Η κυβέρνηση δεν έπεσε με την πρόταση δυσπιστίας που υπέβαλε η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις». Σιγά την είδηση.
Από το 1974 καμία κυβέρνηση δεν έχει πέσει από πρόταση δυσπιστίας. Και μιλάμε για κυβερνήσεις που κάποιες ήταν πιο αδύναμες και με πιο ισχνή πλειοψηφία από τη σημερινή.
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι θα καταργήσουμε τις προτάσεις δυσπιστίας επειδή δεν ρίχνουν κυβερνήσεις.
Ακόμη και χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα παραμένουν ένα συνταγματικό όπλο που θέτει την κυβέρνηση σε μια κοινοβουλευτική διαδικασία κριτικής κι αμφισβήτησης. Ετσι δουλεύουν οι δημοκρατίες.
Βεβαίως μπορεί η κυβέρνηση να έχασε δύο υπουργούς, αλλά δεν τράβηξε και ιδιαίτερα ζόρια. Στο τέλος οι «Ηνωμένοι» πλακώθηκαν και μεταξύ τους.
Αυτό σημαίνει κάτι για την ποιότητα της δημοκρατίας μας. Το καλαμπούρι ποιος από τον Κασσελάκη ή τον Ανδρουλάκη βάζει περισσότερο πλάτη στον Μητσοτάκη είναι απλώς ένα καλαμπούρι.
Ούτως Ή άλλως δεν νομίζω ότι ο Πρωθυπουργός έχει ανάγκη την υποστήριξή τους.
Εδωσαν πάντως στον Μητσοτάκη και τον «Καραμαλή» (που λέει κι ο Ανδρουλάκης) την ευκαιρία να επανορθώσουν για την απουσία τους από τη συζήτηση για το πόρισμα της Εξεταστικής.
Ηταν λάθος τους. Ενα λάθος που εντυπωσιάζει κυρίως για τον επαγγελματισμό του Μητσοτάκη. Για όποιον λόγο κι αν έγινε.
Ηταν κι ένα μάθημα. Δεν υπάρχει «αφ’ υψηλού» στην πολιτική. Το κάθε τι είναι σημαντικό. Και το κάθε τι πελώριο.
Φάνηκε τελικά ότι η κυβέρνηση δεν πλήρωσε στα Τέμπη τόσο το δυστύχημα, ούτε τη διερεύνηση που έγινε γρήγορα κι αποτελεσματικά από τη Δικαιοσύνη, ούτε την εύλογη συζήτηση για τις ευθύνες, ούτε το παραλήρημα κάθε ψεκασμένου.
Πλήρωσε το «ξεμπερδέψαμε». Που ακόμη κι αν είναι έτσι, δεν έχεις λόγο να το κουνάς μαντίλι.
Από εκεί και πέρα, η αντιπολίτευση υπέστη μια εύκολη ήττα. Οχι επειδή δεν έπεσε η κυβέρνηση. Αυτοί είναι οι συσχετισμοί κι αυτά τα μεγέθη, τα ξέραμε. Κανείς δεν περίμενε να ρίξει την κυβέρνηση ο Δουδωνής.
Αλλά επειδή η κοινοβουλευτική εικόνα και οι χειρισμοί της ήταν αποκαρδιωτικοί.
Η αντιπολίτευση ηττήθηκε κυρίως από τον εαυτό της. Εχει εγκλωβιστεί σε ένα σύμπαν υπερβολής και μεγαλοστομίας με «εγκλήματα», «συγκαλύψεις», «δολοφόνους», «αλαζονείες», «μπαζώματα».
Το οποίο διανθίστηκε εσχάτως κι από μια αδιανόητη αμφισβήτηση των εκλογών και της δημοκρατίας.
Είναι ένας δρόμος που δεν βγάζει πουθενά.
Οχι μόνο επειδή είναι εκτός πραγματικότητας. Ούτε επειδή μια χώρα χρειάζεται κυβέρνηση κι όχι μοιρολογίστρα.
Αλλά επειδή ο κόσμος γύρω μας τρέχει, προχωράει και η ζωή έχει απαιτήσεις. Δεν εννοώ φυσικά τη Ζωή.