Πριν από έναν χρόνο, στις 7 Οκτωβρίου 2023, ένοπλοι συμμορίτες της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς εισέβαλαν από τη Λωρίδα της Γάζας στο Νότιο Ισραήλ. Η Γάζα τελούσε ήδη υπό τη δικτατορική διοίκηση της Χαμάς.
Οι εισβολείς βίασαν, βασάνισαν, δολοφόνησαν, εξευτέλισαν με τον πιο απάνθρωπο τρόπο, αιχμαλώτισαν κι απήγαγαν απλούς ανθρώπους που βρίσκονταν στις καθημερινές ασχολίες τους και σε ένα φεστιβάλ μουσικής.
Η επιδρομή είχε απολογισμό 1.163 ισραηλινούς νεκρούς και 251 ομήρους, ανθρώπους ανυποψίαστους και άμαχους στη συντριπτική τους πλειονότητα.
Τι θα έκανε κάθε σοβαρή, ακόμη και μη σοβαρή χώρα στη θέση του Ισραήλ; Θα άφηνε κάποιες συμμορίες δολοφόνων να σκοτώνουν και να απάγουν ανεμπόδιστα τους πολίτες της; Ή θα τους έκανε να φτύσουν το γάλα της μάνας τους;
Το Ισραήλ έκανε (και συνεχίζει από τότε να κάνει) το δεύτερο. Το αυτονόητο. Προσωπικά δεν μπορώ να φανταστώ κανένα κράτος που σέβεται τον εαυτό του και δεν θα έκανε το ίδιο.
Θέλετε να μιλήσουμε για εκδίκηση; Κανένα πρόβλημα. Και δεν βλέπω πού θα υπήρχε πρόβλημα.
Η συνέχεια είναι μια βαριά τιμωρία των κρατικών και μη οργανώσεων που πραγματοποίησαν την τερατώδη εισβολή (Χαμάς) ή την υποστήριξαν (Χεζμπολάχ) ή την οργάνωσαν μέσω εκπροσώπων (Ιράν).
Μιλάμε για τον αυτοαποκαλούμενο «Αξονα της Αντίστασης». Παρ’ όλο που ακόμη και το αμφιλεγόμενο «δικαίωμα της αντίστασης» ούτε δικαιολογεί, ούτε επιτρέπει τέτοιες φρικαλεότητες, ενώ αναφέρεται ρητά σε περιπτώσεις αποικιακής ή ξένης κατοχής (Πρόσθετο Πρωτόκολλο Ι του 1977 στις Συνθήκες της Γενεύης).
Στην περίπτωση της Γάζας δεν υπήρχε καμία ξένη ή αποικιακή κατοχή αφού το Ισραήλ έχει αποσυρθεί από το 2006. Ενώ το Νότιο Ισραήλ όπου σφαγιάστηκαν, βασανίστηκαν και απήχθησαν οι αθώοι άνθρωποι είναι ισραηλινή επικράτεια.
Δεν θα αναφερθώ σε όλα τα γεγονότα που ακολούθησαν. Είναι γνωστά.
Ακόμη και η «Le Monde» που δεν μπορεί ούτε κατά διάνοια να κατηγορηθεί για φιλοϊσραηλινή στάση (το αντίθετο θα έλεγα…) συνοψίζει στην επέτειο της σφαγής «Μια φρικτή μέρα, μια τραγική χρονιά» (6-7/10).
Στο διάστημα αυτό είχαμε διαφορετικών λογιών αντιδράσεις. Κι αφήνω στην άκρη τις αντισημιτικές ή αντιισραηλινές υστερίες και τα ισλαμοφοβικά κηρύγματα – δεν με αφορούν…
Πρώτα είχαμε την αλλοπρόσαλλη αντίδραση του «συστήματος ΟΗΕ» και του γενικού γραμματέα του που μάλλον δεν κατάλαβε ή δεν ήθελε να καταλάβει τι συνέβη.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Α. Γκουτέρες προσπαθεί δέσμιος ισορροπιών να πατήσει σε δύο βάρκες ή μάλλον σε όλες τις βάρκες. Ανεπιτυχώς.
Υστερα καταγράψαμε τη συμπονετική αντίληψη «οι καημένοι οι Παλαιστίνιοι» που «βομβαρδίζονται στη Γάζα».
Είναι γεγονός πως δεν φταίνε όλοι οι Παλαιστίνιοι για τις ενέργειες της Χαμάς. Αλλά δυστυχώς πόλεμος χωρίς θύματα δεν υπάρχει. Ενώ αντιθέτως υπάρχει η Χαμάς που δεν χρειάζεται καν πόλεμο για να κάνει θύματα.
