Με σχετικές Διατάξεις των Οικονομικών Εισαγγελέων ήρθησαν τα μέτρα προστασίας των δύο μαρτύρων που είχαν καταθέσει στην γνωστή υπόθεση της φαρμακευτικής εταιρίας Novartis (χωρίς μέχρι σήμερα να έχει αποκαλυφθεί η πραγματική τους ταυτότητα).
Θυμίζω επίσης, ότι στην πολύκροτη αυτή υπόθεση είχαν διατυπωθεί κατηγορίες από τους παραπάνω μάρτυρες που αφορούσαν τη δωροδοκία πρώην Υπουργών και Πρωθυπουργών από την ανωτέρω εταιρεία.
Ωστόσο, πριν εξετάσω, αν ήταν νόμιμη ή όχι η αποκάλυψη της ταυτότητας των παραπάνω «προστατευμένων μαρτύρων», που είχαν καταθέσει με την κωδική ονομασία «Μάξιμος Σαράφης» και «Αικατερίνη Κελέση», είναι απαραίτητο να διευκρινίσω σύντομα τα ακόλουθα μεγέθη:
Και καταρχήν ποιοι είναι οι μάρτυρες εκείνοι οι οποίοι, σύμφωνα με τη Δικονομία μας, μπαίνουν σε πρόγραμμα προστασίας και ποιος κρίνει αν θα γίνει κάτι τέτοιο;
Ποιοι μάρτυρες μπαίνουν σε προστασία
Σύμφωνα με το άρθρο 218 παρ.4 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας κεντρικό ρόλο στη διαδικασία αυτή διαδραματίζει ο Εισαγγελέας Πλημ/κων , ο οποίος είναι κατεξοχήν αρμόδιος για να κρίνει για το κατά πόσο η συμβολή ενός προσώπου στην αποκάλυψη του εγκλήματος και στην τιμωρία των υπαιτίων είναι αρκούντως ουσιώδης, ώστε υπό τις ισχύουσες περιστάσεις να εγείρονται φόβοι για την ασφάλεια του και να δικαιολογείται ειδική μέριμνα για την προστασία του.
Επιπλέον, ακόμη και όταν η απειλή είναι υπαρκτή, θα πρέπει να είναι τέτοιας έντασης, ώστε να μη μπορεί να αντιμετωπιστεί με ηπιότερα μέτρα (παρ. 68 της Γερμανικής Δικονομίας).
Υπό το πρίσμα αυτό η Εισαγγελική Διάταξη που ενεργοποιεί αυτά τα μέτρα είναι απαραίτητο να διαθέτει επαρκή αιτιολόγηση, αφού η λήψη τους ελέγχεται και επαναξιολογείται συνεχώς υπό το πρίσμα των αρχών της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας.
Πράγμα που σημαίνει, ότι ο αρμόδιος Εισαγγελέας θα πρέπει να τα παραγγέλλει μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις και να τα ανακαλεί όταν διαπιστώνεται ότι δεν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις. Για ποιο λόγο;
Ποιο θεμελιώδες δικαίωμα προσβάλλεται με το θεσμό των κουκουλοφόρων μαρτύρων
Με τους «ψευδώνυμους ή κουκουλοφόρους μάρτυρες» ακρωτηριάζεται ή θίγεται έντονα ένα θεμελιώδες δικαίωμα του κατηγορουμένου.
Ποιο δικαίωμα;
Το δικαίωμα το οποίο αφορά την εξέταση των μαρτύρων κατηγορίας με την υποβολή των κατάλληλων ερωτήσεων, οι οποίες κατατείνουν στο ζωντανό έλεγχο αυτών των μαρτύρων και της ποιότητας των λεγόμενων τους (« Ανδρουλάκης Ι, Προστατευόμενοι μάρτυρες, χάρτινοι μάρτυρες και μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος»).
