«Έχω ένα όνειρο ότι τα τέσσερα παιδιά μου θα ζουν μια μέρα σε ένα έθνος όπου δεν θα κρίνονται από το χρώμα του δέρματός τους αλλά από την ποιότητα του χαρακτήρα τους». Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
Λίγο μετά τα μέσα του περασμένου αιώνα, είχαν περάσει 100 χρόνια περίπου από τη λήξη του αμερικανικού εμφυλίου και την κατάργηση της δουλείας και ακόμη στις νότιες πολιτείες της Χώρας κυριαρχούσαν έντονες αντιφάσεις ανάμεσα στη διακήρυξη της χειραφέτησης του Λίνκολν και όσα πρέσβευε και τη ζοφερή πραγματικότητα της φυλετικής ανισότητας που βίωναν οι Αφροαμερικανοί.
Οι μαύροι πολίτες αντιμετώπιζαν δυσμενείς διακρίσεις σε όλους τους τομείς, με αποτέλεσμα να ζουν στο περιθώριο της αμερικανικής κοινωνίας, σαν εξόριστοι στην ίδια τους τη Γη. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο πλέον εμβληματικός υπέρμαχος της φυλετικής ισότητας, Αμερικανός κληρικός και πολιτικός ακτιβιστής Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, «100 χρόνια μετά οι μαύροι ζουν σ’ ένα μοναχικό νησί φτώχειας, στο μέσο ενός απέραντου ωκεανού υλικής ευημερίας.».
Ο πολιτικός αυτός φιλόσοφος, προτεστάντης ιερέας και υπερασπιστής των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων των Αφροαμερικανών αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του στον αδιάλειπτο αγώνα για να σπάσου οι χειροπέδες του φυλετικού διαχωρισμού και οι αλυσίδες των διακρίσεων.
Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου του 1929 στην Ατλάντα της Τζόρτζια. Ήδη από την πρώιμη παιδική του ηλικία βίωσε τις πρώτες του ρατσιστικές εμπειρίες, αφού στις τραπεζαρίες των τρένων υπήρχαν κουρτίνες για το διαχωρισμό των λευκών και μαύρων επιβατών.
Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στην θεολογία και την κοινωνιολογία, χειροτονήθηκε ιερέας. Από το 1950 μέχρι το 1968 που δολοφονήθηκε, αγωνίστηκε σθεναρά για την εδραίωση της φυλετικής ισότητας λευκών και μαύρων, στη βάση της αμοιβαίας αποδοχής, της φιλαλληλίας και της αδερφοσύνης. Η πολιτική του φιλοσοφία θεμελιώθηκε στην αρχή της «μη βίας», η οποία πρωτοδιατυπώθηκε από το Μαχάτμα Γκάντι. Η βία αναπαράγει τη βία και συμβάλλει στην περαιτέρω περιθωριοποίηση και τον αποκλεισμό, τροφοδοτώντας έναν φαύλο κύκλο.
Όπως επεσήμανε χαρακτηριστικά: «Αυτό που επιτυγχάνεται με τη βία, διατηρείται μόνο με βία».
Στο πλαίσιο αυτό, ο Κινγκ το 1957, αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα δημιουργίας ενός πανεθνικού οργάνου που θα συντόνιζε τον αγώνα για την άρση των φυλετικών διακρίσεων, ίδρυσε μαζί με άλλους ιερωμένους και λαϊκούς , τη Διάσκεψη της Νότιας Χριστιανικής Ηγεσίας μία από τις κυριότερες αντιρατσιστικές οργανώσεις των Η.Π.Α., και έγινε ο πρώτος της πρόεδρος.
Έγραφε πολυάριθμα άρθρα, οργάνωνε ειρηνικές διαδηλώσεις και μη βίαιες καθιστικές διαμαρτυρίες, καταφέρνοντας να αφυπνίσει στον αγώνα για ισότητα και ελευθερία για όλους την αμερικανική προοδευτική κοινωνία. Στο πλαίσιο της πολυδιάστατης δράσης του, εισήγαγε την αρχή της «μη βίας», τη συγχώρηση, την αγάπη ακόμη και προς τον αντίπαλο ως βασική πολιτική πρόταση για τη διεκδίκηση ίσων δικαιωμάτων για όλους τους πολίτες της Αμερικής, ανεξάρτητα από το χρώμα του δέρματος τους.
