Δεν νομίζω ότι αποκαλύπτω κανένα κρατικό μυστικό, αν σας ενημερώσω ότι εκτίμηση της ηγεσίας της κυβέρνηση είναι πως δύσκολα θα υπάρξει δραματική αλλαγή πολιτικού σκηνικού και συσχετισμών έως τις επόμενες εκλογές.
Παρά τις όποιες καταγραφές των δημοσκοπήσεων.
Για ευνόητους λόγους βεβαίως δεν το διακηρύσσουν. Αλλά δύσκολα θα βρείτε κάποιον από τους κυβερνητικούς πρωτομάστορες που να εκτιμά ή να προεξοφλεί κάτι αντίθετο.
Τα υπόλοιπα είναι κουβέντα να γίνεται.
Και μια κι ο λόγος για κουβέντα. Η ωμή αλήθεια είναι πως αν δεν υπήρχε ο Κασσελάκης, ο Μητσοτάκης θα έπρεπε να τον εφεύρει. Αλλά όχι για τους λόγους που πολλοί νομίζουν.
Το πρόβλημα του Κασσελάκη δεν είναι προσωπικό.
Υποθέτω πως κάποιος του είπε ότι πολιτική σημαίνει να τρέχεις δεξιά κι αριστερά μήπως σε δει κανείς και να ξεφουρνίζεις ό,τι νομίζεις μήπως σε ακούσει κανένας.
Προφανώς δεν είναι αυτό πολιτική.
Δεν είναι ούτε να εγκαλείς ονομαστικά τον Πρωθυπουργό για να αυτοανακηρυχθείς συνομιλητής του.
Δεν θυμάμαι άλλωστε κανέναν Πρωθυπουργό τα τελευταία πενήντα χρόνια να δίνει τόσο λίγη σημασία στον επικεφαλής της αντιπολίτευσης.
Κι ούτε νομίζω να αποκαλύπτω κανένα άλλο κρατικό μυστικό αν σημειώσω ότι το «σύστημα εξουσίας» έχει μάλλον περιορισμένο ενδιαφέρον για τον Κασσελάκη, εκτός αν είναι για κανένα καλαμπούρι.
Ούτε αυτό όμως είναι πολιτική.
Να σημειώσω επίσης πως όλα αυτά δεν απορρέουν από τον θόρυβο που ενδεχομένως προκαλεί ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν φταίνε δηλαδή οι ιστορίες για σκυλάκια και γατάκια, ούτε οι πισίνες και οι ξαπλώστρες, ούτε ο γάμος και οι μπομπονιέρες, ούτε μια συνήθως ξεκούδουνη επιθετικότητα.
Αυτά είναι παιδικές ασθένειες για κάποιον πρωτόπειρο της πολιτικής και ο Κασσελάκης είναι αντικειμενικά ένας πρωτόπειρος.
Μπορεί κάποτε να μάθει, ο ίδιος άλλωστε έχει προειδοποιήσει ότι «μαθαίνει γρήγορα», χωρίς πάντως να έχουμε έως τώρα καμία σχετική ένδειξη.
Πρόσφατα επικαλέστηκε το CNN για να υποστηρίξει ότι στις πυρκαγιές της Αττικής «μια περιοχή στο μέγεθος του Παρισιού έγινε στάχτη» (17/8).
Δεν ξέρω τι ξέρει από Παρίσι. Αλλά αν νομίζει ότι μία από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ευρώπης είναι κάτι που εκτείνεται από τον Βαρνάβα έως το Πάτημα Χαλανδρίου μάλλον έχει άγνοια μεγεθών.
Νομίζω όμως ότι όλα αυτά είναι δευτερεύοντα.
Ο Κασσελάκης άλλωστε δεν διορίστηκε, ούτε κληρώθηκε, εκλέχτηκε πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αν αυτόν θέλουν οι συριζαίοι, κανένα πρόβλημα. Ξα τους, που λένε και στην Κρήτη.
Πάμε όμως στην πολιτική. Διότι εδώ υπάρχει όντως πρόβλημα.
Σε μια δημοκρατία, ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης (και πολλοί άλλοι πολιτικοί φυσικά…) δεν είναι απαραίτητα καλύτερος, ούτε χειρότερος από τον επικεφαλής της κυβέρνησης. Αρκεί να είναι στοιχειωδώς συγκρίσιμος.
Ο Μητσοτάκης αποτελεί μια επιλογή για την πρωθυπουργία την οποία έχει υπερψηφίσει τρεις φορές το εκλογικό σώμα σε υψηλά ποσοστά.
