Ενας διαρκής εμφύλιος

Στην πραγματικότητα η σύγκρουση είναι πρωτίστως φαντασιακή και αφορά το αποτύπωμα του Σημίτη. Φίλοι, αντίπαλοι, θαυμαστές και εχθροί του συμφωνούν τουλάχιστον σε αυτό: η πολιτεία του άφησε στη χώρα ένα ισχυρό αποτύπωμα που διαρκεί και κυριαρχεί έως σήμερα. Μαζί συνεπώς με τα πάθη που ανακυκλώνει.

Δεν είναι εύκολο να ερμηνεύσει κανείς τα πάθη που αναζωπύρωσε ο θάνατος του Κώστα Σημίτη.

Στον πάνδημο σεβασμό που όπως ήταν φυσικό συνόδευσε τον αποχαιρετισμό που οφείλουμε σε έναν λαμπρό πρωθυπουργό, αναμείχθηκαν ακραίες φωνές, φρικαλέες εξαλλοσύνες κι ακατανόητες μικροψυχίες που δεν συνάδουν με στιγμές πένθους.

Κι αυτά για έναν άνθρωπο που είχε αποχωρήσει από την πρωθυπουργία πριν από είκοσι ένα χρόνια κι από το Κοινοβούλιο εδώ και δεκαέξι.

Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι οι λογαριασμοί έχουν κλείσει προ πολλού και τα υπόλοιπα θα τα βρουν οι ιστορικοί.

Τι ετεροχρονισμένος πόλεμος είναι λοιπόν αυτός; Τι πολεμάμε ακριβώς; Και τι πάθη μπορεί να τροφοδοτεί ένας ήπιος, μετριοπαθής και ευγενικός άνθρωπος που δεν είχε προκαλέσει ποτέ το δημόσιο αίσθημα ούτε με τη ζωή του, ούτε με το ήθος του, ούτε με εμπρηστικές δηλώσεις ή επιθέσεις;

Νομίζω πως από όσα γράφηκαν αυτές τις μέρες για τον Σημίτη το πιο ακριβές συνοψίζεται στη λέξη «αποτύπωμα» που χρησιμοποίησαν ο Κυρ. Μητσοτάκης και άλλοι για να τον αποχαιρετήσουν.

Στην πραγματικότητα η σύγκρουση είναι πρωτίστως φαντασιακή και αφορά το αποτύπωμα του Σημίτη. Φίλοι, αντίπαλοι, θαυμαστές και εχθροί του συμφωνούν τουλάχιστον σε αυτό: η πολιτεία του άφησε στη χώρα ένα ισχυρό αποτύπωμα που διαρκεί και κυριαρχεί έως σήμερα. Μαζί συνεπώς με τα πάθη που ανακυκλώνει.

Δείτε λίγο το σκηνικό. Μιλάμε για δύο διαφορετικούς κόσμους μέσα στο ίδιο εθνικό πλαίσιο.

Η μια πλευρά της σύγκρουσης είναι προφανής.

Είναι οι ευρωπαϊστές, οι εκσυγχρονιστές, οι άνθρωποι που τρέφονται από δυτικές παραδόσεις και διαχρονικά επαγγέλλονται μια Ελλάδα σύγχρονη, ασφαλή, ανοιχτή στον κόσμο και με εθνική αυτοπεποίθηση.

Ξεκίνησαν την πορεία τους από τον Χαρίλαο Τρικούπη και τον Ελευθέριο Βενιζέλο για να φτάσουν στις μέρες μας πιστεύοντας στον ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό της πατρίδας και παλεύοντας γι’ αυτόν.

Με επιτυχίες. Και αποτυχίες.

Αλλωστε, όπως έλεγε κι ο Σημίτης, ο εκσυγχρονισμός δεν έχει ημερομηνία λήξης. Δεν είναι ημίχρονο για να σφυρίξει ο διαιτητής.

Αυτό σε επίπεδο σχεδίου. Που διατυπώνεται πάντως χωρίς φωνές, ανακατωσούρες, υστερίες και κουτσαβακισμούς. Χωρίς περικεφαλαίες.

Η άλλη πλευρά είναι πιο ετερόκλητη. Εκδηλώθηκαν τώρα με τον θάνατο εκείνου που (όπως είπε σωστά ο Α. Σαμαράς) «ήταν ο κύριος πολιτικός αντίπαλος της παράταξής μας».

Αλλά ποια παράταξη είναι αυτή;

Μιλάμε για μια παράταξη διακομματική που συγκεντρώνει ακροδεξιούς πολιτευτές (Κασιδιάρης, Λατινοπούλου, Βελόπουλος, Κρανιδιώτης…), έναν ομοϊδεάτη Τύπο («Εστία», «Δημοκρατία») αλλά και αρκετούς αριστερούς συνοδοιπόρους.

