Στην εποχή των smartphones και των social media, οι έφηβοι της Gen Z βρίσκονται αντιμέτωποι με μια νέα πραγματικότητα όσον αφορά τη ψυχική τους υγεία. Από τη μία, η γενιά αυτή συχνά περιγράφεται ως η πιο «ανοιχτή» σε ζητήματα ψυχικής υγείας και θεραπείας. Οι Gen Z είναι εκείνοι που δεν ντρέπονται να πουν ότι ξεκίνησαν ψυχολόγο στο λύκειο ή ότι έπαθαν την πρώτη κρίση πανικού πριν τα 15α γενέθλιά τους. Είναι η γενιά που δείχνει να προσπαθεί να παραμείνει συνδεδεμένη με τον συναισθηματικό της κόσμο αλλά και με τον κόσμο γύρω της, ακροβατώντας επιδέξια μεταξύ ατομικισμού και αλληλεγγύης. Από την άλλη, νέες έρευνες δείχνουν ότι η Gen Z είναι η γενιά με τα χαμηλότερα επίπεδα ψυχικής υγείας: περισσότερο άγχος, κατάθλιψη και κοινωνική απομόνωση. Η πλαστότητα της ψηφιακής ζωής, η πίεση στο σχολείο, το αβέβαιο μέλλον και η αδιάκοπη ροή ειδήσεων που περνά καθημερινά από τις οθόνες τους, συνθέτουν ένα παζλ που επηρεάζει την ψυχολογία τους.
Με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Ευημερίας Εφήβων, ρίχνουμε μια ματιά στον κόσμο της ψυχικής υγείας των Gen Z, και ειδικά των εφήβων αυτής της ηλικιακής κατηγορίας, αναλύοντας πώς τα ψηφιακά μέσα, οι κοινωνικές πιέσεις και οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες του 21ου αιώνα διαμορφώνουν την καθημερινότητά τους. Για τον λόγο αυτό μιλήσαμε με τον ψυχολόγο, Νίκο Νακόπουλο, για φαινόμενα όπως οι αγχώδεις διαταραχές σε αυτές τις ηλικίες, η κρίση μοναχικότητας και τα περιστατικά εφηβικής παραβατικότητας, που κατακλύζουν τα δελτία ειδήσεων τον τελευταίο καιρό.
Gen Z: Η πιο θλιμμένη γενιά;
Σύμφωνα με σχετικές έρευνες, η Gen Z -άτομα ηλικίας μεταξύ 12 και 27 ετών- είναι η γενιά με τη χειρότερη ψυχική υγεία. Σύμφωνα με έκθεση του ιδρύματος Gallup & Walton Family, μόλις το 44% των νέων νιώθουν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν το μέλλον. Μάλιστα, οι ειδικοί μιλούν για μια επιδημία μοναξιάς που επηρεάζει όλον τον πλανήτη, αλλά περισσότερο τους εφήβους. Μία άλλη έρευνα έδειξε ότι το 91% των νέων ηλικίας 18-24 ετών αναφέρουν ότι πάσχουν από μόνιμο στρες – έναντι 84% του γενικού πληθυσμού. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι ξένο για τους εφήβους της Ελλάδας αφού, τo 55% των Ελλήνων Gen Z δήλωσαν ότι αισθάνονται κοινωνική πίεση να προσποιούνται ότι αισθάνονται καλά. Αν η Gen Z είναι η πιο θλιμμένη γενιά εκεί έξω, πού οφείλεται αυτό;
«Είναι λογικό να μην πετάνε από χαρά τα άτομα αυτής της γενιάς, που ξέρουν ότι θα χρειαστεί να εργαστούν για λίγα χρήματα».
«Οι ηλικίες αυτές βρίσκονται είτε λίγο πριν μπουν στον στίβο της εργασιακής αποκατάστασης είτε στην αρχή αυτού. Και τι ξέρουμε για την εργασιακή αποκατάσταση για τα άτομα αυτής της ηλικίας; Τα χειρότερα, που σημαίνει ότι η οικονομική διαβίωση / επιβίωση αυτών των ανθρώπων είναι δύσκολη. Η μεταβλητή της οικονομικής ικανότητας ή της φτώχειας, σχετίζεται άμεσα με την ψυχική υγεία των ανθρώπων. Είναι κάπως λογικό να μην πετάνε από χαρά τα άτομα αυτής της γενιάς, που ξέρουν ότι θα χρειαστεί να εργαστούν για λίγα χρήματα, σε σχέση με τις οικονομικές απαιτήσεις της εποχής μας, είτε στο αντικείμενο τους είτε -συνήθως- εκτός αυτού. Φυσικά το άγχος για το μέλλον και οι πιέσεις δεν είναι ο μόνος παράγοντας που επηρεάζει την ψυχική τους υγεία αλλά σίγουρα είναι σημαντικός» εξηγεί ο ψυχολόγος, Νίκος Νακόπουλος.