Ποιος είναι αυτός ο μάρτυρας; Τι μας λέει; Πόσο αξιόπιστος είναι;
Τα εν λόγω ο δικαίωμα του κατηγορουμένου προστατεύεται από το άρθρο 6 παρ.3 δ’ της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Όταν όμως ένας ύποπτος ή ένας κατηγορούμενος δεν έχει μπροστά του «ζωντανά» ένα μάρτυρα και ακούει απλώς την ηλεκτρονικά αλλοιωμένη φωνή του, τότε είναι προφανές ότι δεν είναι δυνατό να ελέγξει την αξιοπιστία του , γιατί ο προστατευμένος μάρτυρας μιλάει και καταθέτει «πίσω από τη μάσκα».
Η αλλαγή που επέφερε ο ν. 5090/2024
Μάλιστα, μέχρι να ψηφιστεί ο νόμος 5090/2024 υπήρχε ένα δικονομικό κενό, αφού η αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας ενός «προστατευμένου μάρτυρα» μπορούσε να γίνει μόνο στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου ( άρθρο 218 παρ. 5 ΚΠΔ).
Δηλαδή πολύ αργά. Μέχρι τότε ένας τέτοιος κουκουλοφόρος μάρτυρας μπορούσε , αν ήθελε, να εκτοξεύει εικονικές και αναπόδεικτες κατηγορίες ή να «σπιλώνει» την τιμή κάποιων υπόπτων η κατηγορουμένων χωρίς να διατρέχει κανένα κίνδυνο για τον έλεγχο των λεγομένων του.
Αυτό το «κενό» κάλυψε- ορθά κατά την επιστημονική μου γνώμη – ο ν. 5090/2024 χορηγώντας τη δυνατότητα στον Εισαγγελέα οποτεδήποτε (και πριν από την ακροαματική διαδικασία) να τροποποιεί ή να ανακαλεί τα μέτρα προστασίας, ώστε να είναι δυνατή η «ζωντανή» αντεξέταση του από τον ύποπτο ή τον κατηγορούμενο.
Είναι προφανές ότι αυτό θα γίνεται, όταν υπό το πρίσμα των αρχών της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας αξιολογείται από την Εισαγγελική αρχή, ότι έχουν εκλείψει οι λόγοι επιβολής των ανωτέρω μέτρων.
Μειωμένη η αποδεικτική δύναμη των κουκουλοφόρων μαρτύρων
Στο σημείο τούτο είναι αναγκαίο να αναφέρω, ότι ούτως ή άλλως ο Έλληνας Νομοθέτης απέδιδε πάντοτε , λόγω των ανωτέρω καταγραφών, μειωμένη αποδεικτική δύναμη στις καταθέσεις των ψευδώνυμων μαρτύρων.
Έτσι, σύμφωνα με το άρθρο 218 παρ.6 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας το οποίο ισχύει και σήμερα « Αν δεν έχουν αποκαλυφθεί τα στοιχεία ταυτότητας του (προστατευμένου) μάρτυρα, μόνη η κατάθεσή του δεν είναι αρκετή για την καταδίκη του κατηγορουμένου».
Νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (ΕΔΔΑ)
Το Ευρωπαικό Δικαστήριο είχε ασχοληθεί από παλαιότερα με αυτό το θέμα, ιδίως λόγω των προσφυγών που είχαν ασκηθεί κατά αποφάσεων των ολλανδικών Δικαστηρίων ( Visser κατά Ολλανδίας 2002, Kostovski κατά Ολλανδίας κλπ).
Τα τελευταία χρόνια το Ευρωπαικό Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι οι καταθέσεις των «προστατευμένων μαρτύρων» είναι δυνατό να είναι συμβατές με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη ,εάν συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις :
1 Αν συντρέχει σπουδαίος λόγος για τη τήρηση της ανωνυμίας του μάρτυρα, όπως είναι η διαφύλαξη της ταυτότητας μυστικών αστυνομικών , κατεξοχήν δε αν συντρέχει ο φόβος αντεκδίκησης.