Να θυμίσω παρεμπιπτόντως πως ο μεγαλύτερος αεροπορικός βομβαρδισμός στην ιστορία ήταν ο βομβαρδισμός της Δρέσδης από τους Συμμάχους στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (13-15/2/1945). Είχε 22.000-24.000 νεκρούς και υποθέτω πως δεν ήταν όλοι μέλη του ναζιστικού κόμματος.
Το Ισραήλ λοιπόν απάντησε. Σε ένα ασύμμετρο επίπεδο; Ενδεχομένως. Αλλά ποιος θα του το προσάψει; Προκλήθηκαν και αμύνθηκαν.
Η τρίτη αντίδραση είναι καθαρά υποκριτική.
Εντάξει, σου λένε, το Ισραήλ έχει δίκιο. Αλλά θα μπορούσαν κι αυτοί να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους. Ο κύκλος εκδίκηση/αντεκδίκηση δεν οδηγεί πουθενά. «Η αυτοάμυνα ως δικαίωμα κάθε χώρας πρέπει να ασκείται στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου» (Π.Κ. Ιωακειμίδης, «ΤΑ ΝΕΑ», 7/10).
Η παρατήρηση είναι σωστή. Αλλά αν η επίθεση είναι εκτός πλαισίου του διεθνούς δικαίου, τότε τι κάνει η αυτοάμυνα; Ντύνεται πρόσκοπος;
Ποια είναι δηλαδή η άλλη λύση; Να κάνει το Ισραήλ το κορόιδο; Ή να πάνε να παραδοθούν κατευθείαν στην Τεχεράνη;
Και καταλήγουμε στην τέταρτη και ακόμη πιο υποκριτική αντίδραση. Υποκριτική και κουτοπόνηρη.
Στο μυαλό των υποστηρικτών της το Ισραήλ χάνει ακόμη κι όταν κερδίζει. Είναι ίσως η πιο εκσυγχρονισμένη εκδοχή αντισημιτισμού.
Κατά την άποψη αυτή, το Ισραήλ πρέπει να προτάξει τα ευρύτερα συμφέροντά του και να απεγκλωβιστεί από την τρομοκρατική απειλή που κρέμεται πάνω από το κεφάλι του. Κοινώς, να κάνει την πάπια διότι αποκλείεται ποτέ να κερδίσει.
Ωραία ιδέα. Αλλά πώς απεγκλωβίζεσαι από μια τρομοκρατική απειλή φανατικών «μαχητών του Θεού»;
Τους βγάζεις λόγο; Τους κάνεις κήρυγμα; Ή στέλνεις γράμμα με καρδούλες;
Διότι ο άλλος δρόμος είναι ακριβώς αυτός στον οποίο βαδίζει το Ισραήλ. Τους εξαρθρώνει και μετά μπορεί να διαπραγματευτεί με ό,τι κινείται ακόμη. Ο Φρανσουά Μιτεράν το αποκαλούσε «διαπραγμάτευση των Βιετκόνγκ».
Ο «Economist» κυκλοφόρησε μια «ειδική έκδοση» με τίτλο (σε ελεύθερη απόδοση) «Η χρονιά που διέλυσε τη Μέση Ανατολή» (5/10).
Συνιστώ τους Βρετανούς να τους ακούτε προσεκτικά για τη Μέση Ανατολή. Ενάμιση αιώνα ανακατεύονται στα μέσα και στα έξω της γειτονιάς, κάτι καταλαβαίνουν.
Αντιλαμβάνεται λοιπόν το καλό περιοδικό ότι η περιοχή βυθίζεται στη βία και όλο και περισσότερο σε μια λογική «σκότωσε ή θα σκοτωθείς».
Υποψιάζεται επίσης ότι ο Νετανιάχου θέλει ή προσπαθεί να ξανασχεδιάσει την περιοχή. Και παρ’ όλο που θεωρεί ορθές τις αυτονόητες επιλογές του Ισραήλ, αναρωτιέται μήπως τελικά πέσει θύμα της επιτυχίας του.
Διότι σε τελευταία ανάλυση, θα προσέθετα εγώ, κάθε πόλεμος τελειώνει με μια διαπραγμάτευση.
Και προς το παρόν βλέπω στη Μέση Ανατολή τους εμπόλεμους. Βλέπω τους νικητές, βλέπω και τους ηττημένους.
Τους διαπραγματευτές δεν βλέπω.