Πέρσι, η Πρωτοβουλία για την Ψυχική Υγεία Παιδιών και Εφήβων διενήργησε μια μεγάλη έρευνα («Ψυχική Υγεία Παιδιών και Εφήβων στην Ελλάδα: Ανάγκες και Προτεραιότητες»). Σύμφωνα με τα ευρήματά τους, αυτές είναι οι πιο συχνές ψυχικές καταστάσεις / προβλήματα μεταξύ των εφήβων σήμερα:
- Ελλειμματική προσοχή/υπερκινητικότητα
- Άγχος
- Διαταραγμένη συμπεριφορά
- Κατάθλιψη
- Εκφοβισμός (bullying)
Όπως σημειώνει η Αναστασία Κουμούλα, παιδοψυχίατρος και μέλος της διοικούσας επιστημονικής επιτροπής της Πρωτοβουλίας για την Ψυχική Υγεία Παιδιών και Εφήβων, το 5-13% αυτών παρουσιάζουν προβλήματα συμπεριφοράς και το 8-16% βιώνουν συμπτώματα που απαιτούν εκτίμηση από ειδικό. Το 14% των εφήβων ηλικίας 12 -17 ετών παρουσίασαν μία τουλάχιστον αυτοτραυματική συμπεριφορά στο διάστημα των τελευταίων 6 μηνών πριν από την έρευνα. Το 43% έχουν βιώσει κατά τη διάρκεια της ζωής τους μια τουλάχιστον στρεσογόνο εμπειρία που χαρακτηρίζεται ως τραυματική. Τέλος, έως και 13% βιώνουν προβλήματα σε σχέση με τους συνομήλικους τους, όπως σχολικό και digital εκφοβισμό.
«Όταν μιλάμε για τα επίπεδα ψυχικής ευημερίας των εφήβων, δεν μπορούμε να παραλείψουμε να αναφέρουμε τις επιπτώσεις της πανδημίας και των lockdown στην κοινωνικοποίηση και τον ψυχισμό των παιδιών».
Σε παγκόσμιο επίπεδο, υπολογίζεται ότι το 14% των ατόμων ηλικίας 10-19 ετών, αντιμετωπίζουν ψυχικές παθήσεις, ωστόσο συχνά οι πάσχοντες δεν λαμβάνουν καμία διάγνωση ή θεραπεία. Επιπλέον, οι έφηβοι που πάσχουν από ψυχικές νόσους, δέχονται περισσότερες διακρίσεις και στιγματισμό και πέφτουν συχνότερα θύμα εκφοβισμού και αποκλεισμού, κάτι που επηρεάζει τη διάθεσή τους να αναζητήσουν βοήθεια, παγιδεύοντάς τους σε έναν φαύλο κύκλο.
Σύμφωνα με τον κ. Νακόπουλο, όταν μιλάμε για τα επίπεδα ψυχικής ευημερίας των εφήβων, δεν μπορούμε να παραλείψουμε να αναφέρουμε τις επιπτώσεις της πανδημίας και των lockdown στην κοινωνικοποίηση και τον ψυχισμό των παιδιών που είδαν την κανονικότητά τους να «μπαίνει στον πάγο» για 2 χρόνια.
«Για πάρα πολλούς ανθρώπους η ζωή μπήκε στο «pause»» για αυτά τα 2 χρόνια. Είναι σαν να μην έζησαν. Έζησαν ελάχιστα. Έζησαν στο «περίμενε». Δεν είναι φυσιολογικό η κοινωνικοποίηση, στην πιο κοινωνική φάση της ζωή σου, να γίνεται μέσω οθόνης. Δεν είμαστε ρομπότ. Δημιουργείται μια ψευδαίσθηση εγγύτητας, λόγω της οθόνης και της συνομιλίας αλλά δεν είναι πραγματική επαφή με ερεθίσματα όπως γλώσσα του σώματος, άγγιγμα κλπ. Εννοείται η πανδημία καθυστέρησε την ανάπτυξή τους. Ή η ανάπτυξή τους συνέβη με έναν τρόπο που μοιάζει φυσιολογικός αλλά, στην πραγματικότητα, δεν είναι. Ίσως κάποιοι δεν βρήκαν παρέες, δεν ερωτεύτηκαν, δεν κοινωνικοποιήθηκαν», λέει ο ψυχολόγος. Η περίοδος της πανδημίας παγίωσε μια ήδη υπάρχουσα κατάσταση: οι διαδράσεις των σημερινών εφήβων είναι κυρίως διαδικτυακές. Η εξέλιξη αυτή ήταν απόλυτα προβλέψιμη, αν αναλογιστούμε ότι οι νέοι κάτω των 18 ετών είναι εκείνοι που γεννήθηκαν -κυριολεκτικά- μέσα στα social media και την smart τεχνολογία.