Δεν είναι τυχαίο ότι ίσως το πιο αποκρουστικό κι εμπαθές κείμενο των ημερών δημοσιεύτηκε σε ακροαριστερή εφημερίδα («Γιατί εθνικό πένθος για τον Σημίτη;», «Η Εφημερίδα των Συντακτών», 5/1).

Κι ούτε αποτελεί σύμπτωση ότι στο θέμα της κήρυξης εθνικού πένθους για τον τέως πρωθυπουργό έτυχε για άλλη μια φορά να συμπορευτούν κάποιοι αλλόκοτοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ με τον… Πάνο Καμμένο!

Θα πείτε ίσως «εντάξει, έχουμε να κάνουμε με την Εθνική των ψεκασμένων. Λογικό είναι να τους εξοργίζει ο Σημίτης». Το «αποτύπωμα» που λέγαμε.
Αλλωστε και ο «εθνολαϊκισμός», δεξιός κι αριστερός ή αριστεροδεξιός, είναι ιστορικό ρεύμα με ισχυρή παράδοση στη χώρα μας. Τον έχουμε πληρώσει πανάκριβα.

Μόνο που τελικά δεν είμαι τόσο βέβαιος ότι έχει να κάνει με κάποια μορφή λογικής. Περισσότερο χαρακτηρίζεται από άλογα μείγματα συναισθημάτων και συγκινήσεων ή από διαδοχικές εκρήξεις ενθουσιασμού και θυμού.

Μου έκανε μεγάλη εντύπωση πως έπειτα από σχεδόν τρεις δεκαετίες οι «αντι-Σημιτικοί» ανέσυραν από το μπαούλο της κουταμάρας όλα τα αραχνιασμένα μυθεύματα και τις παρανοϊκές κατασκευές που τους είχαν θρέψει την εποχή του Σημίτη.

Τα Ιμια, το Ελσίνκι, το «γκριζάρισμα» του Αιγαίου, τον Οτζαλάν, το Χρηματιστήριο, τη διαπλοκή… Ολα έχουν απαντηθεί ή εξηγηθεί και μάλιστα πολλές φορές, αλλά οι εμμονικοί άνθρωποι συνομιλούν μόνο με τις εμμονές τους.

Είναι αλήθεια άλλωστε ότι κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει για μεγάλη εφευρετικότητα στις μανίες που τους βασανίζουν, ακόμη και τις πιο κατασκευασμένες. Αναμασούν τις ίδιες πρόχειρες βεβαιότητες.

Και κάπως έτσι φτάσαμε η είσοδος της Ελλάδας στην ΟΝΕ και το ευρώ να αξιολογούνται από τη Λατινοπούλου.

Μόνο που τελικά μάλλον δεν πρόκειται για τον Σημίτη.

Ολα δείχνουν σαν να έχουμε δύο αντίθετες παρατάξεις που συγκρούονται σε έναν διαρκή εμφύλιο.

Τελευταία εκδήλωση αυτής της σύγκρουσης ήταν η άνοδος στην εξουσία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και το δημοψήφισμα του 2015.

Οταν ο Σημίτης έλεγε παλαιότερα στη Βουλή την εμβληματική φράση «αυτή είναι η Ελλάδα», εννοώντας «που πρέπει να αλλάξει», ξεσήκωνε τις οργίλες αντιδράσεις εκείνων που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα για να χωρούν στη φωτογραφία και οι ίδιοι.

Τους ζήσαμε κατά τη διάρκεια της κρίσης όταν ο Σημίτης είχε προ πολλού εγκαταλείψει την πρωθυπουργία. Χόρευαν στην πλατεία Συντάγματος το βράδυ τους δημοψηφίσματος.

Δεν είναι τυχαίο πως το αγαπημένο αυτοδιαφημιζόμενο προσόν κάθε βλαχοδήμαρχου στην επικράτεια συμπυκνώνεται στη λέξη «αντίσταση».

Μπορεί να μην ξέρει την τύφλα του αλλά «αντιστέκεται». Δεν θέλει να αλλάξει για λόγους «αξιοπρέπειας» που έλεγε κι ο Τσίπρας του 2015.

Εχει δίκιο λοιπόν ο Σαμαράς. Ο Σημίτης ήταν ίσως ο πιο σαφής, ξεκάθαρος κι ακομπλεξάριστος αντίπαλος της παράταξής τους. Δεν τον βόλευε η χώρα τους. Κι ούτε αποδέχτηκε τα μέτρα τους.

Οχι από προσωπική ματαιοδοξία. Δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να τον κατηγορήσει για κάτι τέτοιο.

Αλλά από την ορθολογική πεποίθηση ότι μας αξίζει μια καλύτερη Ελλάδα. Και κυρίως ότι είναι στο χέρι μας να τη φτιάξουμε.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.