Η δύναμη της αλληλεγγύης, της ενότητας και της αγάπης που αποπνέει ο πάντα εμπνευσμένος λόγος του Κινγκ, αντικατοπτρίζεται με συγκλονιστικό τρόπο, στην πλέον επιδραστική ομιλία του 20ου αιώνα, που εκφώνησε ο Κινγκ, μπροστά από το μνημείο του Λίνκολν στην Ουάσιγκτον στις 28 Αυγούστου του 1963, με τίτλο «Έχω ένα όνειρο».
Η ομιλία εκφωνήθηκε στο πλαίσιο πορείας προς την Ουάσιγκτον, με το αδιαπραγμάτευτο αίτημα για ελευθερία και δουλειά για όλους, ενώπιον 250000 ανθρώπων από όλες τις φυλές. Η εμπνευσμένη αυτή ομιλία δεν ήταν απλά μια ρητορική διακήρυξη, αλλά ένας συγκλονιστικός λόγος που άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στην αμερικανική και την παγκόσμια Ιστορία.
«Έχω ένα όνειρο, ότι μια μέρα στους κόκκινους λόφους της Georgia οι γιοι των πρώην σκλάβων και οι γιοι των πρώην ιδιοκτητών σκλάβων θα μπορούν να κάθονται όλοι μαζί στο τραπέζι της αδελφοσύνης.»
Ο Κινγκ οραματιζόταν μια συμπεριληπτική και πανανθρώπινη κοινωνία στη βάση του κράτους δικαίου και της κοινωνικής δικαιοσύνης, όπου όλοι οι άνθρωποι θα απολαμβάνουν ίσα δικαιώματα. Η αντίσταση χωρίς βία, η πάλη απέναντι στην αδικία και σε κάθε διάκριση και η ειρηνική διαμαρτυρία είναι το «κλειδί» για την διεκδίκηση ουσιαστικής ισότητας και ισονομίας λευκών και μαύρων.
Ο λόγος του διαπνέεται από ελπίδα και την ανάγκη για ενότητα, προτάσσοντας τη συλλογική δέσμευση και συνεργασία ως βασική προϋπόθεση για την κοινωνική αλλαγή.
Την επόμενη χρονιά ο Πρόεδρος Jonson υπέγραψε διάταγμα για την πλήρη άρση των φυλετικών διακρίσεων, ενώ παράλληλα ψηφίστηκε ο “Voting Rights Act” που εξασφάλιζε ισότητα στο δικαίωμα ψήφου για λευκούς και μαύρους. Στις 14 Οκτωβρίου του 1964ο Κινγκ τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ για τους αγώνες του υπέρ της προώθησης των δικαιωμάτων των μαύρων.
Η μνημειώδης ομιλία του Κινγκ έχει χαραχθεί στην εθνική συνείδηση των Αμερικανών, αλλά και στη συλλογική συνείδηση όλου το προοδευτικού κόσμου που μάχεται για ελευθερία, ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη για όλους και αποτελεί πηγή έμπνευσης ακόμη και για τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα.
Σήμερα, που οι κοινωνίες μας αντιμετωπίζουν νέες προκλήσεις και ανισότητες, αγωνιζόμαστε για έναν κόσμο χωρίς στερεότυπα και αποκλεισμούς και για τη διασφάλιση της ορατότητας και συμπερίληψης για όλους, ανεξάρτητα από εθνική ή φυλετική καταγωγή, φύλο, αναπηρία, σεξουαλικού προσανατολισμό ή ταυτότητα φύλου, κοινωνική προέλευση ή οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό. Η ίση μεταχείριση δεν πρέπει να προσεγγίζεται με όρους μαθηματικής ισότητας, αλλά στη βάση της ισότητας των ευκαιριών.
Η οικουμενική παρακαταθήκη που μας άφησε ο Κινγκ, πριν η φωνή του σιγήσει άδικα και πολύ πρόωρα από τις σφαίρες ενός ελεύθερου σκοπευτή στις 4 Απριλίου του 1968, μας καλεί σε έναν διαρκή συλλογικό αγώνα για την πλήρη άρση των εμποδίων και των διακρίσεων, την εξασφάλιση ίσων ευκαιριών για όλους, έτσι ώστε να οικοδομήσουμε μια ανοιχτή, πλουραλιστική και πιο ανθρώπινη κοινωνία.