Social media: Ο συνήθης ύποπτος
Όλες οι συζητήσεις περί ψυχικής υγείας καταλήγουν, με μαθηματική ακρίβεια, στις αρνητικές επιπτώσεις των social media στις ζωές μας. Είναι οι αγαπημένες μας πλατφόρμες ένας στρεσογόνος παράγοντας ή είναι κι αυτό άλλο ένα κλισέ;
Σύμφωνα με μελέτη του 2022, στο 1/5 των Gen Z δεν αρέσει να δείχνει την «αληθινή του προσωπικότητα» στο διαδίκτυο, ενώ το 55% συχνά χρησιμοποιεί τα social media για να κάνει τη ζωή του να φαίνεται «πιο συναρπαστική». Παραδόξως, η ίδια μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι το 58% των Gen Z πιστεύει ότι τα social media είναι το «μόνο μέρος όπου μπορούν να είναι πραγματικά ο εαυτός τους». Έτσι, τα social media καταλήγουν να είναι δίκοπο μαχαίρι. Από τη μία προσφέρουν ένα safe space ιδιωτικότητας, ελεύθερης έκφρασης, πειραματισμού και εξερεύνησης, που είναι ουσιαστικής σημασίας για κάθε νεαρό άτομο. Από την άλλη, συχνά τα social media αναπαράγουν ανθυγιεινά πρότυπα και εγκυμονούν επικίνδυνες καταστάσεις, όπως τα περιστατικά revenge porn μεταξύ μαθητών, που απασχόλησαν πρόσφατα την επικαιρότητα.
Για τον κ. Νακόπουλο, τα social media σίγουρα παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση της ψυχικής υγείας των εφήβων, καλλιεργώντας συχνά ένα τοξικό κλίμα συγκρίσεων. «Όταν η προσωπικότητά σου δεν έχει διαμορφωθεί ακόμα και δεν έχεις άμυνες και αναχώματα, δεν γνωρίζεις τι εστί social media και τι photoshop, τι σημαίνει “βγάζω λεφτά από την εικόνα μου”, είσαι πιο επιρρεπής στο να σε επηρεάζουν εντυπωσιακά σώματα και άτομα με πολλούς followers, οι οποίοι ασχολούνται πολύ περισσότερο από σένα με την εικόνα τους. Όλοι μας κινδυνεύουμε με συγκρίσεις και δυσβάσταχτα standards ομορφιάς, “αρρενωπά πρέπει” και “θηλυκά πρέπει” αλλά τα νεαρότερα μέλη της κοινωνίας μας κινδυνεύουν περισσότερο».
Νεανική παραβατικότητα και «κακά παιδιά»
Τον τελευταίο καιρό περνούν συνεχώς μπροστά από τις οθόνες μας ειδήσεις σχετικές με συμμορίες εφήβων και περιστατικά βίας. Αναρωτιέμαι αν η εφηβική παραβατικότητα ήταν πάντα τόσο έντονη κι απλώς τώρα έχουμε τα μέσα να την καταγράψουμε καλύτερα, ή αν όντως οι Gen Z έφηβοι είναι πιο βίαιοι. Σύμφωνα με τον κ. Νακόπουλο, πάντως, το φαινόμενο αυτό δεν είναι καθόλου καινούργιο.
«Δεν πιστεύω καθόλου ότι η εφηβική εγκληματικότητα είναι σημαντικά μεγαλύτερη τον τελευταίο καιρό. Είναι απλά καλύτερα καταγραφόμενη. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για την έμφυλη, την ενδοοικογενιακή και κάθε είδους βία. Παλαιότερα ο κόσμος σιώπαινε περισσότερο, ντρεπόταν περισσότερο, υπήρχαν και πιο χαλαροί νόμοι, που δεν προστάτευαν τα θύματα. Περιστατικά εφηβικής βίας που λαμβάνουν δημοσιότητα σήμερα, δε διαφέρουν πολύ από σκηνικά που συνέβαιναν παλιότερα».
Στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, είχε εδραιωθεί ένας μαζικός πανικός γύρω από το πώς επηρεάζουν τους νέους τα βιντεοπαιχνίδια, οι βίαιες ταινίες, το μέταλ, ο σατανισμός ή τα rave parties. Σήμερα τέτοιες συζητήσεις ακούγονται ξεπερασμένες κι αντιπαραγωγικές. Παρόλα αυτά, μια μεγάλη μερίδα του κόσμου υποστηρίζει ότι για τη συμπεριφορά και την ψυχολογία των εφήβων σήμερα ευθύνονται τα ερεθίσματα που λαμβάνουν, από βίαιους τραπ στίχους μέχρι επικίνδυνους δημιουργούς περιεχομένου. Στο μυαλό μου έρχεται η πρόσφατη σύλληψη του δημιουργού περιεχομένου, Hayate, ο οποίος κατηγορείται ότι κακοποιούσε ΑμεΑ και αναρτούσε τα βίντεο στις πλατφόρμες του. Με τη μεγαλύτερη μερίδα του κοινού του να είναι ανήλικοι, είναι φυσιολογικό να μας προβληματίζει το γεγονός ότι για πολλούς νέους τέτοια θεάματα είναι πηγή διασκέδασης. Είναι εύλογο να ρίχνουμε ευθύνες στα ποπ προϊόντα που καταναλώνει η νέα γενιά ή το επιχείρημα αυτό θυμίζει εποχές «Μάνα Ρέιβερ»;
«Οι αξίες και οι αρχές που λαμβάνει το παιδί από το σπίτι του, τον κύκλο του, τους εκπαιδευτικούς του, έχουν πάντα μεγαλύτερη βαρύτητα για τη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του».
Σύμφωνα με τον κ. Νακόπουλο, αξίζει να διακρίνουμε κατά πόσο τα πολιτιστικά ερεθίσματα των εφήβων προωθούν όντως τη βία. Για παράδειγμα «τα βιντεοπαιχνίδια δεν αποτελούν πραγματική βία, ενώ, από την άλλη, ένας δημιουργός όπως ο Hayate κατηγορείτε ότι ασκούσε πραγματική βία. Δεν παίζει ξύλο κανείς ούτε μαχαιρώνει επειδή έπαιζε σπίτι του God of War. Από την άλλη πλευρά το να ασκούν ή να λαμβάνουν βία πραγματικοί άνθρωποι και εμείς να χειροκροτάμε ή να πληρώνουμε για να συμβεί, πρόκειται για εξιδανίκευση και κανονικοποίηση της βίας. Ίσως για έναν ενήλικα με διαμορφωμένη προσωπικότητα, η κανονικοποίηση αυτή να μην τον επηρεάζει. Αλλά για ένα παιδί, που τώρα μεγαλώνει, το να βλέπει ένα τέτοιο θέαμα στην οθόνη του, είναι επίφοβο για την αντίληψη που θα σχηματίσει για τον κόσμο και τις σχέσεις»
Επιμένει, ωστόσο, ότι οι αξίες και οι αρχές που λαμβάνει το παιδί από το σπίτι του, τον κύκλο του, τους εκπαιδευτικούς του, έχουν πάντα μεγαλύτερη βαρύτητα για τη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του, από τη μουσική που θα ακούσει ή τα βιντεοπαιχνίδια με τα οποία θα παίξει. «Από μόνα τους τα τραγούδια και οι βίαιοι στίχοι δεν αρκούν [για να εξηγήσουν ένα φαινόμενο όπως η εφηβική παραβατικότητα]. Πάρτε για παράδειγμα ένα μισογυνικό τραγούδι: σίγουρα κανονικοποιεί ως έναν βαθμό τον σεξισμό, όμως αυτό δε θα «αλλάξει» το παιδί ως δια μαγείας. Εξαρτάται πολύ περισσότερο με τι αξίες μεγαλώνει αυτό το παιδί, τι πρότυπα αρρενωπότητας έχει, πώς βλέπει τους άντρες της οικογένειάς του να φέρονται μεταξύ τους και με τις γυναίκες γύρω τους. Για ένα παιδί που έχει μάθει από το σπίτι ότι η βία είναι ανεκτή, τέτοιοι στίχοι θα το τραβάνε. Αντιθέτως, ένα παιδί που έχει μεγαλώσει με διαφορετικές αρχές, τέτοιοι στίχοι απλά δεν το αγγίζουν».