Εχει μια αποδοχή για την επάρκειά του ακόμη και από ανθρώπους που ούτε τον ψηφίζουν ούτε συμφωνούν απαραίτητα με ό,τι λέει και κάνει.
Ο Κασσελάκης μπορεί να διαθέτει μια ιδέα για τον εαυτό του (σωστή ή λάθος, αδιάφορο) αλλά δεν είναι έως τώρα συγκρίσιμος με τον Μητσοτάκη.
Το φωνάζουν οι δημοσκοπήσεις, το λένε και τα καφενεία.
Κι εκεί πλέον το πρόβλημα είναι πολιτικό. Ισως το μοναδικό πραγματικό πολιτικό πρόβλημα. Οχι μόνο για τον Κασσελάκη αλλά για το σύνολο της αντιπολίτευσης.
Εχουμε δηλαδή μια δημοκρατία όπου ο μοναδικός «πρωθυπουργήσιμος» στη χώρα είναι ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Και γι’ αυτό δεν φταίει φυσικά ούτε η χώρα, ούτε η δημοκρατία, ούτε ο Πρωθυπουργός.
Το ζήτημα δεν είναι ότι δεν το βλέπει η αντιπολίτευση, δεν τους έχω για ηλίθιους. Το ζήτημα είναι πως δεν κάνει τίποτα να το αντιμετωπίσει ή έστω να δείξει ότι το αντιλαμβάνεται. Ισως για να μη στάξει καμία ουρά.
Η μοναδική στρατηγική που έχει αναπτύξει έως τώρα είναι η προσπάθεια απομείωσης ή απαξίωσης του Πρωθυπουργού. «Μητσοτάκη γ@μιές@ι». Μια προσπάθεια που έχει ενδεχομένως μια λογική αλλά δεν περπατάει διότι μεταξύ άλλων δεν έχει προφανή κατάληξη.
Να φύγει ο Μητσοτάκης αλλά για να έλθει ποιος, αν δεν υπάρχει άλλος;
Αν η αντιπολίτευση λοιπόν δεν λύσει συνολικά αυτό το πρόβλημα, θα συνεχίσει να πλειοδοτεί απλώς σε έναν άγονο και θορυβώδη διαγωνισμό ανοησίας.
Ο Κασσελάκης δεν είναι παρά ένα παράδειγμα του προφανούς. Απλώς είναι το εύκολο κι εύλογο παράδειγμα. Θα δούμε τι θα βγάλει και η εκλογή στο ΠΑΣΟΚ που είναι σε εξέλιξη.
Πόσοι όμως έλληνες πολίτες άραγε ονειρεύονται σήμερα το μέλλον τους με μια κυβέρνηση Κασσελάκη – Πολάκη – Καπνισάκη – Τζάκρη, ακόμη κι αν τσοντάρουν τελικά μερικοί πασόκοι; Δεν χρειάζεται καν να κάνουμε δημοσκόπηση.
Επανέρχομαι λοιπόν στην ουσία.
Αν στην αντιπολίτευση βλέπουν την εγγενή ανισορροπία του συστήματος γιατί δεν την αντιμετωπίζουν; Κι αν δεν τη βλέπουν, πώς γίνεται να μην τη βλέπουν;
Η απάντηση φυσικά δεν είναι εύκολη.
Κανείς δεν γίνεται «πρωθυπουργήσιμος» επειδή το αποφάσισε ο ίδιος και η παρέα του. Χρειάζεται ικανότητες, δουλειά, προσπάθεια καθώς και συγκυρίες όπως εκείνες που ευνόησαν τον Αλέξη Τσίπρα το 2015.
Γι’ αυτό άλλωστε με την αλλαγή συγκυρίας ακόμη κι ο Μητσοτάκης δυσκολεύεται να βρει βηματισμό.
Από την άλλη βεβαίως δεν υπάρχουν «οδηγίες χρήσεως» πως μπορεί να γίνει κάποιος «υποψήφιος Πρωθυπουργός». Ούτε κυκλοφορεί κάποιος τυφλοσούρτης ώστε η κοινωνία να αξιολογεί τις δυνατότητες κάθε ενδιαφερομένου.
Συνεπώς η αντιπολίτευση θα πρέπει πρώτα να επινοήσει τον εαυτό της. Δεν είναι εύκολο, ούτε απλό.
Και μετά βλέπουμε.