Υποκειμενικές αντιλήψεις των μαρτύρων για την ύπαρξη τέτοιων φόβων δεν αρκούν, αλλά είναι αναγκαίο τα εθνικά δικαστήρια να προβαίνουν στον κατάλληλο έλεγχο , ώστε να διαπιστώνουν αν υφίστανται αντικειμενικά δεδομένα που να δικαιολογούν τους παραπάνω φόβους για αντεκδίκηση .
2 Η ανώνυμη μαρτυρία θα πρέπει να μη συνιστά το μοναδικό ή αποφασιστικό θεμέλιο της ποινικής καταδίκης ( Ellis και Simms κατά Ηνωμένου Βασιλείου)
Μέτρα προστασίας των μαρτύρων
Και στο σημείο αυτό θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς το εξής πράγμα:
Ποια είναι ενδεικτικά κάποια τέτοια μέτρα προστασίας (τα οποία λαμβάνονται με τη σύμφωνη γνώμη του μάρτυρα) ;
Σύμφωνα με το άρθρο 218 παρ. 4 του ΚΠΔ τέτοια μέτρα είναι η φύλαξη του μάρτυρα από κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό της Αστυνομίας, η κατάθεση με χρήση ηλεκτρονικών μέσων ηχητικής και οπτικής μετάδοσης, η μη αναγραφή στην έκθεση εξέτασης του ονόματος και του τόπου γέννησης του μάρτυρα κλπ.
Μάλιστα, αναφέρω ότι κάτι παρόμοιο είχε συμβεί παλιότερα και στην Ιταλία στη δίκη των Ερυθρών Ταξιαρχιών, όπου οι πιο κρίσιμοι μάρτυρες κατηγορίας είχαν καταθέσει με αλλοιωμένη ηλεκτρονικά φωνή μέσα σε ένα ειδικό υάλινο κιγκλίδωμα, ώστε να μη γίνεται ορατή η μορφή τους από τους κατηγορουμένους.
Σε ποια εγκλήματα μπορεί να ενεργοποιηθεί αυτός ο θεσμός
Καταρχήν είχε προβλεφθεί, ότι οι «κουκουλοφόροι μάρτυρες» θα μπορούν να καταθέτουν στο πεδίο του οργανωμένου εγκλήματος, μετά επεκτάθηκε η δυνατότητα τούτη (ενδεικτικά) στις τρομοκρατικές πράξεις, στις πράξεις γενετήσιας εκμετάλλευσης και κακοποίησης παιδιών και τέλος επεκτάθηκε στις πράξεις δωροδοκίας στο δημόσιο τομέα
Και χρήση της προκείμενης δυνατότητας έγινε και στην πολύκροτη υπόθεση της φαρμακευτικής εταιρείας Novartis, όπου οι δύο προστατευμένοι μάρτυρες, των οποίων αποκαλύφθηκε τώρα η πραγματική ταυτότητα, είχαν ενοχοποιήσει για δωροδοκία με τις καταθέσεις τους πρώην Υπουργούς και Πρωθυπουργούς.
Το συμπέρασμα;
Ενόψει όλων αυτών πιστεύω, ότι νόμιμα και ορθά με Εισαγγελικές Διατάξεις έγινε η αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας των προστατευμένων μαρτύρων στην υπόθεση Novartis.
Μέσα στο πλαίσιο τούτο τονίζω και πάλι, ότι και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου συνηγορεί σταθερά για την εντελώς περιοριστική και οριοθετημένη εφαρμογή ενός θεσμού που εύκολα θα μπορούσε να υπονομεύσει τη θεμελιώδη αρχή της δίκαιης δίκης.
Τώρα εξάλλου θα ανιχνευθεί, αν ορθά εξαρχής – από δικαιοκρατική άποψη – είχαν χορηγηθεί τα μέτρα προστασίας στους συγκεκριμένους μάρτυρες. Και αν έλεγαν την αλήθεια !
Καλφέλης Γρηγόρης
Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ kalfelis@law.auth.gr