Στη δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε για το συνέδριο το οποίο διοργάνωσε ο «Κύκλος Ιδεών», που είναι ένας όμιλος προβληματισμού στη χώρα μας, αποκαλύφθηκε το ακόλουθο εκπληκτικό μέγεθος.
Δηλαδή, ότι η πολιτική προσωπικότητα που εκτιμάται περισσότερο από τους πολίτες στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης είναι ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Και θα άξιζε να ανιχνεύσουμε σύντομα τη θετική και την αρνητική επίδραση ενός πρωθυπουργού που λατρευόταν από πολλούς Έλληνες και προκαλούσε οργή και απωθητικότητα σε πολλούς άλλους.
Ποια ήταν η προέχουσα θετική έκφανση του έργου του;
Η περιοδική εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία και η πλήρης αποκατάσταση του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα (που είχε αρχίσει ήδη από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή τον πρεσβύτερο μετά την πτώση της δικτατορίας)!
Και αυτό δεν ήταν ένα αμελητέο ιστορικό επίτευγμα για ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας που ήταν στην κυριολεξία περιθωριοποιημένο μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου λόγω των πολιτικών διώξεων που γίνονταν σε διευρυμένη έκταση ( «Ζαν Μευνώ, Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα 1946-1965»).
Επίσης κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του μειώθηκαν οι έντονες οικονομικές και περιφερειακές ανισότητες.
Πράγμα, ωστόσο, που οδήγησε στην αύξηση του δημόσιου χρέους, χωρίς βεβαίως η εποχή αυτή να μοιάζει καθόλου με τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της «καραμανλικής» περιόδου 2007-2009 («New York Times, 12/6/2011»).
Επιπλέον, έγιναν μεγάλες αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο.
Ποιες ήταν οι αρνητικές διαστάσεις της ιστορικής του πορείας;
Η παρουσία του «ηγεμόνα» Παπανδρέου εμπόδιζε τη λειτουργία των θεσμών (ενδεχομένως και εκείνων που ο ίδιος εγκαθίδρυε)!
Και, άρα, το γνωστό απόφθεγμα του Jürgen Habermas ότι στις δυτικές δημοκρατίες «οι διαφορές και οι εντάσεις γίνονται αντικείμενο των θεσμών» δεν ήταν δυνατό να λειτουργήσει, αφού ο ίδιος μπορούσε αυταρχικά να παρεμβαίνει παντού.
Επίσης ο Ανδρέας Παπανδρέου προώθησε ένα οιονεί σοβιετικό μοντέλο κοινωνικής διάρθρωσης, όπου μια κομματική ελίτ έλεγχε τα πάντα στις τοπικές κοινωνίες και προωθούσε τη δικιά της «συνείδηση της νομιμότητας».
Και έτσι εκκολάφθηκαν οι απωθητικοί «κομματάνθρωποι» που δεν έκαναν τίποτε άλλο στη ζωή τους και οι διεφθαρμένες συνδικαλιστικές αριστοκρατίες που καταλάμβαναν τους δρόμους, τα πανεπιστήμια και τις δημόσιες υπηρεσίες !
Πάντως σε μια τελική αποτίμηση υπερισχύει –κατά τη γνώμη μου- η θετική διάσταση της συνολικής πορείας του Ανδρέα Παπανδρέου.
Κυρίως γιατί ο άνθρωπος τούτος είχε αυτό που αποκαλούνε οι Αμερικανοί «εμπνέουσα αξία» ( inspirational value), δηλαδή μπορούσε να εμπνεύσει τον κόσμο για ορισμένα πράγματα (έστω και αν αρκετές φορές αυτή η «μαγεία» που ασκούσε τέλειωνε μέσα στο «λυκόφως της αρνητικότητας»).
Υπό αυτήν την έννοια η σύγκριση την οποία προσπάθησαν να διενεργήσουν αργότερα κάποιοι ανάμεσα στον Ανδρέα Παπανδρέου και τον μετέπειτα πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα συνιστούσε μάλλον μια άνευ προηγουμένου «ιστορική φάρσα». Γιατί;
Θα αναφέρω ένα μόνο μέγεθος.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε μια τεράστια μορφωτική επάρκεια η οποία του επέτρεπε να πραγματοποιεί μια ορθή ανίχνευση του διεθνούς συσχετισμού των δυνάμεων και δε θα έπαιζε ποτέ την τύχη της χώρας του «στα ζάρια» (όπως έκανε ο κ. Αλέξης Τσίπρας με το τυχοδιωκτικό δημοψήφισμα του 2015)!
Το συμπέρασμα;
Σήμερα δε χρειαζόμαστε άλλους μεσσίες και αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να καλυτερεύσουμε τις συνθήκες ζωής των νεότερων γενιών που κατηγορούν συνολικά τη μεταπολίτευση «για τη σημερινή κακή τους κατάσταση».
Ο Καλφέλης Γρηγόρης, είναι Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ
kalfelis@law.auth.gr