάθε εναλλακτική κυβερνητική πρόταση. Τι αξιόπιστη λύση μπορεί άραγε να οικοδομηθεί με τον Βελόπουλο και την Κωνσταντοπούλου ή κάποιον από τους δύο;
Αυτό όμως θα έπρεπε να το συνειδητοποιήσουν πρωτίστως τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η ηγεμονία του ανορθολογισμού, της φωνασκίας και της κοινωνικής καχυποψίας τις δικές τους πιθανότητες ηγεμονίας υποθηκεύει.
Κι αυτό κάποια στιγμή θα έπρεπε να τους ενεργοποιήσει. Εστω και μόνο για λόγους στοιχειώδους αυτοσυντήρησης.